15.3 C
Athens
Παρασκευή, 29 Μαρτίου, 2024

Δώρο στους παραγωγούς ρεύματος από φυσικό αέριο

Πρόσφατα

Mε τροπολογία η έκτακτη εισφορά 10 ευρώ μειώνεται κατά 75%, σε σχεδόν 2,5 ευρώ ανά μεγαβατώρα, καθώς μεταξύ άλλων διαπιστώθηκε ότι είχε μετακυλιστεί στους καταναλωτές, αύξανε την κρατική επιδότηση και οδηγούσε σε αυξημένες εισαγωγές ηλεκτρικού ρεύματος από τρίτες χώρες | Πηγή: efsyn.gr, Άρης Χατζηγεωργίου

«Οπισθεν ολοταχώς» από την κυβέρνηση για την έκτακτη εισφορά 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα, που είχε επιβάλει πριν από πέντε μήνες σε όσους παράγουν ηλεκτρισμό από φυσικό αέριο, αλλά και δημόσια αποκαλυπτήρια, για το πώς λειτουργεί ο μηχανισμός μέσω του οποίου μαζεύει χρήματα από τους καταναλωτές για να τα επιστρέψει μετά ως «κρατική επιδότηση», με την τροπολογία που κατατέθηκε σε νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών.

Η τροπολογία κατατέθηκε από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και προβλέπει ότι αυτή η έκτακτη εισφορά του νόμου 4986/2022 μειώνεται αυτή τη στιγμή κατά 75%, από τα 10 ευρώ στα 2,5! Αυτό προκύπτει από την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού καθώς, ενώ ο νόμος του περασμένου Οκτωβρίου όριζε την έκτακτη εισφορά στο ποσό των 10 ευρώ, τώρα τη θέτει ως ποσοστό 5% επί της διεθνούς τιμής του φυσικού αερίου, όπως προκύπτει από το «ολλανδικό χρηματιστήριο» TTF. H τιμή TTF αυτή τη στιγμή κυμαίνεται κάτω από τα 50 ευρώ, οπότε το 5% αντιστοιχεί σε ποσό κάτω των 2,5 ευρώ.

Η έκτακτη εισφορά των 10 ευρώ είχε προκαλέσει εξαρχής μεγάλες αντιδράσεις σε όσους έχουν μονάδες μέσω των οποίων παράγουν ηλεκτρισμό καίγοντας φυσικό αέριο (ΔΕΗ, ΤΕΡΝΑ, Μυτιληναίος, Elpedison). Εννοείται ότι αυτό το πρόσθετο κόστος μετακυλίστηκε στους καταναλωτές και στο κόστος προμήθειας ρεύματος, αναγκάζοντας στους μήνες που πέρασαν την κυβέρνηση να ανακοινώνει αυξημένη κρατική επιδότηση για να μην ανεβούν περισσότερο οι τελικές χρεώσεις. Βασική πηγή των κρατικών επιδοτήσεων, όμως, είναι το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ) για το οποίο τόσο επαίρεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας, πάντως, φαίνεται καθαρά ο μηχανισμός ανακύκλωσης του χρήματος καθώς αναφέρεται επί λέξει ότι:

«Σκοπός της ρύθμισης (σ.σ. εννοεί τα 10 ευρώ του νόμου 4986) ήταν η ενίσχυση των εσόδων του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης (ΤΕΜ), μέσω μιας οριακής προσαύξησης του κόστους του Φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται για ηλεκτροπαραγωγή, αποφεύγοντας την διαταραχή της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας». Με άλλα λόγια, το κράτος επέβαλε την εισφορά, οι παραγωγοί πλήρωναν χρεώνοντας τους καταναλωτές και μετά έπαιρνε το κράτος τα χρήματα και τα έδινε ως επιδότηση. Ομως όλο αυτό το σύστημα είχε παρενέργειες, γράφει και πάλι η αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας:

«Η εν λόγω ρύθμιση εισήχθη μια περίοδο ιδιαίτερα υψηλών τιμών στο ολλανδικό χρηματιστήριο φυσικού αερίου (TTF), καθώς και προβλέψεων για διατήρηση των εξαιρετικά υψηλών αυτών τιμών, καθ’ όλη τη διάρκεια των ετών 2022 και 2023. Οι ιδιαιτέρως μειωμένες τιμές φυσικού αερίου στο TTF το τελευταίο διάστημα, καθώς και η αναθεώρηση των προβλέψεων για την πορεία των τιμών τους προσεχείς μήνες, έχουν ως συνέπεια το ειδικό τέλος να αντιστοιχεί πλέον σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό προσαύξησης της τρέχουσας τιμής αναφοράς φυσικού αερίου. Ως αποτέλεσμα, περιορίζεται η κατανομή των εγχώριων ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων με καύσιμο το φυσικό αέριο, προς όφελος των εισαγωγών ηλεκτρισμού, γεγονός που οδηγεί σε σημαντικό περιορισμό της αποτελεσματικότητας του μέτρου, ήτοι ασύμμετρη πτώση των προσδοκώμενων εσόδων του ΤΕΜ λόγω της μειωμένης κατανάλωσης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή».

Το πρόβλημα, δηλαδή, δεν ήταν ο μηχανισμός ανακύκλωσης χρεώσεων/επιδοτήσεων στους καταναλωτές αλλά το γεγονός ότι οι αυξημένες χρεώσεις είχαν ως συνέπεια να αυξάνονται οι εισαγωγές ρεύματος από τρίτες χώρες (στις οποίες δεν είχε επιβληθεί έκτακτη εισφορά). Το φαινόμενο των αυξημένων εισαγωγών ρεύματος το έχουμε επισημάνει σε αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της «Εφ.Συν.» με πιο πρόσφατο εκείνο που αφορά την Ειδική Εκθεση για το έτος 2022 του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) που διαπίστωνε πρόβλημα στην ενεργειακή ασφάλεια της χώρας. Σημειώνεται, πάντως, ότι ως αυξημένο ποσοστό εισαγωγών θεωρείται η κάλυψη του 25% της ζήτησης. Ταυτόχρονα, όμως, το εισαγόμενο φυσικό αέριο καλύπτει σχεδόν το 40% της ζήτησης – ποσοστό που θεωρείται εξαιρετικά υψηλό και είναι απόρροια της πρόωρης εγκατάλειψης των λιγνιτικών μονάδων και της δημιουργίας κενού που δεν μπορούν να καλύψουν οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Παρόμοια Άρθρα

Παρατάξεις