Ο ταξικός «αποστάτης» αντιγράφει από τη στήλη «Απλοϊκά μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας» του Χρήστου Λάσκου στο rednblack.gr
Απλοϊκό μάθημα #5: Πληθωρισμός και καπιταλιστικό κέρδος | Είναι κάποιοι μήνες τώρα, που τα όργανα έχουν αρχίσει, με τον ήχο τους να γίνεται κάθε μέρα και πιο ενοχλητικός -και το μήνυμα, που κουβαλάει, όλο και πιο επικίνδυνο.
Αναφέρομαι στις προτάσεις των κεντρικών τραπεζών για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Οι οποίες, εν πολλοίς, συνοψίζονται στην αιώνια «χρυσή συνταγή»: λιτότητα.
Που σημαίνει «σφίξιμο» της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής και, κυρίως, σωστό χειρισμό (sic) της εισοδηματικής πολιτικής.
Πάει να πει, δηλαδή, αύξηση των επιτοκίων, μείωση των δημόσιων δαπανών και συγκράτηση (!) των μισθών.
Ως συνέπεια:
Η αύξηση των επιτοκίων θα επιφέρει εκτίναξη των πληρωμών για δόσεις από τους δανειολήπτες, άτομα και χώρες.
Η μείωση των δημόσιων δαπανών θα προκαλέσει εκ νέου συρρίκνωση των κοινωνικών δαπανών -σε χώρες σαν τη δική μας μέχρις εξαφανίσεως.
Η συγκράτηση (!) των μισθών θα σημάνει μείωση των μισθών ανάλογη με το επίπεδο του πληθωρισμού. Όπως εξηγήσαμε, δε, στο προηγούμενο απλοϊκό μάθημα, αν ο επίσημος πληθωρισμός είναι 10%, ο πληθωρισμός στα αγαθά του φτωχού είναι 30%. Μεγαλύτερη και από την τρομερή αφαίμαξη της εποχής των Μνημονίων -και, μάλιστα, σε πολύ μικρότερο χρόνο.
Το βασικό επιχείρημα των αφεντικών είναι πως ο σημερινός πληθωρισμός οφείλεται στην αυξημένη ζήτηση, που, εν τέλει, οφείλεται, κυρίως, στην υπερβολική αύξηση των μισθών. Δεν αστειεύομαι -αυτό, ακριβώς, λένε: έχουμε πολύ μεγάλους μισθούς, έτσι ζητάμε πολλά πράγματα και, λόγω της αυξημένης ζήτησης, αυξάνονται και οι τιμές.
Με την αύξηση των επιτοκίων θα επιτευχθεί μείωση της ζήτησης χρήματος.
Με τη μείωση των κοινωνικών δαπανών θα επέλθει μείωση της κρατικής ζήτησης.
Με τη μείωση των μισθών θα καταφέρουμε το κυριότερο -να μειώσουμε την ιδιωτική ζήτηση.
Αποτέλεσμα αυτών θα είναι η δραστική μείωση του πληθωρισμού.
Το γεγονός πως αυτή η ανάγνωση των πραγμάτων είναι ταξικά μεροληπτική είναι, νομίζω, προφανές. Είναι πιθανό να κρύβει και τεράστιους όγκους ηλιθιότητας για τους διαμορφωτές πολιτικής παγκοσμίως -σκεφτείτε, π.χ., πως ο Αλέξης Πατέλης είναι ο βασικός οικονομικός σύμβουλος του δικού μας πρωθυπουργού. Ανεξαρτήτως, ωστόσο, του ποια είναι η εξήγηση, δεν υπάρχει ίχνος λογικής και πραγματολογικής επιχειρηματολογίας στην συγκεκριμένη πρόταση αντιπληθωριστικής πολιτικής.
Γιατί, προφανέστατα, δεν έχουμε να κάνουμε με πληθωρισμό ζήτησης, αλλά με πληθωρισμό προσφοράς. Που σημαίνει πως δεν είναι η αυξημένη ζήτηση, των νοικοκυριών και των κρατών, αλλά η μειωμένη προσφορά, πίσω από τον πληθωρισμό. Μειωμένη προσφορά διατροφικών ειδών και ενέργειας, αλλά και ευρύτερα βιομηχανικών και τεχνολογικών προϊόντων. Μειωμένη προσφορά, που οφείλεται:
1) στη χαμηλή αύξηση της παραγωγικότητας στις αναπτυγμένες οικονομίες -συνθήκη όχι συγκυριακή, αλλά χρόνια, ιδίως μετά την μεγάλη κρίση του 2008.
2) στο μπλοκάρισμα των εφοδιαστικών αλυσίδων, που προκάλεσε η πανδημία και επιτάχυνε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Αλλά, ο κυριότερος παράγοντας είναι η αύξηση των κερδών. Αν θέλουμε να εξηγήσουμε το φαινόμενο με εισοδηματικούς όρους, θα λέγαμε πως πρόκειται για πληθωρισμό αγόμενο από τα υπερβολικά κέρδη. Πρόκειται, δηλαδή, όχι για wage-led, αλλά για profit-led πληθωρισμό -για να μιλήσουμε στη lingua franca των νεοφιλελεύθερων.
Προς επίρρωση, επικαλούμαι πρόσφατη έκθεση της UNCTAD (Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη), η οποία τεκμηριώνει ότι, μεταξύ 2020 και 2022, το 54% της αύξησης των τιμών οφείλονταν στα πολύ αυξημένα περιθώρια κέρδους.
