22.6 C
Athens
Σάββατο, 5 Οκτωβρίου, 2024

Ποιοι κερδίζουν και ποιοι υποφέρουν από τη «φούσκα» ακινήτων

Οικιστική κρίση από την τρομερή άνοδο των τιμών κατοικιών και των ενοικίων

Πρόσφατα

Ο όρος «φούσκα ακινήτων» περιγράφει το success story των επενδυτών στον τομέα των ακινήτων, ενώ ο όρος «οικιστική κρίση» περιγράφει τα βάσανα των εκατοντάδων χιλιάδων που ζουν στο νοίκι ή ψάχνουν για να αγοράσουν σπίτι | Από τις/τον Ντίνα Δασκαλοπούλου, Πάνο Κοσμά και Αφροδίτη Τζιαντζή

Μεταξύ των αρχών του 2021 και του τρίτου τριμήνου του 2023, δηλαδή σε λιγότερο από τρία χρόνια, ο Δείκτης Τιμών Κατοικιών στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά περισσότερο από 25 εκατοστιαίες μονάδες. Τα ενοίκια ακολούθησαν κατά πόδας την αυξητική πορεία.

Που σημαίνει ότι για να αγοράσει κάποιος/α ή να νοικιάσει ένα σπίτι για κατοικία, πρέπει να πληρώσει πολύ υψηλές τιμές, σε περιοχές της χώρας πολύ πάνω από τη μεσοσταθμική αύξηση του 25%. Δεν χρειάζεται να παραθέσουμε αναλυτικά στοιχεία για το γεγονός ότι την ίδια περίοδο το πραγματικό εισόδημα των εργατικών και λαϊκών νοικοκυριών αντί για αύξηση είχε μείωση εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού.

Μπορούμε έτσι να σχηματίσουμε τη μακροσκοπική εικόνα αυτού που λέγεται «φούσκα ακινήτων» και αυτού που λέγεται «οικιστική κρίση». Οι δύο όροι δεν είναι ταυτόσημοι, αντίθετα περιγράφουν τους δύο αντιθετικούς πόλους του ζητήματος: Ο όρος «φούσκα ακινήτων» περιγράφει το success story των κάθε λογής επενδυτών στον τομέα των ακινήτων: των εταιρειών real estate, των κατασκευαστών και των επενδυτών σε ακίνητα (ενοικίαση γραφειακών χώρων, αγορά κατοικιών για αξιοποίηση μέσω airbnb κ.λπ.). Ολοι αυτοί ζουν την περίοδο των παχιών αγελάδων, κερδοφορούν ένα σπίτι και κερδοσκοπούν… πλουσιοπάροχα. Γι’ αυτούς δεν υπάρχει κρίση, αντίθετα υπάρχει αυτό που ψευδόμενος υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός στους εργαζόμενους: πολλές και καλές δουλειές.

Ο όρος «οικιστική κρίση» περιγράφει τα βάσανα των εκατοντάδων χιλιάδων που ζουν στο νοίκι ή ψάχνουν για να αγοράσουν σπίτι. Ο όρος κρίση –που μάλιστα είναι οξεία– ταιριάζει σ’ αυτούς.

Το μόνο κοινό που υπάρχει ανάμεσα στους δύο αυτούς «κόσμους» είναι οι υψηλές τιμές κατοικιών και ενοικίων. Οπότε, το βασικό ερώτημα είναι: γιατί φούσκωσαν τόσο πολύ σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα οι τιμές; Μια γενική απάντηση θα μπορούσε να είναι γιατί ήρθαν η… ανάπτυξη χέρι χέρι με τον πληθωρισμό. Το γεγονός ότι η ανάπτυξη μπορεί να έχει είτε ελάχιστα οφέλη είτε και επιπτώσεις για τους πολλούς δεν είναι παράδοξο, αλλά μια κανονικότητα που έχει εγκαθιδρυθεί…

Ο βασικός μηχανισμός για την αύξηση των τιμών, τουλάχιστον σε υλικά, «χειροπιαστά» αγαθά, όπως η κατοικία, είναι οι μεταβολές στη σχέση προσφορά – ζήτηση. Στην περίπτωση των ακινήτων και ιδιαίτερα της κατοικίας, τα τελευταία χρόνια αυξήθηκε σημαντικά η ζήτηση και ταυτόχρονα μειώθηκε η προσφορά κατοικιών.

