Νέα έρευνα των inside story και Solomon, στην οποία από κοινού εξέτασαν την κρατική παροχή ψυχικής φροντίδας/υποστήριξης σε συγγενείς και επιζώντες του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Τήρησε η κυβέρνηση τις δεσμεύσεις της; Ή, παρά τις εξαγγελίες, τα λόγια απέχουν από τις πράξεις; Μετά τα Τέμπη, τι, λοιπόν; Ρεπορτάζ: Ελευθερία Τσαλίκη, Δανάη Μαραγκουδάκη, Αριστέα Πρωτονοταρίου. Εικονογράφηση: Γαλάτεια Ιατράκη
Μετά το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών που κόστισε τη ζωή της 26χρονης κόρης της, Ελισάβετ Χατζηβασιλείου, η Γκαμπριέλα Φόργιαν συνειδητοποίησε ότι δεν μπορούσε να διαχειριστεί μόνη της την κατάσταση.
«Ήταν κάτι τόσο αναπάντεχο, απότομο και άγριο, που εκείνες τις στιγμές είναι πάρα πολύ σημαντική η ψυχολογική στήριξη», λέει η Φόργιαν. Το σώμα της είχε μουδιάσει, σε βαθμό που τα πόδια της χτυπούσαν σε τραπέζια δίχως να νιώθει πόνο. «Οπωσδήποτε χρειάζεσαι κάποιον να σου δώσει το χέρι του και να σε τραβήξει από όλο αυτό».
Η συνέχεια στην ιστορία της Φόργιαν –όπως και άλλων που θα διαβάσετε παρακάτω– δείχνει ότι, παρά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για παροχή δωρεάν εξατομικευμένης ψυχολογικής υποστήριξης, αυτή δεν δόθηκε. Οι ελλείψεις και τα προβλήματα που εντοπίσαμε αποδεικνύουν ότι η οργάνωση αποτελεσματικών ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών από το κράτος σε μια στιγμή έκτακτης ανάγκης ήταν απούσα.
Μιλήσαμε σε επιζώντες, συγγενείς θυμάτων και ειδικούς ψυχικής υγείας, προκειμένου να αποκτήσουμε μία κατά το δυνατόν ολοκληρωμένη εικόνα. Και μόνο το γεγονός ότι καθένας από τους συνομιλητές μας είχε διαφορετική ενημέρωση σχετικά με την δυνατότητα ψυχολογικής υποστήριξης, αναδεικνύει το τεράστιο κενό.
3 ψυχολόγοι, 2 κοινωνικοί λειτουργοί, εκατοντάδες πληγέντες
Τα πρώτα δύσκολα 24ωρα μετά το δυστύχημα, οι συγγενείς των αγνοουμένων βρέθηκαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λάρισας, αναμένοντας σοκαρισμένοι νέα για τα παιδιά τους.
Δεν καταφέραμε να ενημερωθούμε από το νοσοκομείο της Λάρισας για τα πρωτόκολλα με τα οποία λειτούργησαν και το δυναμικό που κινητοποιήθηκε για την ψυχολογική υποστήριξη εκείνα τα 24ωρα. Αλλά οι γονείς με τους οποίους μιλήσαμε θυμούνται στον χώρο κάποιους εθελοντές ψυχολόγους, αλλά και τον ψυχίατρο του νοσοκομείου, που παρενέβαινε όταν υπήρχε αίτημα.
Η απάντηση που λάβαμε από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ), τον φορέα που είναι υπεύθυνος για την παροχή ψυχολογικής και κοινωνικής στήριξης σε καταστάσεις έκτακτων αναγκών, είναι ότι «απέστειλε δύο κλιμάκια Άμεσης Παρέμβασης (ΟΤΑΠ), ένα από Αθήνα και ένα από Θεσσαλονίκη, στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας Λάρισας, με σκοπό την ψυχοκοινωνική υποστήριξη των θυμάτων και των συγγενών τους. Τα κλιμάκια αποτελούνται από τρεις ψυχολόγους, δύο κοινωνικούς λειτουργούς και δύο οδηγούς».
Όπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, οι τρεις ψυχολόγοι σε ένα τόσο μεγάλων διαστάσεων τραγικό συμβάν δεν θα μπορούσαν να είναι αρκετοί.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι σε πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Ισπανία το 2013, μέσα στην πρώτη εβδομάδα παρενέβησαν συνολικά 32 ψυχολόγοι «άμεσης απόκρισης» και επιπρόσθετα συστάθηκε «γραφείο βοήθειας για τα θύματα», που μεταξύ άλλων ενημέρωνε για την ψυχολογική υποστήριξη που θα μπορούσε να λάβει όποιος το επιθυμούσε (δωρεάν συνεδρίες με ψυχολόγο για τουλάχιστον ένα έτος).
Μισές οι κυβερνητικές υποσχέσεις
Λίγες μέρες μετά το δυστύχημα, στις 10 Μαρτίου 2023, κοινή ανακοίνωση υπουργείων αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Παρέχεται δωρεάν εξατομικευμένη ψυχολογική υποστήριξη των οικογενειών των θυμάτων, των τραυματιών και των επιβαινόντων, δια ζώσης και κατ’ οίκον, μέσα από το δίκτυο δομών ψυχικής υγείας του ΕΣΥ, καθώς και τηλεφωνικά μέσω της Δωρεάν Εθνικής Γραμμής Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306, με την ειδική επιλογή 3».
Έξι μέρες αργότερα, δελτίο Τύπου του υπουργείου Υγείας γνωστοποιεί την επιτυχή ψυχολογική υποστήριξη που λαμβάνουν οι επιζώντες και οι συγγενείς των θυμάτων – κάτι που αμφισβητείται από τις εμπειρίες που είχαν οι άνθρωποι με τους οποίους επικοινωνήσαμε.
Παρά τις επίμονες προσπάθειές μας, δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε κανέναν συγγενή θύματος που να έλαβε κρατική ψυχολογική υποστήριξη στον χώρο του ή μέσω skype, ή κάποιον που να γνωρίζει ότι οποιαδήποτε άλλη οικογένεια έλαβε αυτή τη βοήθεια. Επιπλέον, το υπουργείο Υγείας δεν απάντησε στις ερωτήσεις που στείλαμε προκειμένου να λάβουμε περισσότερες πληροφορίες για τη συγκεκριμένη εξαγγελία.
Η Φόργιαν ήθελε τις online ή κατ’ οίκον συνεδρίες για την ίδια και την οικογένειά της. Αλλά όταν κάλεσε στη γραμμή για να ενημερωθεί για τη διαδικασία, η μόνη κατεύθυνση που της έδωσαν ήταν να απευθυνθεί σε δημόσιο νοσοκομείο.
«Στην κατάσταση που βρισκόμουν δεν μπορούσα να βγω από το σπίτι», λέει. «Δεν μπορούσα να οδηγήσω, πόσο μάλλον να πάω στο νοσοκομείο, που το κοντινότερο είναι περίπου πέντε χιλιόμετρα μακριά».
Το οξύμωρο, συμπληρώνει η Φόργιαν, είναι ότι τις πρώτες μέρες του δυστυχήματος σκεφτόταν «ότι θα μας ζαλίσουν με ψυχολόγους. Αλλά τελικά μας άφησαν απολύτως στην ησυχία μας, δεν μας προσέφεραν τίποτα».
Μπορεί μια τηλεφωνική γραμμή να επανατραυματίσει;
Εκτός από τις συνεδρίες από κοντά, το κράτος υποσχέθηκε και τηλεφωνική υποστήριξη.
Ο Μενέλαος Θεοδωρουλάκης, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Φορέων Ψυχικής Υγείας ΑΡΓΩ και μέλος της Ομάδας Έργου της Γραμμής Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306, λέει ότι στην περίπτωση των Τεμπών υπήρξε πρώτη φορά ενεργητική, από την πλευρά ενός φορέα ψυχικής υγείας, επικοινωνία.
