Μόλις πρόσφατα η επιχορήγηση του ΕΚΟΜΕ για την αμερικάνικη σειρά «Ελληνική Σαλάτα» που έκανε πρεμιέρα την περασμένη εβδομάδα στο Amazon Prime, αυξήθηκε κατά 200 χιλιάδες ευρώ. Μια σειρά με συνολικό κόστος παραγωγής 20,8 εκατ. ευρώ που γυρίστηκε σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στην Αθήνα και έλαβε επιδότηση 3,2 εκατ. από το ΕΚΟΜΕ. Κι ενώ γνωρίζαμε ελάχιστα για τη σειρά αυτή, διαβάσαμε την καταπληκτική παρουσίαση του Γιώργου Παππά στην προσωπική του σελίδα στο facebook, την οποία και αναδημοσιεύουμε. Η “Ελληνική ή (Χωριάτικη) Σαλάτα (Salad Grecgue) είναι το 4ο μέρος της τριλογίας του Cedric Klapisch για τα νεολαία της Ευρώπης. Το 1ο μέρος πριν 20 και πλέον χρόνια γυρίστηκε στη Βαρκελώνη, ακολούθησε η Ρωσία και αργότερα τη Γαλλία | Πηγή: MediaTVnews
Απολαύστε την εξαιρετική παρουσίαση του Giorgos Pappas για τη σειρά που θα γνωρίσει σε όλο τον κόσμο τα Εξάρχεια, τις Καταλήψεις, την καταστολή, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες αλλά και τους μπίζνεσμαν με σχέδια κανιβαλικά στην πολύβουη- πολυεθνική Αθήνα:
Ήταν πολυαναμενόμενη, σαν συνάντηση με παλιούς φίλους, η Χωριάτικη Σαλάτα/ Salad Grecque, η σχεδόν εξ ολοκλήρου γυρισμένη στην Αθήνα σειρά του Cedric Klapisch για το amazon prime που έκανε πρεμιέρα την Παρασκευή. Πολυαναμενόμενη μιας και αποτελεί την φυσική συνέχεια της τριλογίας του Klapisch για τα νιάτα της Ευρώπης, τότε και μετά, που είχε ξεκινήσει στην Βαρκελώνη με το L’Auberge Espagnole πριν 20+ χρόνια, δίνοντας εφαλτήριο στην καριέρα του Romain Duris, της Kelly Reilly, της Cecile de France, και της Αμελί της ακατανόμαστης αυτοπροσώπως επίσης. Ακολούθησαν στην τριλογία οι Ρώσικες Κούκλες και το Casse-tete Chinois, με έρωτες, χωρισμούς, ταξίδια, όνειρα, βιβλία. Για πολλούς, είχαν γίνει δικοί μας άνθρωποι οι συγκεκριμένοι πια, σαν παλιά παρέα, βοηθούσε η μαστοριά του Klapisch στο να γράφει φίνα κομεντί χαρακτήρων εποχής (της τωρινής), οι εκλεκτικές επιλογές του ήχου, οι λεπτομέρειες (ανακάτεμα μιας ευρωπαϊκής ποπ κουλτούρας με τον Σοπενάουερ). Σου ερχόταν να πάρεις τηλέφωνο τον χαρακτήρα του Duris στην τρίτη ταινία, να τον βρίσεις που δεν μπορεί να ξεχάσει την Tautou (μα την Tautou βρε καμάρι μου; κόψε τα ναρκωτικά, σκέψου τι θα πει ο κόσμος, και τέτοια). Ποτέ δεν συγχωρήσαμε και τον Έλληνα διανομέα που την τρίτη ταινία την είπε “Μια Γαλλίδα στο Μανχάταν”- Γάλλος ήταν.
Εν έτει 2023 λοιπόν, τα δύο παιδιά του Duris και της Reilly κληρονομούν από τον εκ μητρός παππού, ακίνητο στο κέντρο της Αθήνας. Η κόρη βρίσκεται ήδη στην πόλη, αναρχοαυτόνομο πνεύμα, παράτησε σπουδές και δουλευει σε ΜΚΟ για πρόσφυγες, ζει σε κατάληψη, και έχει μια τοξική σχέση με χαρισματικό Έλληνα της ΜΚΟ (και του αναρχικού χώρου όπως αυτοπροσδιορίζεται).
Έρχεται κι ο γιός, που είναι φάση business και startup, με έτερον ήμισυ φονικών επιχειρηματικών ενστίκτων εξ Αμερικής, και μπαίνει σε πολιτισμικό σοκ από το πρώτο βράδυ (αστυνομική επιχείρηση εκκένωσης κατάληψης, προσαγωγές, ξύλο). Και μετά ο Klapisch αναπτύσσει έναν ολόκληρο πολυεθνικό μικρόκοσμο χαρακτήρων: Ιταλίδες και Τσέχες φοιτήτριες, dj από του Μπουρουντι με μυστικά, Κροάτες αναπαλαιωτές εργαζόμενοι στον Παρθενώνα, Γάλλοι πειραματιστές του ήχου, Ιταλοί ξεναγοί με ηλεκτρικά πατίνια, Σύροι πρόσφυγες, ελληνίδες εθελόντριες/ ηθοποιοί. Σχέσεις και ανατροπές, πορεία προς ωριμότητα ή απλά αναμνήσεις εφήμερων επεισοδίων. Πάμε γι’ αλλού ή πάει η ιστορία γι’ αλλού, μιας και στα τελευταία επεισόδια έρχεται στο προσκήνιο πια και η Ουκρανία- το σαφές μήνυμα περί της εισβολής να συγχέεται με το γνωστό “με την ειρήνη βασικά” (και να ακολουθείται και από μια χοντροκομμένη φιλοφρόνηση προς το “οικολογικό κινεζικό επιχειρείν”!).