Συγκεκριμένα:

● Το ποσοστό ιδιοκατοίκησης μειώνεται σταθερά με την είσοδο στην περίοδο της κρίσης το 2010. Τότε ανερχόταν σε 85%. Το 2019 είχε ήδη μειωθεί εντυπωσιακά σε 75,4%, το 2020 ήταν 73,9%, το 2021 73,3% και το 2022 72,8%. Αυτό σημαίνει ότι αυτοί που χάνουν την ιδιόκτητη κατοικία τους είναι σταθερά πολύ περισσότεροι απ’ αυτούς που αγοράζουν σπίτι. Επομένως, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγαίνουν στο νοίκι, κι αυτό ανεβάζει τη ζήτηση.

● Ο αναπτυξιακός κύκλος από το 2019 και ύστερα, αλλά ιδιαίτερα ύστερα από το 2021, με μεγάλη ανάκαμψη του τουρισμού, επέκτασή του γεωγραφικά και διάχυσή του σε μεγαλύτερο διάστημα του έτους, ευνόησε παντοιοτρόπως αύξηση της ζήτησης για ακίνητα γενικά, η οποία συμπαρέσυρε τις τιμές και στην κατοικία.

● Το πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» απογείωσε τη ζήτηση για ακίνητα από το εξωτερικό – που έτσι κι αλλιώς ήταν σε ανοδική πορεία. Ενας δείκτης της επίδρασης της «χρυσής βίζας» στη ζήτηση και άρα στην αύξηση των τιμών είναι ότι η ραγδαία άνοδος του airbnb αύξησε σημαντικά τη ζήτηση, «δεσμεύοντας» ταυτόχρονα μεγάλο αριθμό κατοικιών γι’ αυτή τη χρήση.

Υπάρχουν λοιπόν παράγοντες που αυξάνουν τη ζήτηση και ταυτόχρονα παράγοντες που μειώνουν την προσφορά κατοικιών: η τέλεια συνθήκη για μεγάλη αύξηση των τιμών.

Τέλος, σαν να μην έφτανε αυτό, η «ανάπτυξη» από το φθινόπωρο του 2021 βαδίζει χέρι χέρι με τον πληθωρισμό, ο οποίος αυξάνει επίσης σημαντικά τις τιμές αγοράς και τα ενοίκια.

Ωστόσο, ο πληθωρισμός που αυξάνει τις τιμές, μειώνει ταυτόχρονα το πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών. Ετσι, δεν είναι τυχαίο ότι ενώ το κόστος στέγασης στην ευρωζώνη είναι 19,9% του μέσου εισοδήματος, στην Ελλάδα προσεγγίζει το 45%.

Τι κάνει η κυβέρνηση

Η κυβέρνηση με τις πρωτοβουλίες της είτε δεν επιδρά καθόλου στο πρόβλημα των υψηλών τιμών (όπως με τα φορολογικά μέτρα για το airbnb) είτε το επιδεινώνει. Η «χρυσή βίζα» αύξησε σημαντικά τη ζήτηση από το εξωτερικό, ενώ και το πρόγραμμα «Σπίτι μου» αύξησε τη ζήτηση για κατοικίες συγκεκριμένων προδιαγραφών, αυξάνοντας έτσι και τις τιμές.

Ενώ παρεμβαίνει με μέτρα που αυξάνουν τη ζήτηση, η κυβέρνηση αποφεύγει να παρέμβει με μέτρα που θα αύξαναν σημαντικά την προσφορά, όπως για παράδειγμα με ένα δημόσιο πρόγραμμα κατασκευής κατοικιών για να διατεθούν για λαϊκή κατοικία σε προσιτές τιμές.

Οι λόγοι που η κυβέρνηση πολιτεύεται με αυτόν τον τρόπο είναι δύο:

● Πρώτο, γιατί υπηρετεί την κερδοσκοπική ανάπτυξη νεοφιλελεύθερου τύπου. Ο τομέας των ακινήτων έχει σημαντική και αυξανόμενη από το 2021 συμβολή στην αύξηση του ΑΕΠ.

● Δεύτερο, διότι η «φούσκα» των ακινήτων, δηλαδή οι κερδοσκοπικές μπίζνες στον τομέα των ακινήτων, έχουν πολλαπλή χρησιμότητα για τον κρατικό προϋπολογισμό: αυξάνοντας το ΑΕΠ, αυξάνεται ο παρονομαστής και μειώνεται το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ακόμη σημαντικότερο όμως είναι ότι αυξάνει τα δημόσια έσοδα. Τα έσοδα από τη «χρυσή βίζα» αυξήθηκαν το 2022 σε 1,3 δισ. ευρώ, ενώ τα έσοδα του προϋπολογισμού από τους τακτικούς φόρους ακίνητης περιουσίας, τον φόρο μεταβιβάσεων και τον ΦΠΑ αυξάνονται διαρκώς.