«Δεν περιμέναμε να έρθει το αίτημα, αλλά τους ενημερώσαμε εμείς», λέει, συμπληρώνοντας ότι συνολικά η γραμμή εξυπηρέτησε περί τους 110 συγγενείς και επιβαίνοντες. Στην πρώτη επικοινωνία, αμέσως μετά το δυστύχημα, πολλοί ήταν αρνητικοί στην ιδέα της υποστήριξης μέσω τηλεφώνου. Ήταν κατά τη δεύτερη επικοινωνία, 15-20 μέρες μετά, που ορισμένοι ήταν πιο ανοιχτοί, καθώς είχαν «διαχειριστεί αυτό καθαυτό το γεγονός του πένθους ή του τραυματισμού και ήθελαν πλέον την υποστήριξη».
Παρόλα αυτά μιλήσαμε με γονείς που υποστηρίζουν ότι δεν έλαβαν κλήση ή SMS. Ήταν από τα Μέσα Ενημέρωσης, για παράδειγμα, που η Φόργιαν έμαθε ότι θα μπορούσε να καλέσει τον 5ψήφιο αριθμό για να λάβει ψυχολογική υποστήριξη.
Η Μαρία Θεοδωρή, μητέρα του 34χρονου Βάιου Βλάχου που έχασε την ζωή του στα Τέμπη, ήταν από αυτούς που έλαβαν κλήση από το 10306. «Με ρώτησαν πώς είμαι, αν κοιμάμαι σωστά, αν τρέφομαι. Και μου είπαν αν νιώθω ότι θέλω κάτι να πω, και να το βγάλω από μέσα μου, να καλέσω στον 5ψήφιο που λειτουργεί επί 24ωρου βάσεως», μας λέει η ίδια.
Ενημερώθηκε όμως ότι, αν έπαιρνε τηλέφωνο, δεν θα μιλούσε εκ νέου στην ευγενική κοπέλα που την κάλεσε, αλλά σε όποιον είχε βάρδια εκείνη την στιγμή. Θα έπρεπε κάθε φορά που σήκωνε το τηλέφωνο να λέει εκ νέου ποια ήταν και την ιστορία της.
«Δεν πήρα ποτέ γιατί μου φάνηκε πολύ ψυχρό. Τι νόημα έχει να παίρνω έναν αριθμό, να μου το σηκώνει ένας άγνωστος άνθρωπος κάθε φορά, και να λέω από την αρχή τα πάντα; Είναι πολύ απρόσωπο και δεν θα με βοηθούσε σε κάτι», εξηγεί η ίδια.
Εάν είχε τη δυνατότητα καλώντας στη γραμμή να ζητήσει την ίδια εργαζόμενη, συμπληρώνει, πιθανόν να το έκανε. «Ίσως αυτή η αντιμετώπιση να με επηρέασε και βλέπω όλο το κομμάτι της ψυχολογικής στήριξης αρνητικά».
Πέρα από την αποστασιοποίηση που προκαλεί η πρακτική αυτή, οι ειδικοί αναφέρουν ότι το να αναγκάζεται κάποιος να μιλά επανειλημμένα για ένα συμβάν χωρίς συγκεκριμένο στόχο και τρόπο, δεν βοηθάει.
Η Βασιλική Σφυρή, Αντιπρόεδρος της EMDR–Hellas, είναι πιστοποιημένη θεραπεύτρια και επόπτρια στη θεραπεία EMDR, μια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που εξειδικεύεται στις περιπτώσεις ψυχικού τραύματος και αντιμετώπισης κρίσεων από δύσκολα γεγονότα ζωής
Υποστηρίζει ότι «το να μιλάς ξανά και ξανά για το συμβάν σε επανατραυματίζει, δηλαδή όχι καλό δεν κάνει, αλλά κάνει και κακό. Αν είναι να μιλάνε αόριστα, επανατραυματίζονται. Η γραμμή είναι πολύ σημαντική, αλλά είναι ακόμα πιο σημαντικό να έχουν εξειδικευμένη εκπαίδευση όσοι σηκώνουν το τηλέφωνο».
Η προσωπική πρωτοβουλία
Μπροστά στο αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε καλώντας επανειλημμένα την γραμμή, η Φόργιαν τελικά απευθύνθηκε σε ιδιώτες για την ψυχολογική της υποστήριξη.
