Ο ταξικός «αποστάτης» αντιγράφει από το Generation 2.0:
Η Ελίνα που αναδείχθηκε πρωταθλήτρια Ευρώπης στον ακοντισμό, χαρίζοντας στην Ελλάδα το χρυσό στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα του Μονάχου, μέχρι πριν από λίγο καιρό, δεν μπορούσε καν να συμμετάσχει σε διεθνείς διοργανώσεις. Δεν της έλειπε το ταλέντο, αλλά η ελληνική ιθαγένεια.
Γεννημένη και μεγαλωμένη στην Ελλάδα από μετανάστες γονείς η Ελίνα, όπως τα περισσότερα παιδιά μεταναστευτικής καταγωγής, χρειάστηκε να περάσουν χρόνια μέχρι να αποκτήσει το αυτονόητο: ελληνική ταυτότητα.
Η Ελίνα έχασε – λίγες ευτυχώς– διεθνείς διοργανώσεις στις οποίες δεν είχε δικαίωμα να λάβει μέρος, μέχρι το 2018, οπότε και πήρε την ελληνική ιθαγένεια, έπειτα από μια μακρά και επίπονη ψυχολογικά διαδικασία, όπως έχει δηλώσει η ίδια. Η Πολιτεία σήμερα περήφανη χειροκροτεί το σπουδαίο αθλητικό της επίτευγμα, με την ευκαιρία για πολιτική οικειοποίησή του να αποτελεί, ως είθισται, μεγάλο πειρασμό. Ας χειροκροτήσουμε καταρχάς λοιπόν την Ελίνα Τζένγκο που «αγωνίστηκε» απέναντι στο ελληνικό σύστημα για το δικαίωμά της να αγωνίζεται για την Ελλάδα.
Διότι είναι πολλά τα ταλέντα που έχουν χαθεί ως τώρα. Αμέτρητοι νέοι μεταναστευτικής καταγωγής που βρέθηκαν σε νομικό κενό ή εγκλωβίστηκαν στη γραφειοκρατική διαδικασία δεν είχαν τη δυνατότητα να αδράξουν τις ευκαιρίες που άξιζαν. Η κοινωνική ισότητα, όπως φαίνεται στη χώρα μας, δεν ξεκινά απ’ την αφετηρία της ζωής, αφού η αφετηρία δεν είναι ίδια για όλους.
Κι αν το εξαιρετικό ταλέντο ενός παιδιού μεταναστών δεν είναι στον αθλητισμό αλλά στη μουσική; Στη μαγειρική; Αν είναι καλό στα μαθηματικά ή στο σχέδιο; Κι αν -ω μοι γένοιτο- ανήκει στην πλειονότητα των παιδιών των οποίων τα ταλέντα δεν θα τραβήξουν πάνω τους τα φώτα ή δεν θα «γράψουν» στον φακό; Νέες και νέοι χάνουν ευκαιρίες για σπουδές, υποτροφίες σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, εργασία στο δημόσιο, συμμετοχή σε εθνικές αθλητικές αποστολές, γιατί το κράτος δεν αποδίδει στην ώρα τους τις αποφάσεις κτήσης ελληνικής ιθαγένειας.
Το σύστημα απόδοσης ιθαγένειας για τη δεύτερη γενιά είναι όσο πιο δύσκαμπτο μπορεί να γίνει. Το νομοθετικό πλαίσιο μπορεί να υπάρχει εδώ και χρόνια αλλά σημασία έχει πώς εφαρμόζεται. Ενώ θεωρητικά πρόκειται για μια απλή διαδικασία εξέτασης ενός φακέλου, η οποία οφείλει να ολοκληρωθεί μέσα σε 6 μήνες, η πραγματικότητα απέχει πολύ… Οι καθυστερήσεις και η αναμονή είναι ακραίες. Σήμερα, έχουν ξεπεράσει τα 4 χρόνια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Παράλληλα υπάρχουν και περιπτώσεις μπροστά στις οποίες ορθώνονται παράλογα γραφειοκρατικά εμπόδια, όπως της Ανδρονίκης Κίφτη, που γεννήθηκε στην Ελλάδα με καταγωγή από την Αλβανία και δεν μπορεί να επιστρέψει από τις ΗΠΑ, όπου σπούδασε και έκανε διδακτορικό στη βιοχημεία. Ένα ορθογραφικό λάθος στο όνομα του πατέρα της σε κάποιο έγγραφο, ήταν ικανό να οδηγήσει σε καθυστερήσεις, νέες αιτήσεις και να φρακάρουν εν τέλει τόσο τα γρανάζια του συστήματος, που ούτε υπουργικές διαβεβαιώσεις δεν κατάφεραν να «ξεκολλήσουν» μέχρι σήμερα.
Κάποιες ιστορίες βγαίνουν στην επιφάνεια ρίχνοντας φως στην κορυφή του παγόβουνου. Υπάρχουν αμέτρητα παιδιά που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και ζουν εδώ, αλλά οι ιστορίες τους δεν θα ακουστούν, καμία υπουργική διαβεβαίωση δεν θα δοθεί και κανένα δελτίο δεν θα ασχοληθεί με το πόσο άδικο είναι για κάποιον να φτάνει 18 ετών και να μην έχει τα ίδια δικαιώματα με τον διπλανό του στο σχολείο.
Ο χρόνος για τα παιδιά μεταναστευτικής καταγωγής τρέχει σε δυο ταχύτητες. Απ’ τη μια κυλά αργά στις στροφές του γραφειοκρατικού λαβύρινθου και των υποστελεχωμένων υπηρεσιών. Απ’ την άλλη όμως, τρέχει κανονικά, όπως για όλους, με αποτέλεσμα να χάνουν κομμάτια απ’ τη ζωή τους που δεν αποκαθίστανται ακόμα και μετά τη δημοσίευση του πολυπόθητου ΦΕΚ κτήσης ιθαγένειας.