14 Αυγούστου 1954. Ξημερώματα… Σε μια ερημική τοποθεσία του Χαϊδαρίου, «ένας αλύγιστος αγωνιστής που αφιέρωσε τη ζωή του στην υπόθεση της εθνικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, για να ξημερώσουν καλύτερες μέρες για τον λαό και τον τόπο μας», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε σχετικό άρθρο του ο Γιώργος Αλεξάτος, ιστορικός, ερευνητής και συγγραφέας, μια από τις πιο ευγενικές και σεμνές μορφές του ελληνικού κομμουνιστικού, εργατικού και λαϊκού κινήματος, ο Νίκος Πλουμπίδης, πέφτει νεκρός από τα πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος.

Είχε προηγηθεί στις 25 Νοέμβρη 1952 η  «από οκταετίας κρυπτόμενου κομμουνιστή» σύλληψή του, σύμφωνα με την τότε ανακοίνωση της ασφάλειας, Ο συλληφθείς εμφανίζεται στα δημοσιεύματα ως εκπρόσωπος της ηγεσίας του ΚΚΕ στην Ελλάδα. Από αυτά τα δημοσιεύματα έχει αξία να κρατήσουμε ορισμένα στοιχεία: Η Ασφάλεια και οι υπηρεσίες δίωξης του κομμουνισμού, ενώ ανακοινώνουν τη σύλληψη του Πλουμπίδη στον Τύπο, αποφεύγουν τις επίσημες περαιτέρω δηλώσεις επί του θέματος. «Λεπτομέρειαι επί των συνθηκών της συλλήψεώς του θα ανακοινωθούν εν καιρώ», δηλώνει στους δημοσιογράφους τη μέρα της σύλληψης ο υπουργός των Εσωτερικών Π. Λυκουρέζος. Είναι φανερό ότι η στάση αυτή αποτελεί προϊόν μεθόδευσης. Μέγιστη δε απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι οι διαρροές πληροφοριών προς τις εφημερίδες δίνουν και παίρνουν.

Κατηγορήθηκε για τους χειρισμούς του στην υπόθεση Μπελογιάννη, σε μια απεγνωσμένη απόπειρα για τη σωτηρία του συντρόφου του. Στις 27 Νοεμβρίου 1952 ο ραδιοσταθμός του ΚΚΕ από το Βουκουρέστι μεταδίδει ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής -η οποία βασιζόταν σε ολιγοσέλιδο πόρισμα που είχε εγκρίνει το Πολιτικό Γραφείο πριν τη σύλληψή του- που χαρακτηρίζει τον Πλουμπίδη «πράκτορα» της Ασφάλειας και των Άγγλων (η μνήμη του θα αποκατασταθεί με απόφαση της Κ.Ε. του ΚΚΕ το 1958).

Ακολούθησε το στρατοδικείο που έστησαν η κυβέρνηση Πλαστήρα, το παλάτι, το στρατιωτικό και παραστρατιωτικό κατεστημένο, τα «κεντροαριστερά» και τα «κεντροδεξιά» όργανα της αμερικανοδουλείας και η καταδίκη του σε θάνατο -ακριβώς επειδή ήταν κομμουνιστής- στις 3 Αυγούστου 1953.

«Κύριε Πρόεδρε, κύριοι Στρατοδίκες, πρώτα απ’ όλα πρέπει να τοποθετήσουμε τη δικαζόμενη υπόθεση στα σωστά της πλαίσια. Η υπόθεσις που δικάζεται δεν είναι υπόθεσις κοινή. Δεν είναι υπόθεσις κατασκοπείας, αλλά είναι υπόθεσις πολιτική. Είναι υπόθεσις ιδεολογική, δεν δικάζετε τον Πλουμπίδη σαν δράστη του άλφα ή του βήτα εγκλήματος, αλλά τον δικάζετε σαν κομμουνιστή ηγέτη» (απόσπασμα από την απολογία του Ν. Πλουμπίδη).

Αριστερά: Το τελευταίο γράμμα του Ν. Πλουμπίδη, «αφιερωμένο στους αγαπημένους του», το οποίο έγραψε λίγες ώρες πριν από την εκτέλεσή του. Δεξιά: Το γνωστό, ιστορικό πλέον, λευκό κοστούμι, που φορούσε στη δίκη του το καλοκαίρι του ΄53 | Φωτογραφίες από την έκθεση «Στενή κι αδιάβατος, τραχεία η οδός. Νίκος Πλουμπίδης 1902-1954» του Ιδρύματος της Βουλής (2018). Πηγή: efsyn.gr

14 Αυγούστου 2024…. Ξημερώματα… Με αφορμή τη συμπλήρωση 70 χρόνων από την εκτέλεση του Νίκου Πλουμπίδη, το ErgasiaNET ανατρέχει σε εκδήλωση μνήμης της ΑΔΕΔΥ το Νοέμβρη του 2014, στο κτήριο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, και αναδημοσιεύει τις παρεμβάσεις των ομιλητών της, μέσα από τις οποίες γίνεται απόλυτα σαφές ότι ο «Μπάρμπας» της παρανομίας έδειξε ότι η ανιδιοτέλεια, ο σεβασμός και η πίστη στην ιδεολογία και τα ιδανικά ενός κομμουνιστή αγωνιστή είναι στάση ζωής, όχι λόγια.