Δεν είχαν βέβαια όλοι αυτή τη δυνατότητα: «Στο μνημόσυνο (σ.σ.: για τον ένα χρόνο) μιλούσα με έναν επιζώντα και πάνω στην κουβέντα τον ρώτησα αν είναι καλά και αν πηγαίνει σε ψυχολόγο. Σε αυτό μου απάντησε “πού να τα βρω τα 50 ευρώ την εβδομάδα να δίνω;”» διηγείται η ίδια.
Αντίστοιχη εικόνα μάς μετέφεραν και άλλοι επιζώντες με τους οποίους επικοινωνήσαμε. Ακόμα, η συντριπτική πλειονότητα δεν είχε ενημερωθεί ότι, τουλάχιστον από τον Δεκέμβριο του 2023, οι συνεδρίες με ψυχολόγο άρχισαν να αποζημιώνονται.
«Μέχρι τώρα, αυτά που έχω δώσει σε ψυχολόγους και φάρμακα εξαιτίας του δυστυχήματος των Τεμπών είναι πάνω από τα 5.000€ που μας έδωσε ως προκαταβολή αποζημίωσης η Hellenic Train», μας λέει αφοπλιστικά ο Δημήτρης Κωσταρέλος.
Ο 20χρονος τότε Κωσταρέλος επέστρεφε στην Θεσσαλονίκη, όπου ζούσε. Είχε την ατυχία να βρίσκεται στο βαγόνι ακριβώς μετά το κυλικείο, το οποίο αναποδογύρισε, ξέσπασε φωτιά και είχε πολλούς νεκρούς.
Αφού κατάφερε να απεγκλωβιστεί, μαζί με άλλους επιζώντες μεταφέρθηκαν στη Θεσσαλονίκη και κατευθύνθηκαν στο νοσοκομείο. «Εκεί η συμβολή του ψυχιάτρου, μια συνάντηση δέκα λεπτών, ήταν μηδαμινή», λέει. «Μας έγραψε μόνο κάτι ηρεμιστικά και μας είπε να κλείσουμε ραντεβού για τον επόμενο μήνα».
Όπως εξηγεί η Σφυρή, η πρακτική του να δίνονται τις πρώτες ώρες απλά μερικά ηρεμιστικά –όπως ακούσαμε και από άλλους επιζώντες αλλά και γονείς που βρίσκονταν σε νοσοκομεία τα πρώτα 24ωρα– δεν λειτουργεί σωστά, γιατί είναι σαν να βάζεις τον άλλον απλά να πέσει σε ύπνο, «εμποδίζοντας ουσιαστικά την εν δυνάμει εγγενή διαδικασία της ίασης».
Ο Κωσταρέλος λέει ότι οι ίδιοι οι επιζώντες, με δική τους πρωτοβουλία, ζήτησαν από το νοσοκομείο να δημιουργηθεί ένα γκρουπ ομαδικής θεραπείας. Όπως και έγινε.
Σε αυτό συμμετείχαν 25 άτομα και κράτησε για έξι μήνες. Ο ίδιος νιώθει ότι τον βοήθησε πολύ. «Είχαμε πολύ κοινά βιώματα όλοι και σταματούσαμε να νιώθουμε ότι είμαστε τρελοί και ότι κάποια πράγματα τα βιώναμε μόνο εμείς. Αυτό ήταν πολύ θετικό. Αλλά ήμασταν μόνο 25 άτομα και όλοι από Θεσσαλονίκη».
Ο Κωσταρέλος, ευαισθητοποιημένος ήδη με τα θέματα ψυχικής υγείας και εξοικειωμένος με την ψυχοθεραπεία, από την πρώτη στιγμή ήταν ενεργός και χάρη στην επιμονή του ενημερώθηκε για τις αποζημιώσεις των συνεδριών με ψυχοθεραπευτή, για να καλύψει τα κόστη που προέκυψαν μετά το δυστύχημα. Ήταν όμως μια μεμονωμένη περίπτωση.
Το ψυχικό αποτύπωμα των Τεμπών