Εννοείται, τέλος, ότι για φιλολαϊκά μέτρα, όπως επιδότηση ενοικίου για άτομα χαμηλού εισοδήματος ή πλαφόν στις τιμές, νιώθει ισχυρή δυσανεξία…

Το κόστος στέγασης απορροφά το 54% του εισοδήματος των ενοικιαστών

Το θεωρούμε πλέον δεδομένο: το μέσο ενοίκιο για οικογενειακή κατοικία εντός αστικού ιστού στην Περιφέρεια Αττικής κοστίζει σχεδόν όσο ένας μισθός, αφού οι τιμές μίσθωσης κυμαίνονται από 8 ώς 12 ευρώ το τ.μ., ανάλογα με την περιοχή. Συνολικά, με βάση έρευνα του Eυρωπαϊκού Ιδρύματος για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και διαβίωσης (Εurofound), το κόστος στέγασης απορροφά το 54% του εισοδήματος των ενοικιαστών και το 34% του εισοδήματος όσων έχουν ιδιόκτητη κατοικία.

Τα ποσοστά αυτά κατατάσσουν την Ελλάδα πρωταθλήτρια στο κόστος στέγασης στην Ευρώπη αναλογικά με το εισόδημα, με τους ενοικιαστές να είναι η πλέον επιβαρυμένη ομάδα. Αντίστοιχα, με βάση τους δείκτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό νοικοκυριών που επιβαρύνονται υπερβολικά από το κόστος στέγασης (housing cost overburden), δηλαδή δίνουν πάνω από 40% του εισοδήματός τους για ενοίκια ή στεγαστικά δάνεια και λογαριασμούς.

Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat, τα οποία αναμένεται να επικαιροποιηθούν το Μάρτιο του 2024, σχεδόν ένας στους τρεις κατοίκους των αστικών κέντρων στην Ελλάδα (32,4%) επιβαρύνεται υπερβολικά από τα έξοδα στέγασης, ποσοστό που για τους ενοικιαστές φτάνει το 74,2%.

Οπως σημειώνει το Πανελλαδικό Δίκτυο Μεσιτών E-Real Estates και όπως επιβεβαιώνεται από άλλες πηγές (Remax, Spitogatos), τα ενοίκια σημείωσαν νέα μεσοσταθμική αύξηση της τάξης του 6%-10% εντός του 2023. O μέσος ετήσιος όρος αύξησης των ενοικίων σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ κυμαίνεται στο 4%, ωστόσο το ποσοστό αυτό δεν αντικατοπτρίζει τις πραγματικές αυξήσεις στα νέα ενοικιαστήρια, αφού περιλαμβάνει όσους ήδη νοικιάζουν σπίτι.

“Το φιλόδοξο κυβερνητικό πρόγραμμα «Σπίτι Μου», που χορηγούσε στεγαστικά δάνεια με ευνοϊκούς όρους σε νέα ζευγάρια (με μάξιμουμ 10.000 δικαιούχους), όχι μόνο δεν κατάφερε να απαντήσει στο οξύτατο πρόβλημα της στεγαστικής κρίσης, αλλά οδήγησε σε νέα αύξηση των τιμών ακινήτων και αντίστοιχη μείωση της διαθεσιμότητας”

Η σωρευτική αύξηση των ενοικίων σε βάθος πενταετίας κυμαίνεται από 43% ώς 52% αν αφορά κατοικία κατάλληλη για οικογένεια, ενώ ακόμα υψηλότερες είναι οι αυξήσεις ενοικίων σε μικρότερα διαμερίσματα κατάλληλα για φοιτητές. Ενδεικτικά στην Αθήνα οι ζητούμενες τιμές μίσθωσης φοιτητικής κατοικίας αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 53% το διάστημα 2017-2022, ενώ τη φετινή ακαδημαϊκή χρονιά σημειώθηκαν νέες αυξήσεις της τάξης τού 12% με 16%.

Την ίδια στιγμή μειώνεται δραματικά η διαθεσιμότητα των οικογενειακών κατοικιών με ενοίκιο ώς 700 ευρώ. Οι 7 στις 10 διαθέσιμες προς μίσθωση κατοικίες στο κέντρο της Αθήνας κατάλληλες για οικογένεια (80-110 τ.μ., άνω του 1ου ορόφου) έχουν ζητούμενο μίσθωμα άνω των 700 ευρώ, εκ των οποίων οι τρεις πάνω από 1.000. Οι 9 στις 10 κατοικίες στα βόρεια προάστια και οι 8 στις 10 στα νότια έχουν ζητούμενο μίσθωμα πάνω από 800 ευρώ τον μήνα, εκ των οποίων οι 6 στις 10 πάνω από 1.000. Στον άλλοτε πιο οικονομικό Πειραιά οι 8 στις 10 οικογενειακές κατοικίες έχουν ζητούμενο ενοίκιο άνω των 700 ευρώ, ενώ ακόμα και στα δυτικά προάστια πάνω από τα μισά ενοίκια (54%) ζητάνε ενοίκιο άνω των 700 ευρώ.

Παράλληλα η απόκτηση ιδιόκτητης κατοικίας γίνεται όλο και πιο δύσκολη για όσους «ζουν από τον μισθό τους», αφού οι τράπεζες, εκτός του ότι έχουν μειώσει τις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων και έχουν αυξήσει τα επιτόκια, ζητούν ιδία συμμετοχή του δανειολήπτη 25%-30%.

Σε αυτό το περιβάλλον το φιλόδοξο κυβερνητικό πρόγραμμα «Σπίτι Μου», που χορηγούσε στεγαστικά δάνεια με ευνοϊκούς όρους σε νέα ζευγάρια (με μάξιμουμ 10.000 δικαιούχους), όχι μόνο δεν κατάφερε να απαντήσει στο οξύτατο πρόβλημα της στεγαστικής κρίσης, αλλά οδήγησε σε νέα αύξηση των τιμών ακινήτων και αντίστοιχη μείωση της διαθεσιμότητας.

Η κυβέρνηση έχει αναγγείλει ότι για τη στεγαστική πολιτική θα δοθούν 2,2 δισ. σε προγράμματα όπως το «Ανακαινίζω-Ενοικιάζω» και της «Κοινωνικής Αντιπαροχής». Το πρώτο δίνει κίνητρα σε ιδιοκτήτες κλειστών διαμερισμάτων ώστε να τα ανοίξουν και να τα διαθέσουν στην αγορά, με αρχικό προϋπολογισμό 50 εκατ. ευρώ. Το δεύτερο προβλέπει την ανακατασκευή κλειστών κτιρίων του Δημοσίου, για να παραχωρηθούν έναντι μικρού μισθώματος. Προς το παρόν αφορά μόλις 2.500 νέους 25-39 ετών, ενώ σε μεταγενέστερο στάδιο προβλέπει την αξιοποίηση εκτάσεων της ΔΥΠΑ για την κατασκευή κατοικιών μέσω εργολάβων-αναδόχων, που θα κρατήσουν και ένα τμήμα για δική τους αξιοποίηση.

Τα δειλά αυτά βήματα, που κινούνται στη λογική των επιδοτούμενων δανείων και των ΣΔΙΤ και απευθύνονται σε ένα σχετικά μικρό αριθμό δικαιούχων, δεν μπορούν να καλύψουν την παντελή έλλειψη ενός συνεκτικού προγράμματος «κοινωνικής κατοικίας» αντίστοιχο με άλλες ευρωπαϊκές Χώρες.

Η Πορτογαλία, μια χώρα συγκρίσιμη με την Ελλάδα σε πληθυσμό, διαθέτει 130.000 «κοινωνικές» κατοικίες, ενώ το 2023 ανακοίνωσε το τέλος του προγράμματος «Golden Visa» ως προς το σκέλος των ακινήτων, για να αναχαιτίσει την αύξηση του κόστους στέγασης. Η Ισπανία διαθέτει 290.000 κοινωνικές κατοικίες, η Ιταλία 954.161, η Δανία 558.761 και η Γαλλία 5.329.720 σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημόσιας – Συνεταιριστικής και Κοινωνικής Στέγασης.