Είναι κυρίως η Αθήνα όμως που πρωταγωνιστεί στα 8 επεισόδια, αλλά ποια Αθήνα; Μια πόλη ατέλειωτο μπετόν, μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι σου (ο ουρανός κι ο Παρθενώνας στον μακρινό ορίζοντα), παλιά κτίρια με κακοφορμισμένα γκράφιτι. Αλλά και μια πόλη (το Βερολίνο του σήμερα, είπε ο Klapisch σε μια συνέντευξή του) που μαζεύει ή δημιουργεί ανήσυχα νεαρά πνεύματα. Απέχω πολύ από την Αθήνα για να ξέρω αν αυτή είναι η πόλη. ‘Η μπορεί απλά να είμαι πλέον ο θείος που δεν μπορεί “να καθήσει με τη νεολαία”, επειδή δεν απευθύνεται σε αυτόν η σειρά- έτσι άκομψα παίρνουν πάνω τους το 5ο επεισόδιο οι παλιοί (Duris-Reilly-deFrance) και φαίνονται εκτός εποχής, νιώθεις “παλιός, μπάρμπας” πλέον μαζί τους. Η γενιά του L’Auberge Espagnole ήταν η γενιά του erasmus, εδώ είναι η γενιά των καταλήψεων ζωτικού και μη χώρου, αλλά και ραγδαία μεταβαλλόμενων κοινωνικοπολιτικών σκηνικών. Ίσως περισσότερο από κάθε άλλη σειρά (και περισσότερο από την τριλογία), η πολιτική τοποθέτηση στον άξονα αριστερά-δεξιά θα κρίνει αν αρέσει σε κάποιον ή όχι.
Υπάρχουν υποσχόμενα νέα πρόσωπα, αλλά δεν φαντάζομαι καμιά νέα Σεσίλ ντε Φρανς να αναδεικνύεται από το καστ: ο Aliosha Schneider ως γιος γράφει πολύ, έχει μια εγγενή καλοσύνη στο πρόσωπο, είναι ηθοποιός που μπορεί να ταυτιστεί μαζί του το κοινό. Η Megan Northam ως κόρη είναι πολύ καλή ηθοποιός, αλλά το εύρος (και η λάμψη, και το μέλλον) άγνωστο. Οι νέες φάτσες της πολυπολιτισμικότητας ενδιαφέρουσες: η Fotini Peluso, ανερχόμενη στην Ιταλία, πιθανώς ελληνικής καταγωγής βάσει μικρού ονόματος, αλλά να δούμε αν μπορεί να συνεχίσει την ελληνοϊταλική παράδοση της Valeria Golino και της Sylva Koscina. Η Reham Alkassar και η Anna Kamenikova και ο Josip Ladina είναι επίσης αξιομνημόνευτα πρόσωπα, θα τους βλέπουμε και θα λέμε “α, αυτός/ή από την Σαλάτα”.
Οι Έλληνες: ο Μανώλης Μαυροματάκης ζωγραφίζει ως συνήθως, θαυμάσιος και ο Κώστας Μπάρας ως καφετζής/Σωκράτης/Επίκουρος/Αριστοτέλης. Η Ιωάννα Κολιοπούλου εξαιρετική, η Έλσα Λεκάκου φτιάχνει κάτι ιδιαίτερο, πετυχημένα. Στον κρίσιμο ρόλο του τοξικού φίλου της κόρης ο Δημήτρης Κίτσος. Ο Zissis Roumbos κάνει σύντομο πέρασμα ως ένας (από τους ατέλειωτους) κακός αστυνομικός- έχει τεράστιο θέμα η σειρά με την αστυνομία, μόνο το γνωστό σύνθημα δεν άρχιζαν να φωνάζουν όλοι μαζί. Ένας σύντομος ρόλος και για την Christina Dendrinou που αξίζει συγχαρητηρίων και για το κάστινγκ μαζί με τον επικεφαλής Μάκη Γαζή.
Διαλέγεις λοιπόν τι είδες: μια άσχημη Αθήνα με πολλούς αντιδραστικούς ανθρώπους, ή μια ολοζώντανη πόλη που έλκει νέους από παντού και τους δίνει χώρο, πεδίο, ευκαιρίες, ορίζοντες, πρωτοπορία; Μια σχηματική σειρά από έναν “θείο που θα καθήσει με τη νεολαία” ή ένα γύρισμα που έδωσε δουλειά και εμπειρίες σε εκατοντάδες Έλληνες και έφερε την πόλη στο επίκεντρο, σε ένα δυναμικό παγκόσμιο κοινό; Όπως και να’ χει, οκτώ επεισόδια αφηγηματικής δεινότητας από τον Klapisch (πάντα με την αρωγή της Lola Doillon, στην ζωή και το έργο).
Να θυμηθώ να πάρω τηλέφωνο τον χαρακτήρα του Duris να μιλήσουμε για τα παιδιά μας. Και για το πώς να μιλάμε στα παιδιά μας.