Δημοσιεύθηκαν σήμερα Παρασκευή 6 Οκτώβρη από το Ελεγκτικό Συνέδριο οι τρεις πιλοτικές αποφάσεις (1330/2023, 1331/2023 και 1332/2023) της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου με τις οποίες κρίθηκε ομόφωνα ότι οι περικοπείσες συντάξεις των απόμαχων δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012. Υπενθυμίζεται ότι εκδόθηκαν έπειτα από προσφυγές του πρώην αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και νυν προέδρου της ΑΔΑΕ, Χρήστου Ράμμου, του πρώην πρόεδρου του Αρείου Πάγου, Ρωμύλου Κεδίκογλου, και του πρώην πρόεδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Νικολάου Αγγελάρα.
Ανακοίνωση για τις αποφάσεις Ολομέλειας Ελεγκτικού Συνεδρίου
Με τρεις πιλοτικές της αποφάσεις (1330/2023, 1331/2023 και 1332/2023), η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου επέλυσε ζητήματα που εγέρθηκαν σχετικά με την εκτέλεση των 255/2021 και 2/2022 αποφάσεων του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου (Μισθοδικείου).
Το ειδικό αυτό Δικαστήριο [1] έκρινε στις εν λόγω αποφάσεις του ότι η υπαγωγή για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών στη νομοθεσία περί ΕΦΚΑ είναι αντισυνταγματική λόγω του υπερβολικά χαμηλού ποσοστού αναπλήρωσης που προκύπτει και ότι, μετά τη θέση εκποδών ως αντισυνταγματικής της εν λόγω νομοθεσίας, εφαρμόζεται για τον υπολογισμό των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών η προϊσχύσασα νομοθεσία [2].
Υπενθυμίζεται ότι με τις πιλοτικές δίκες ως οι ανωτέρω επιλύονται ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος που έχουν συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων και όχι διαφορές που αφορούν ειδικώς τον συγκεκριμένο διάδικο, το δικόγραφο του οποίου, φέροντας τα εν λόγω χαρακτηριστικά, έδωσε απλώς λαβή για την επίλυση των εν λόγω ζητημάτων.
Ασκώντας την παρακολουθηματικού χαρακτήρα έναντι του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου δικαιοδοσία του, το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε τα εξής στο πλαίσιο των ήδη επιλυθέντων από το ειδικό αυτό Δικαστήριο ζητημάτων:
Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών, το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται κατά το Σύνταγμα να σέβεται τις επί νομικών ζητημάτων κρίσεις του ειδικού Δικαστηρίου, που έχει τη σχετική πρωτογενή εκ του Συντάγματος δικαιοδοσία. Μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της συνταξιοδοτικής Διοίκησης για επανακανονισμό της σύνταξης δικαστικού λειτουργού, αφού αυτή όφειλε να υπολογίσει τη σύνταξή του μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες αρμοδίως ως αντισυνταγματικές ρυθμίσεις, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.
Εφαρμοστέες για τον κανονισμό της σύνταξης των δικαστικών λειτουργών εκκαλούντος είναι οι προϊσχύσασες του ν. 4387/2016 διατάξεις, ενώ το καταβλητέο ποσό της σύνταξής τους υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το εν λόγω ειδικό Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Το ζήτημα της συμπερίληψης στις αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και συντάξιμων αποδοχών, του ποσού της αποζημίωσης λόγω της συμμετοχής δικαστικών λειτουργών στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, ανήκει, ως εκ της φύσης του ζητήματος και ενόψει του ότι δεν έχει αυτό επιλυθεί με προηγούμενη απόφασή του, στην αρμοδιότητα του κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος ειδικού Δικαστηρίου.
1. Το ειδικό κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστήριο, όταν δικάζει μεταξύ άλλων διαφορές από συντάξεις δικαστικών λειτουργών, συγκροτείται κατά πλειοψηφία από μη δικαστικούς λειτουργούς.
2. Σε προηγούμενη απόφασή του (1/2018) το ως άνω Δικαστήριο είχε κρίνει ότι η αναπλήρωση σε ποσοστό ίσο ή κατώτερο του 60% σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού είναι επίσης αντίθετη στο Σύνταγμα.
Σύμφωνα με το dikastiko.gr, oι εν λόγω αποφάσεις της Ολομέλειας αφορούν τους συγκεκριμένους τρεις πρώην δικαστές και «καταλαμβάνουν» ακόμη 450 που έχουν επίσης προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια, ενώ οι υπόλοιποι 4.000 δικαστές θα πρέπει να διεκδικήσουν με αιτήσεις «καρμπόν» την αναδρομική επιστροφή των συντάξεων τους στα επίπεδα του 2012, όπως έχουν κρίνει το Μισθοδικείο και η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου.
Όπως αναφέρεται οι ομόφωνες αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου – δεδομένου ότι τα τρία μέλη που θεωρητικά διαφώνησαν, η άποψη αφορούσε μόνον το χρόνο εφαρμογής και όχι την ουσία – εκδόθηκαν και αφορούν τους εν λόγω τρείς πρώην ανώτερους δικαστές.
Ωστόσο, είναι πιλοτικές και έχουν μια «ουρά» 450 περίπου συνταξιούχων δικαστών που τους καταλαμβάνει το «διά ταύτα» των τριών επίμαχων αποφάσεων της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι οποίοι έχουν ήδη προσφύγει.