Ενοικιαστές στο έλεος του κάθε ιδιοκτήτη

Προσπαθεί να ανέβει τη σκάλα σπρώχνοντας ένα καρότσι και προσπαθώντας να βολέψει κι ένα μωρό ακόμα στον μάρσιπο. «Είναι πολύ καλά, πολύ ήσυχα, πολύ ήρεμα παιδάκια», λέει ενώ τα κοιτάζει εναγωνίως μπας και τα μωρά κάνουν κάτι που θα ραγίσει την εικόνα της τέλειας οικογένειας. Αραδιάζει τα πτυχία, την επαγγελματική εμπειρία, τις αποδοχές, τα εχέγγυα τα δικά της και του συζύγου της, ενώ επαναλαμβάνει κάμποσες φορές «δεν θα το μετανιώσετε, δεν θα το μετανιώσετε, δεν θα το μετανιώσετε». Ο μονόλογος είναι ταπεινωτικός και για τις δύο πλευρές – και για τη γυναίκα που νιώθει αναγκασμένη να τον κάνει, αλλά και για την άλλη γυναίκα που αμήχανη ακούει και δεν ξέρει πού να τον σταματήσει.

Οι δυο τους συναντήθηκαν πριν από δύο μήνες. Η μία νοίκιαζε για πρώτη φορά ένα σπίτι, κληρονομιά από τους γονείς της, η άλλη έψαχνε για να νοικιάσει ένα σπίτι, μια φωλιά για να βάλει τα παιδιά της. «Μα γιατί μου τα λέτε όλα αυτά», ρώτησε η ιδιοκτήτρια. «Μα για να μας επιλέξετε», απάντησε η υποψήφια ενοικιάστρια. Σε λίγο, πάνω από έναν καφέ, θα εξηγούσε πόσες φορές της έκλεισαν την πόρτα καταπρόσωπο μόλις την έβλεπαν με δυο μικρά παιδιά, πόσες ακόμα φορές ενώ έφτασε σε συμφωνία, την επόμενη μέρα αυτή ανατρεπόταν γιατί εμφανίστηκε υποψήφιος νοικάρης που έκανε μεγαλύτερη προσφορά, πόσες φορές χρειάστηκε να πει απνευστί το ποίημα για το πόσο καλοπληρωμένος είναι ο σύζυγος / τι καλά τα βρέφη / πόσο νοικοκυρεμένη και καθαρή η ίδια.

Με τη στέγη στην Αθήνα να έχει γίνει πια είδος πολυτελείας, οι ενοικιαστές είναι στην πραγματικότητα στο έλεος του κάθε ιδιοκτήτη, ο οποίος σαν άλλος μικρός θεός μπορεί να κάνει όσες «συνεντεύξεις» με τους υποψηφίους επιθυμεί και να ρωτάει τα πιο πιθανά και απίθανα πράγματα – από την εργασία του νοικάρη μέχρι τις αποδοχές του, την επαγγελματική του εμπειρία και αν έχει μόνιμη δουλειά μέχρι την προσωπική του ζωή και τις συνήθειές του.

Οπως ακριβώς τα λέει η κ. Χ. (της οποίας τα στοιχεία για ευνόητους λόγους δεν δημοσιεύουμε), η οποία διαθέτει εκ κληρονομίας διαμέρισμα δεύτερου ορόφου, τετραγωνικών 64, πλήρως ανακαινισμένο (δηλαδή φρεσκοβαμμένο και χωρίς να στάζουν τα υδραυλικά) και γωνιακό στην Κηφισιά. «Εμείς εδώ είμαστε μια ήσυχη οικογενειακή πολυκατοικία, θέλουμε γείτονες με την ανάλογη ανατροφή και το ανάλογο ήθος. Προτιμώ μια κοπέλα – πόσων χρόνων είστε; Α, 42, έκτακτα! Ούτε πολύ μεγάλη, ούτε ανώριμη. Α, δημόσιος υπάλληλος! Εκτακτα! Είδατε τι γίνεται με τους ελεύθερους επαγγελματίες – μπορεί να μην τα βγάλουν πέρα με όσα θα τους ζητάει η εφορία… Σύζυγος; Δεν υπάρχει; Κρίμα… ένας σύζυγος δίνει πάντα σιγουριά για το ενοίκιο… Από πού είστε; Από τον Πύργο; Φαντάζομαι θα έχετε κι ελιές; Εκατό στρέμματα! Βεβαίως και να έρθετε να το δείτε».

Το κυνήγι του κεραμιδιού προς ενοικίαση έχει γίνει πια σαφάρι – και όλοι ξέρουμε ποιος είναι ταυτόχρονα θηρευτής και θήραμα. Ωστόσο, μπορεί οι ενοικιαστές να είναι στη θέση του πιο αδύναμου κρίκου, αλλά κι εκείνοι που νοικιάζουν τα σπίτια τους αναλαμβάνουν κάποιο ρίσκο, αφού καλούνται να εμπιστευτούν ανθρώπους που δεν γνωρίζουν. «Για αυτόν τον λόγο χρήσιμο είναι να είμαστε όλοι εντός του μέτρου», μας λέει ο Γιάννης που εδώ και 10 χρόνια νοικιάζει μια γκαρσονιέρα στην Ελιάνα.