Άρα, το σύνολο του πληθωρισμού οφείλεται στα πολύ αυξημένα κέρδη και στο κόστος των πρώτων υλών. Καμιά έρευνα δεν δείχνει -και δεν θα μπορούσε να δείχνει- πως, έστω μηδαμινά, υπεύθυνοι είναι οι μισθοί.
Η «θεωρία», ωστόσο, των αφεντικών δεν είναι μια απλή αρλούμπα.
Με τις υλικές-επικοινωνιακές δυνάμεις που διαθέτουν και με την ψοφοδεή παρουσία της αριστεράς, η αρλούμπα εύκολα γίνεται φονικό όπλο.
Απλοϊκό μάθημα #4: Ο πληθωρισμός ως στατιστική απάτη | Όπως είναι γνωστό, πληθωρισμό ονομάζουμε το φαινόμενο της διαρκούς αύξησης των τιμών. Ο ρυθμός πληθωρισμού, μετρούμενος συνήθως σε ετήσια βάση, είναι το ποσοστό αύξησης των τιμών στη συγκεκριμένη περίοδο.
Το πιο βασικό ερώτημα, ωστόσο, αναφορικά με τον ρυθμό πληθωρισμού είναι ποιων τιμών το ποσοστό αύξησης λαμβάνεται υπόψη. Πρόκειται για ερώτημα που σπανίως συζητείται, ακόμη και στους αριστερούς κύκλους. Ή, τουλάχιστον, σπανίως προβάλλεται στην πολιτική αντιπαράθεση και στη δημόσια συζήτηση, ευρύτερα.
Γιατί είναι το βασικό ερώτημα;
Ας υποθέσουμε πως στο καλάθι εμπορευμάτων, βάσει του οποίου υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ ο ρυθμός πληθωρισμού, τοποθετούνται από τις πατάτες και τα ενοίκια μέχρι τα πολυτελή αυτοκίνητα και τα εισιτήρια μπίζνες κλας. Ας υποθέσουμε, ακόμη πως η ετήσια αύξηση των τιμών για τα πρώτα είναι 20%, ενώ των δεύτερων είναι 5%. Ο υπολογισμός της ΕΛΣΤΑΤ γίνεται με στάθμιση των τιμών βάσει της επιμέρους δαπάνης ως ποσοστό της συνολικής καταναλωτικής δαπάνης στην οικονομία. Αν, για τα πρώτα, αυτή η δαπάνη αποτελεί το 50% της συνολικής, και για τα δεύτερα το υπόλοιπο 50%, τότε το τελικό νούμερο είναι 0,5Χ20 +0,5Χ5 =10 +2,5 =12,5%. Ο επίσημος, λοιπόν, ρυθμός πληθωρισμού εμφανίζεται να είναι 12,5%, ενώ η αύξηση των τιμών για τα αγαθά που καταναλώνουν οι λαϊκές τάξεις ήταν 20%.
Η καθεμιά μπορεί να καταλάβει πόσο διαφορετικός θα ήταν ο ρυθμός πληθωρισμού αν, π.χ., λαμβάνονταν υπόψη για την στάθμιση όχι η δαπάνη, αλλά ο αριθμός των καταναλωτών της κάθε κατηγορίας. Επειδή ο μέσος εύπορος ξοδεύει πολύ περισσότερα από το μέσο φτωχό, η επίσημη μέτρηση επηρεάζεται δυσανάλογα από τη δαπάνη του πρώτου, με συνέπεια η ΕΛΣΤΑΤ να μεροληπτεί κατάφωρα υπέρ του πρώτου.
Όσες ψωνίζουν –ή, έστω, περιφέρονται πλέον– στα σούπερ μάρκετ, ξέρουν πολύ καλά πως ο ρυθμός πληθωρισμού που τις αφορά είναι ίσως τριπλάσιος από το 12% που δίνει η στατιστική υπηρεσία. Όπως ξέρουν πως πληθωρισμός του φτωχού υπήρχε και στη πενταετία 2015-2020, όταν όλοι μιλούσαμε για αποπληθωρισμό, δηλαδή μείωση των τιμών.
Μπορούμε να το κάνουμε, δε, διάφανο, με πραγματικά και όχι υποθετικά νούμερα, σημειώνοντας πως, στη δεκαετία πριν από την κρίση, όταν ο επίσημος ρυθμός ήταν γύρω στο 2-3%, τα εισιτήρια των λεωφορείων ακρίβαιναν 9% τον χρόνο, τα ενοίκια 10%, οι τιμές της λαϊκής αγοράς κατά 17%, ενώ είχαμε τεράστιες μειώσεις στο φόρο εισαγωγής πολυτελών αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού, στα αεροπορικά μπίζνες κλας εισιτήρια, αλλά και στα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων.
Χαρακτηριστική είναι η πολύ μεγάλη αύξηση των τιμών στα λαϊκά είδη με την είσοδο στην Ευρωζώνη, όταν ο μαϊντανός, από 50 δραχμές, έφτασε να στοιχίζει 50 λεπτά του ευρώ, δηλαδή 3,5 φορές περισσότερο, ενώ ο επίσημος ρυθμός πληθωρισμού παρέμενε σε μικρό μονοψήφιο νούμερο.
Αν, λοιπόν, είναι να εφαρμοστεί Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή των μισθών, αυτό θα πρέπει να γίνει με βάση τον ρυθμό πληθωρισμού, που αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία, και όχι τον επίσημο. Διαφορετικά, η μείωση της αγοραστικής δύναμης των λαϊκών στρωμάτων θα είναι ανάλογη αυτής που προκάλεσαν τα μνημόνια – και μάλιστα σε μικρότερο χρονικό διάστημα.
Πράγμα, που ελάχιστα προβάλλεται στη δημόσια συζήτηση.
Διαβάστε επίσης: