Με ευρύτατη πλειοψηφία (28 έναντι 3) οι σύμβουλοι του Ελεγκτικού Συνεδρίου χαρακτήρισαν (1330/2023 απόφαση) μη νόμιμη και ακυρωτέα τη σιωπηρή άρνηση των αρχών σχετικά με την προσφυγή, που είχε καταθέσει ο πρώην πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Νίκος Αγγελάρας στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο σχετικά με τον επανακανονισμό του συντάξιμου ποσού.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την προσφυγή του αναφέρεται πως «όφειλε η Διοίκηση-Πολιτεία να υπολογίσει τη σύνταξή του μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες από το Μισθοδικείο ως αντισυνταγματικές τις σχετικές διατάξεις του νόμου 4387/2016, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών».
Τονίζεται παράλληλα πως «εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) είναι οι προϊσχύσασες διατάξεις του «νόμου Κατρούγκαλου» (νόμος 4387/2016)».
Στην πράξη αυτό συνεπάγεται πως οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.
Σύμφωνα με την απόφαση 1330/2023 της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι συντάξεις των αποχωρήσαντων δικαστικών λειτουργών θα πρέπει να ανέρχονται πάνω από 60% από τους εν ενεργεία συναδέλφους τους.
Δηλαδή, εφαρμοστέες για τον καθορισμό του ύψους των συντάξεων των πρώην δικαστών, εισαγγελέων και μελών Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) είναι οι προϊσχύσασες διατάξεις του «νόμου Κατρούγκαλου» (νόμος 4387/2016). Δηλαδή, οι συντάξεις των δικαστών επανέρχονται στα επίπεδα που ίσχυαν προ του 2012, με άλλα λόγια προ του καθεστώτος που είχε διαμορφωθεί πριν το νόμο 4093/2012.
Στην ίδια απόφαση ορίζεται πως το καταβλητέο ποσό της σύνταξης υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το Μισθοδικείο και το Ελεγκτικό Συνέδριο.
Πρακτικά αυτό συνεπάγεται πως οι συντάξεις των δικαστών, μετά την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, πρέπει να προσδιοριστούν σε επίπεδα πάνω του 60% των αποδοχών των ενεργεία συναδέλφων τους, όπως έχει αποφανθεί το Μισθοδικείο.
Σε κάθε περίπτωση το ύψος των συντάξεων των δικαστών θα καθοριστεί μεταξύ του 70-80% των αποδοχών των εν ενεργεία συναδέλφων τους, χωρίς όμως να έχει ληφθεί οριστική κυβερνητική απόφαση, λόγω του μεγάλου κόστους επιβάρυνσης που θα υπάρξει.
Ποιους αφορά
Όπως σημειώνει το Ελεγκτικό Συνέδριο «αρμόδιο για τον καθορισμό του χρονικού σημείου έναρξης των αποτελεσμάτων απόφασης επί τρίτων προσώπων, στα οποία εκτείνεται κατά το Σύνταγμα η δικαιοδοσία του, είναι το ειδικό κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστήριο».
Επίσης, τονίζεται πως η συγκεκριμένη απόφαση καταλαμβάνει μόνο όσους έχουν προσφύγει στο Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο. Για τους λοιπούς συνταξιούχους είναι θέμα της Κυβέρνησης τι θα πράξει, καθώς η καταβολή της αναδρομικής διαφοράς για όλους τους συνταξιούχους δικαστές είναι πολύ μεγάλη οικονομική επιβάρυνση.
Το φρένο από το ΥΠΟΙΚ
Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κόβει την όρεξη σε όσους δικαστικούς νομίζουν ότι μπορεί να δουν αντίστοιχα αυξήσεις στις συντάξιμες αποδοχές τους. Υψηλόβαθμος παράγοντας του υπουργείου Οικονομικών σχολιάζοντας την απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου σημείωσε πως φαίνεται ότι δεν υπάρχει κάποια δυνατότητα γενίκευσης και επομένως ο θόρυβος που έχει δημιουργηθεί μοιάζει αναντίστοιχος με το περιεχόμενο της απόφασης.
