Παγκόσμιο ρεκόρ αποτελεί ο αριθμός των 63 υπουργών / υφυπουργών της «επιτελικής» κυβέρνησης Μητσοτάκη που πολλαπλασιάζεται (από 51 στο προηγούμενο κυβερνητικό σχήμα) ενώ οι δημόσιες υπηρεσίες αποδυναμώνονται και απαξιώνονται και οι δημόσιοι υπάλληλοι μειώνονται (περίπου 400.000 λιγότεροι από το 2011). Από 1η Γενάρη 2024, η κυβέρνηση ενώ αύξησε τους μισθούς των εξωκοινοβουλευτικών υπουργών / γενικών γραμματέων έως 46%, αυξάνει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 70 ευρώ μεικτά!
«Με λίγα λόγια», σχολιάζει ο Αντί-Λογος, συλλογικότητα εργαζομένων στο υπουργείο Εργασίας και στην Επιθεώρηση Εργασίας, «η κυβέρνηση αυξάνει τους υπουργους της και τους μισθούς τους και ταυτόχρονα μειώνει τους εργαζομένους του δημοσίου και τους πραγματικούς τους μισθούς. Για να χρυσώσει το χάπι μοιράζει “μπόνους” με όρους διαχωρισμού και αποκλεισμού, ενώ στη πραγματικότητα διαιρεί περαιτέρω τους εργαζόμενους στο δημόσιο».
Η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί «για να απαξιώσει τους εργαζομένους και εμείς δυστυχώς», υπογραμμίζει, «ό,τι μπορούμε για να κατακερματιστούμε ώστε να μην διεκδικούμε με αξιώσεις αξιοπρεπείς μισθούς και συνθήκες εργασίας. Ενώ δεχόμαστε προκλητικές επιθέσεις με πολλαπλασιασμό του κόστους ζωής από έναν αυξανόμενο πληθωρισμό (ο οποίος δεν είναι εισαγόμενος, όπως επικαλείται η Κυβέρνηση), τις εξευτελιστικές αυξήσεις των μισθών, τη διάλυση του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου και την αύξηση των ωρών εργασίας (από 37,5 σε 40), εμείς τις αντιμετωπίζουμε με σοκ και δέος, ανήμποροι να αντιδράσουμε. Το βαρέλι δεν έχει πάτο όσο εμείς δεν αντιδρούμε συλλογικά».
Στο Δημόσιο, «οι σύλλογοι εργαζομένων σε μεγάλο βαθμό έχουν κατακερματιστεί λόγω του πολλαπλασιασμού των συμβασιούχων και λοιπών μορφών ευέλικτης απασχόλησης (οι οποίοι συνήθως δεν μπορούν να είναι μέλη συλλόγων εργαζομένων), της εκχώρησης υπηρεσιών σε ιδιώτες (π.χ φύλακες, καθαριστές) οι οποίοι δεν μπορούν να γίνουν μέλη των συλλόγων και της ύπαρξης παραπάνω του ενός σωματείων σε χώρους εργασίας, για συντεχνιακούς συνήθως λόγους».
Η Επιθεώρηση Εργασίας, μετά την απόσπαση της από το Υπουργείο Εργασίας και τη σύσταση ανεξάρτητης αρχής, «έχει τρία σωματεία αντί για ένα, τα οποία είναι αδύνατον να εξυπηρετήσουν τα συλλογικά συμφέροντα των εργαζομένων για αυξήσεις μισθών και αναβάθμιση των όρων εργασίας. Η δράση τους περιορίζεται σε ήσσονος σημασίας συντεχνιακά θέματα και κοπές πίτας».
«Το ίδιο θα συμβεί», σημειώνει «και με το νέο υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας στο οποίο έχουν μεταφερθεί εργαζόμενοι από 3 υπουργεία».
Με αυτό το σκεπτικό, η θέση του Αντί-Λογου, «θέση αρχής ως προς το θέμα της δημιουργίας νέων Συλλόγων είναι σαφής:
Α) Σεβόμαστε απόλυτα την συνδικαλιστική ελευθερία των συναδέλφων/συναδελφισσών και το δικαίωμα να εκφραστεί αυτή με οποιαδήποτε μορφή αποφασιστεί συλλογικά, δημοκρατικά και ελεύθερα.
Β) Επιδιώκουμε την έκφραση μας και παρεμβαίνουμε μέσα σε (και με σκοπό) όσο το δυνατόν ισχυρότερα, μαζικότερα και αντιπροσωπευτικότερα σωματεία. Σωματεία που συνθέτουν, ενώνουν, ενισχύουν τον κοινό αγώνα και δεν συμβάλλουν de facto στην ενίσχυση της κυβερνητικής επιδίωξης για συνεχείς διαχωρισμούς και διαμόρφωση συντεχνιών.
Γ) Είμαστε αντίθετοι στην “αδειοδότηση” και φακέλωμα των συνδικαλιστικών σωματείων μέσω του ν.4808/21 και του διαβόητου ΓΕΜΗΣΟΕ.
Δ) Για την συμμετοχή μας ή μη σε ένα σωματείο, λαμβάνουμε υπόψη τα δεδομένα κάθε χρονικής στιγμής, σταθμίζοντας τα υπέρ και τα κατά και λαμβάνοντας συλλογικά τις αποφάσεις μας με γνώμονα τις αρχές και αξίες μας».
Σε κάθε περίπτωση, καταλήγει, η όποια συζήτηση για δημιουργία νέου συλλόγου «θα πρέπει να γίνεται με στόχο την συμπερίληψη του συνόλου των εργαζομένων στο νέο υπουργείο, χωρίς εξαιρέσεις και αποκλεισμούς. Η δημιουργία νέου συλλόγου προϋποθέτει τη συζήτηση με ανοιχτές διαδικασίες, με το σύνολο των εργαζομένων του υπουργείου για τις προϋποθέσεις και το πλαίσιο λειτουργίας του, χωρίς βιασύνη (καθώς άλλωστε η λειτουργική διάσπαση των 2 Υπουργείων δεν έχει ολοκληρωθεί) και συνεννοήσεις σε κλειστά γραφεία και προς εξυπηρέτηση ιδιοτελών μικροσυνδικαλιστικών επιδιώξεων και φιλοδοξιών. Μόνο με συλλογικές διαδικασίες οι συνάδελφοι επικοινωνούν, συντονίζονται και διεκδικούν τα συλλογικά τους συμφέροντα έναντι των ατομικών στρατηγικών και των ανταγωνισμών που κατακερματίζουν το συνδικαλιστικό κίνημα και υποτιμούν περαιτέρω την εργασία μας».