«Με τη νοικάρισσά μου έχουμε σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης και σεβασμού. Αν αύριο της ζητήσω ένα υπερβολικό μίσθωμα, τέτοιο που να δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα στη ζωή της κι εκείνη υπό την πίεση του να βρει άλλο σπίτι συναινέσει και μετά με μπιστολιάσει, θα φταίει μόνο η ίδια; Ή θα φταίω κι εγώ, που από 25 τετραγωνικά πάω να βγάλω έναν δεύτερο μισθό; Νομίζω ότι όσοι έχουμε το προνόμιο να έχουμε κληρονομήσει πράγματα -γιατί στη γενιά μου δεν τα φτιάξαμε με τον κόπο μας συνήθως- θα πρέπει να έχουμε επίγνωση αυτού του προνομίου και να μη γινόμαστε αρπάχτρες. Αν όχι για να είμαστε εντάξει σαν άνθρωποι, τουλάχιστον για στοιχειώδη αυτοπροστασία».

Δυστυχώς ο Γιάννης δεν μοιάζει να είναι ο μέσος ιδιοκτήτης σε αυτή τη χώρα, η οποία «είχε πάντα τα μυαλά πάνω από το κεφάλι της, αλλά τώρα πια απόγινε». Η Αναστασία είναι μεσίτρια σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, που δέχεται ωστόσο εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες κάθε χρόνο. «Λένε πως τους φουσκώνουμε τα μυαλά εμείς, αλλά, πίστεψέ με, δεν χρειάζεται καθόλου να το προσπαθήσουμε. Οταν για ένα άβαφο σπιτάκι 50 τετραγωνικών, με ηλεκτρολογικά και υδραυλικά του 1950 και χωρίς μόνωση ο άλλος μου λέει να ξεκινήσω με τιμή τα 500 ευρώ, καταλαβαίνεις τι γίνεται…

»Μετά την πανδημία ειδικά, όταν όντως πολλοί ξένοι έψαχναν να νοικιάσουν σπίτια στην Ελλάδα ακόμα και για όλο τον χρόνο, οι ιδιοκτήτες ψωνίστηκαν εντελώς! Οχι ότι δεν έχουν και κάποιοι συνάδελφοί μου ευθύνη για αυτό, αλλά το πρόβλημα είναι δομικό της αγοράς, όπως και πρόβλημα νοοτροπίας. Οταν δεν υπάρχει ανάπτυξη και επιχειρηματικότητα, όταν δεν υπάρχουν καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας, θα κοιτάξει ο άλλος να βγάλει από τη μύγα ξίγκι και από το χρέπι του όσα του λείπουν…».

Οσο πιο πολύ πλησιάζει κανείς στο κέντρο της Αθήνας, τόσο πιο πολύ δυσκολεύουν τα πράγματα για να βρει στέγη προς ενοικίαση. Κι όσο πιο μικρό είναι το σπίτι, τόσο πιο δυσεύρετο αφού τα περισσότερα πια απευθύνονται σε τουρίστες. Ωστόσο, το φαινόμενο επεκτείνεται ραγδαία πια και εκτός ιστορικού κέντρου ή έξω από γειτονιές που «παραδοσιακά» πια τα τελευταία χρόνια γίνονται Airbnb υπνωτήρια και τουριστικά λούνα παρκ.

Πολύ χαρακτηριστικό είναι πρόσφατο περιστατικό στο Νέο Ηράκλειο. Καθώς το αναβατόριο ανέβαινε στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου για να αδειάσει ένα διαμέρισμα, οι γείτονες έσπευδαν να ρωτήσουν αν ενοικιάζεται και πού θα βρουν τον ιδιοκτήτη – ολόκληρο το οίκημα που τους στεγάζει πουλήθηκε και ο νέος ιδιοκτήτης (που ουδείς γνωρίζει αν είναι φυσικό πρόσωπο ή εταιρεία) τους ζητάει να αδειάσουν τα διαμερίσματά τους μέσα σε ένα δίμηνο…

🔗 efsyn.gr

Παρόμοια Άρθρα

Παρατάξεις