Όπως ανέφερε ο εν λόγω παράγοντας, είναι πρόωρο να γίνει επίσημη τοποθέτηση, καθώς δεν είναι στη διάθεσή μας αυτό καθ’ αυτό το κείμενο της απόφασης. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι εάν ισχύουν οι πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν, η απόφαση αφορά μόνο σε όσους έχουν κάνει προσφυγή.
Σε κάθε περίπτωση, η τήρηση του προϋπολογισμού και ο δρόμος της δημοσιονομικής σταθερότητας αποτελούν αταλάντευτη προτεραιότητα για την κυβέρνηση, κατέληξε, κάνοντας σαφές πως δεν προτίθεται η κυβέρνηση να προχωρήσει σε κάποια ρύθμιση ώστε να ισχύσει η απόφαση για όλους τους συνταξιούχους δικαστές.
Η ανακοίνωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου
Η εκ του άρθρου 88 παρ. 2 του Συντάγματος υποχρέωση για παροχή πλήρους δικαστικής προστασίας από την προσβολή των συνταξιοδοτικής φύσης δικαιωμάτων των δικαστικών λειτουργών και η εντεύθεν διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας του δικαιώματος του οποίου η προσβολή διαγνώστηκε με απόφαση του ειδικού Δικαστηρίου, επιβάλλει όπως η συνταξιοδοτική Διοίκηση, μετά τη δικαστική διάγνωση της αντισυνταγματικότητας μειώσεων σε σύνταξη δικαστικού λειτουργού, προβεί, εφ’ όσον τούτο ζητηθεί και ανεξαρτήτως αν η απόφαση του εν λόγω Δικαστηρίου αφορούσε στον ίδιο τον αιτούντα, σε νέο, σύμφωνο με το Σύνταγμα, υπολογισμό της σύνταξης, εκδίδοντας νέα εκτελεστή διοικητική πράξη· τυχόν δε άρνηση να ενεργήσει σχετικώς αποτελεί απορριπτική εκτελεστή διοικητική πράξη που προσβάλλεται με έφεση ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Σε υποθέσεις συνταξιούχων δικαστικών λειτουργών το Ελεγκτικό Συνέδριο υποχρεούται να σέβεται τις επί νομικών ζητημάτων κρίσεις του ειδικού κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστηρίου (Μισθοδικείου), που έχει τη σχετική πρωτογενή εκ του Συντάγματος δικαιοδοσία.Μη νόμιμη και ακυρωτέα η σιωπηρή άρνηση της συνταξιοδοτικής Διοίκησης για επανακανονισμό της σύνταξης του εκκαλούντος δικαστικού λειτουργού, αφού αυτή όφειλε να υπολογίσει τη σύνταξή του μη εφαρμόζοντας τις κριθείσες αρμοδίως ως αντισυνταγματικές ρυθμίσεις, αλλά τις προϊσχύσασες αυτών.
Εφαρμοστέες για τον κανονισμό της σύνταξης του εκκαλούντος είναι οι προϊσχύσασες του ν. 4387/2016 διατάξεις, ενώ το καταβλητέο ποσό της σύνταξής υπόκειται μόνο στις περικοπές και τις κρατήσεις που δεν αντίκεινται σε υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί από το ως άνω ειδικό Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Αρμόδιο για τον καθορισμό του χρονικού σημείου έναρξης των αποτελεσμάτων απόφασης επί τρίτων προσώπων, στα οποία εκτείνεται κατά το Σύνταγμα η δικαιοδοσία του, είναι το ειδικό κατά το άρθρο 88 παρ. 2 του Συντάγματος Δικαστήριο.
Το ζήτημα της συμπερίληψης στις αποδοχές που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της αναλογίας μεταξύ αποδοχών ενεργείας και συντάξιμων αποδοχών, του ποσού της αποζημίωσης λόγω της συμμετοχής δικαστικών λειτουργών στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, ανήκει, ως εκ της φύσης του ζητήματος και ενόψει του ότι δεν έχει αυτό επιλυθεί με απόφασή του, στην αρμοδιότητα του ως άνω ειδικού Δικαστηρίου.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, efsyn.gr, dikastiko.gr