Συγκεκριμένα αναδημοσιεύει τις ομιλίες των:
Ηλία Νικολακόπουλου, π. ομότιμου καθηγητή στο ΕΚΠΑ, με τίτλο: «Ο Νίκος Πλουμπίδης στις πρώτες μετεμφυλιακές εκλογές 1950-1951».

Όπως αναφέρει ανάμεσα στα άλλα, «το δύσκολο στοίχημα για την επανένταξη της ηττημένης Αριστεράς στην κοινοβουλευτική ζωή ο Ν. Πλουμπίδης το υπηρέτησε με επιτυχία δύο φορές, σε ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες». Ωστόσο, σημειώνει, η δική του «προσωπική τραχεία οδός θα τον υποβάλει στο μαρτύριο της κομματικής συκοφαντίας, υπό το βάρος της οποίας οδηγήθηκε στις 14 Αυγούστου 1954 στο εκτελεστικό απόσπασμα».

Μιχάλη Λυμπεράτου, εντεταλμένου διδασκαλίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με τίτλο «Ο Νίκος Πλουμπίδης και οι εργατικοί αγώνες 1941-1954».

Με εφαλτήριο το δημοσιοϋπαλληλικό κίνημα, με το οποίο συνδέθηκε από την στιγμή που ήρθε στην Αθήνα στα 1929 ως νεαρός δάσκαλος για μετεκπαίδευση, όπως τονίζει ο ομιλητής, «ο Πλουμπίδης συνέδεσε τον εαυτό του με τη μετατροπή του εργατικού κινήματος της χώρας σε ηγετικό υποκείμενο της ιστορικής διαδικασίας. Ο ίδιος ως μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Συνομοσπονδίας Δημοσίων Υπαλλήλων στα 1930 ανέδειξε περαιτέρω, τη σημασία του συνδικαλιστικού ακτιβισμού που του στοίχισε, μετά από ξυλοδαρμούς και φυλακίσεις, την απόλυση του από δημόσιος υπάλληλος». Έχοντας μεγάλη εμπειρία στη διοργάνωση μαζικών αγώνων και μάλιστα στις ανώμαλες συνθήκες του πολιτικού κατατρεγμού της δικτατορίας Μεταξά, όπως αναφέρει ο ομιλητής, ο Πλουμπίδης ανέλαβε «να συντονίσει τα εργατικά μέτωπα στην πρώτη και πιο κρίσιμη φάση της Εθνικής Αντίστασης», γεγονός που «επιτάχυνε τη συγκρότηση, δημιούργησε τα χαρακτηριστικά και εξασφάλισε τη μεγάλη απήχηση του ΕΑΜ κατά τη διάρκεια της Κατοχής».

Χάρη Αθανασιάδη, αναπληρωτή καθηγητή της Φιλοσοφικής Ιωαννίνων, με τίτλο «Οι δάσκαλοι, η οικονομική κρίση και ο Νίκος Πλουμπίδης. Μια ιστορία απ’ το Μεσοπόλεμο», στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρεται στην πενταετία 1924-29.

Τότε που οι κομμουνιστές δάσκαλοι συστρατεύθηκαν με τους σοσιαλιστές και τους φιλελεύθερους ενάντια στους συντηρητικούς αντιβενιζελικούς έχοντας ως κριτήριο το γλωσσικό ζήτημα, που ο 28χρονος Ν. Πλουμπίδης, επικεφαλής της νεοσύστατης Αριστερής Παράταξης στη ΔΟΕ, δεν υπάκουσε στην κομματική εντολή του ΚΚΕ και δε στράφηκε κατά του ηγέτη της σοσιαλιστικής ομάδας και συνδικαλιστή, Παναγή Δημητράτου, με στόχο να διασπάσει την παραπάνω συμμαχία αριστερών – σοσιαλιστών. Τότε που με εξίσου νεαρούς συντρόφους του, όπως επισημαίνει ο ομιλητής, «έκαναν μια επιλογή, η οποία κατά τραγική ειρωνεία προοιώνιζε τη μέγιστη τραγικότητα που βίωσε ο ίδιος στη σχέση του με το κόμμα 22 χρόνια αργότερα». 