Παράλληλα, όμως, οι επίμαχες αυτές αποφάσεις της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου δίνουν τη δικονομική δυνατότητα στους περίπου 4.000 συνταξιούχους δικαστές, εισαγγελείς και μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, να διεκδικήσουν με αιτήσεις καρμπόν την αναδρομική επιστροφή των συντάξεων τους στα επίπεδα του 2012, όπως έχουν κρίνει το Μισθοδικείο και η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου.
Η απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου ακολούθησε στην ουσία την απόφαση του Μισθοδικείου του 2021 (υπ. αριθμ. 255/2021) που είχε κρίνει ότι «το Σύνταγμα επιβάλει σταθερή αναλογία των συντάξεων και των αποδοχών ενεργείας των δικαστικών λειτουργών». Βάσει της απόφαση του Μισθοδικείου του 2021 οι τρείς δικαιωθέντες συνταξιούχοι δικαστές προσέφυγαν στο Ελεγκτικό Συνέδριο ζητώντας την υλοποίηση της απόφασης του Μισθοδικείου.
Σημειώνεται πως οι υποθέσεις αυτές συζητήθηκαν στην μείζονα Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου στις 15 Ιουνίου 2022, με πρόεδρο τον υπηρεσιακό Πρωθυπουργό και πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου τον Ιωάννη Σαρμά (συνταξιοδοτείται στις αρχές του ερχόμενου μήνα) και εισηγητή τον Κωνσταντίνο Παραθύρα.
Στη συνέχεια ακολούθησαν τρεις διασκέψεις των μελών της Ολομέλειας για το ζήτημα αυτό (30.11.2022, 5.12.2022 και 8.3.2023). Αρχικά οι αποφάσεις ήταν να δημοσιευθούν τον περασμένο Σεπτέμβριο, αλλά δόθηκε αναβολή- παράταση και δημοσιεύθηκαν τελικά προ τριών ημερών.
Η απόφαση του Μισθοδικείου
Όπως προκύπτει από την απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ακολουθούνται ομόφωνα οι σκέψεις της απόφασης του Μισθοδικείου. Σύμφωνα με το ιστορικό της υπ΄ αριθμ. 1331/2023 απόφασης της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου το ύψος της βασικής σύνταξης του προσφεύγοντα πρώην δικαστικός λειτουργός «βάσει των διατάξεων που ίσχυαν προ της εφαρμογής του ν. 4387/2016, θα ανερχόταν στο ποσό των 5.848,69 ευρώ, ενώ το τελικώς καταβαλλόμενο σε αυτόν ποσό, μετά τις κρατήσεις και μειώσεις, θα ήταν 3.072,15 ευρώ».
Η σύνταξη που εν τέλει κανονίστηκε σε αυτόν, «κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4387/2016, ορίστηκε στο ύψος των 2.824,70 ευρώ, αναλυόμενο σε εθνική σύνταξη ύψους 384,00 ευρώ και ανταποδοτική σύνταξη ύψους 2.440,70 ευρώ (στοιχεία Απριλίου του 2021), μετά δε την αφαίρεση ποσού 152,53 ευρώ, που αντιστοιχεί στην κράτηση για υγειονομική περίθαλψη, και ποσού 282,47 ευρώ, που αντιστοιχεί στην κράτηση εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων (ΕΑΣ), καταβλητέο στον εκκαλούντα ήταν το ποσό των 2.389,70 ευρώ» και συνεχίζει το Ελεγκτικό Συνέδριο:
«Δοθέντος δε ότι το ποσό της σύνταξης που του κανονίστηκε υπολειπόταν κατά ποσοστό άνω του 20% του ποσού της σύνταξης που θα ελάμβανε με βάση τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως ίσχυαν στις 31.12.2014, ο εκκαλών δικαιώθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 1 περ. γ του ν. 4387/2016, το 1/4 της διαφοράς αυτής, ήτοι το ποσό των (3.072,15 ευρώ μείον 2.389,70 ευρώ = 682,45 ευρώ 4) 171,61 ευρώ, ως προσωπική διαφορά».
Μη νόμιμη η σιωπηρή άρνηση της διοίκησης
Το Ελεγκτικό Συνέδριο έκρινε ότι είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της διοίκησης-Πολιτείας για επανακανονισμό της σύνταξης των τριών πρώην δικαστικών λειτουργών, που είχαν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο, διότι όφειλε η Διοίκηση- Πολιτεία να υπολογίσει τη σύνταξή τους μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες από το Μισθοδικείο ως αντισυνταγματικές σχετικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.
Κατά την μείζονα Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) είναι οι προϊσχύσασες διατάξεις του «νόμου Κατρούγκαλου» (νόμος 4387/2016). Δηλαδή, οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.
Η έφεση στο Ελεγκτικό Συνέδριο
Στην απόφαση το Ελεγκτικό Συνέδριο σε εφαρμογή των αποφάσεων του Μισθοδικείου έκρινε, μεταξύ των άλλων τα εξής: «Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου».
Η ανακοίνωση του Κ. Χατζηδάκη
«Η κυβέρνηση επαναλαμβάνει ότι σέβεται την Δικαιοσύνη. Σέβεται όμως και τις θυσίες των Ελλήνων πολιτών την περασμένη δεκαετία, αλλά και την ανάγκη η χώρα να προχωρήσει με σταθερότητα μπροστά, μακριά από νέες οικονομικές περιπέτειες.
Μετά τις αποφάσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η κυβέρνηση θα αναλάβει χωρίς καθυστέρηση σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, που όμως ως βασικό της άξονα θα έχει την προστασία του ασφαλιστικού συστήματος από νέα ελλείμματα, των οποίων θύματα θα ήταν τελικά οι φορολογούμενοι και οι υπόλοιποι συνταξιούχοι».