Σταύρου Καλλώνη, π. αντιπρόεδρου του ΣΕΠΕ Κερατσινίου Περάματος «Νίκος Πλουμπίδης», με τίτλο «Νίκος Πλουμπίδης. Ένας απλός τίτλος ή μια πολιτική παρακαταθήκη για τον προσανατολισμό του συνδικάτου», στην οποία τονίζει:

Η αποκήρυξή του από το ΚΚΕ «αποτελεί για το Ν. Πλουμπίδη την πρώτη μεγάλη μάχη που οφείλει να δώσει ως ένας έμπειρος αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος μαζί και με την υπεράσπιση του κόμματος στη λογική “ότι το κόμμα έχει δίκιο”». Μπορεί από την πρώτη στιγμή να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο η απόφαση του κόμματος να οφείλεται σε λάθος πληροφορίες και να δηλώνει μετά την απολογία του «Να δούμε λέγει όταν διαβάσουν τι είπα θα εξακολουθούν να έχουν την ίδια γνώμη;», ωστόσο, «δείχνει μια αταλάντευτη γραμμή υπεράσπισης της πολιτικής του ΚΚΕ, των συντρόφων του αλλά και του ίδιου του του εαυτού». Όπως σημειώνει ο ομιλητής, «αφού αρχικά θέτει τους όρους μια πολιτικής δίκης, παρά τις επίμονες και συχνά επιθετικές προσπάθειες των μαρτύρων και της έδρας, αποδομεί κυριολεκτικά όλα τα επιχειρήματα που στρέφονται ενάντια στο ΚΚΕ και τον ίδιο».

Γρηγόρη Καλομοίρη, π. μέλους Ε.Ε. της ΑΔΕΔΥ και νυν προέδρου της ΠΕΣΕΚ, με τίτλο «Ο Νίκος Πλουμπίδης ως εκπαιδευτικός και συνδικαλιστής και η σημερινή πραγματικότητα».

Στο κλείσιμο της ομιλίας του καταθέτει κάποιες αναγκαίες σκέψεις «για το τι πρέπει να κάνουµε σήµερα όσοι παλεύουµε στο συνδικαλιστικό κίνηµα της χώρας µας, εµπνεόµενοι και από το παράδειγµα του Ν. Πλουµπίδη». Το συνδικαλιστικό κίνηµα στη χώρα μας, επισημαίνει, «πρέπει επειγόντως να αλλάξει ριζικά», «να προχωρήσει στην αυτοκάθαρσή του, ώστε να µην υπάρχουν σκιές που απαξιώνουν τη συνδικαλιστική δράση». Οφείλει «να αποκτήσει µαζικότητα ιδίως στα πιο ευάλωτα τµήµατα της τάξης, ενότητα, δηµοκρατία, ταξική στόχευση, ανιδιοτέλεια και ακεραιότητα, αυτονοµία, πίστη στη δύναµή του και στον πρωτοπόρο ρόλο της εργατικής τάξης, αγωνιστική στάση. Να αποκτήσει τη συνείδηση των µεγάλων αλλαγών που απαιτούνται στον συνολικό τρόπο δουλειάς του µέσα στις έκτακτες συνθήκες που έχει δηµιουργήσει το σοκ της κρίσης και των µνηµονίων».

Λίγα περισσότερα λόγια για το Νίκο Πλουμπίδη

Ο «κόκκινος δάσκαλος», ο Νίκος Πλουμπίδης γεννήθηκε στα Λαγκάδια Αρκαδίας το 1902, προερχόμενος προερχόμενος από φτωχή αγροτική οικογένεια. Σπούδασε δάσκαλος στον Πύργο και στα  1924-29  εργάστηκε στην περιοχή της Ελασσόνας, όπου, από το  1926, ανέπτυξε δραστηριότητα ως μέλος του  ΚΚΕ. Μετεκπαιδεύτηκε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας στα  1929-31, αλλά αποβλήθηκε λόγω της πολιτικής και συνδικαλιστικής του δράσης.

Το  1935  αντιπροσώπευσε το ΚΚΕ στο  7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς  και έγινε αναπληρωματικό μέλος της  Κ.Ε.  του κόμματος. Απέφυγε τη σύλληψη από τη δικτατορία Μεταξά και καθοδήγησε τις παράνομες οργανώσεις στη Θεσσαλία, στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη, και στην Αθήνα. Πιάστηκε το  1939  και συνέχισε από τη φυλακή τη καθοδηγητική του σχέση με την  «Παλιά Κ.Ε.»  του ΚΚΕ.

Κρατούμενος στο σανατόριο Σωτηρία δραπέτευσε το  1942, έγινε μέλος του  Π.Γ.  και κατά περιόδους ανέλαβε την καθοδήγηση της Κ.Ο. Αθήνας, της ΟΚΝΕ, του Εργατικού ΕΑΜ και του συνδικαλιστικού κινήματος των δημοσίων υπαλλήλων και αργότερα υπήρξε υπεύθυνος του ΕΑΜ Αρκαδίας.

Επικεφαλής του παράνομης Κ.Ο. Αθήνας από το  1949, βρέθηκε στο επίκεντρο της δίνης των συγκλονιστικών περιπετειών που συνεπαγόταν η προσπάθεια ανασυγκρότησης του παράνομου κομματικού μηχανισμού αμέσως μετά την πολιτικο-στρατιωτική   ήττα του κινήματος, έχοντας συμβάλλει στη δημιουργία όρων για τον συνδυασμό της  παράνομης δραστηριότητας  του διωκόμενου και καθημαγμένου κινήματος με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων της  νόμιμης παρουσίας  του στην πολιτική ζωή της χώρας, κυρίως με την ίδρυση της  ΕΔΑ.