11.1 C
Athens
Παρασκευή, 13 Δεκεμβρίου, 2024

Ο νόμος για τα κρατικά μυστικά διχάζει την Ισπανία

Πρόσφατα

Στόχος του είναι να θεμελιώσει το δικαίωμα του κράτους να καλύπτει τη φαυλότητά του και να μη λογοδοτεί | Πηγή: kosmodromio, Γιώργης-Βύρων Δάβος

Σε ακόμη μία δοκιμασία ετοιμάζεται να εισέλθει η κυβέρνηση Σοσιαλιστών-Unidas Podemos στην Ισπανία εξαιτίας του αμφιλεγόμενου Νόμου για τα Κρατικά Μυστικά και τις ποινές για την παραβίασή του.

Ο πολύκροτος νόμος, που μέλλει να αντικαταστήσει τον αντίστοιχο, απαρχαιωμένο και απαράδεκτο φρανκικό νόμο του 1968, έχει ήδη προκαλέσει πολλές τριβές ανάμεσα στο PSOE του πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ και τους συγκάτοικους στην κυβέρνησης Podemos. Παρά τις όποιες τροποποιήσεις και διορθώσεις, η χρονική στιγμή κατάθεσης του κειμένου και η περιορισμένη διάρκεια της συζήτησής του έχουν δημιουργήσει ένα ρήγμα ανάμεσα στις δύο κυβερνητικές παρατάξεις, με το αριστερό κόμμα να δηλώνει σαφώς πως δεν θα τον ψηφίσει και τους Σοσιαλιστές ήδη να διερευνούν άλλες κοινοβουλευτικές συμμαχίες, ώστε να εγκριθεί το προσχέδιο. Την ίδια ώρα, ο φόβος για ποινικοποίηση των δημοσιογραφικών ή ιστορικών αποκαλύψεων, έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις από μεγάλη μερίδα οργανώσεων για την ελευθεροτυπία, αλλά και από δημοσιογραφικές ενώσεις όλης της Ισπανίας και της Μαδρίτης ειδικότερα.

Το προσχέδιο περιγράφει τις κατηγορίες προστασίας των κρατικών εγγράφων, ποιοι είναι οι αρμόδιοι φορείς , οι διαδικασίες για την  ταξινόμηση του αποχαρακτηρισμού τους και της επαναταξινόμησής τους. Καθορίζει τον μηχανισμό πρόσβασης σε πληροφορίες, περιγράφει λεπτομερώς την επεξεργασία των ευαίσθητων πληροφοριών, προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα πραγματοποιηθεί η ανταλλαγή προστατευόμενων εγγράφων με άλλες χώρες και οργανισμούς, σκιαγραφεί την κοινοβουλευτική πρόσβαση και τον έλεγχο δικαιοδοσίας, καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα υπάρχει πρόσβαση σε κρατικά αρχεία, που αφορούν πράξεις του μεταφρανκικού καθεστώτος και τέλος ορίζει το καθεστώς κυρώσεων, το οποίο περιλαμβάνει πρόστιμα που κυμαίνονται από 50.000 έως τρία εκατομμύρια ευρώ.

Πολλές οργανώσεις για τα δικαιώματα έκφρασης, μαζί με ειδικούς και  ιστορικούς  εστιάζουν την κριτική τους στις γενικότητες, αντιφάσεις και στους κινδύνους μιας τέτοιας νομοθεσίας αυτή τη χρονική στιγμή. Εκτιμούν ότι ο νέος νόμος δεν θα βοηθήσει στη διαλεύκανση υποθέσεων, όπως το πραξικόπημα του Τεχέρο τον Φεβρουάριο του ‘83, την πολύκροτη υπόθεση GAL ή τα διάφορα σκάνδαλα στο εσωτερικό του στρατού, των μυστικών υπηρεσιών και της αστυνομίας που έπλητταν τη δημοκρατική φύση και λειτουργία του πολιτεύματος (όπως το πρόσφατο σκάνδαλο των παρακολουθήσεων Pegasus – που και για άλλους λόγους ενδιαφέρει και εμάς εδώ, έπειτα από τις αποκαλύψεις για παγιδεύσεις  τηλεφώνων από την κυβέρνηση Μητσοτάκη).

Οργανώσεις και διανοούμενοι εκφράζουν φόβους ότι ο Νόμος για τα Κρατικά Μυστικά ουσιαστικά επιβάλλει προκαταβολικά και αυτοτελώς τη λογοκρισία (και αυτολογοκρισία), στερεώνοντας ένα πυκνό πέπλο πάνω από τις αήθεις πρακτικές της κρατικής μηχανής. Υποστηρίζουν επίσης ότι θα αποδυναμώσει τον έλεγχο πάνω στους μηχανισμούς του κράτους  και τα δικαιώματα της κοινωνίας των πολιτών. Τονίζουν πως τα μέτρα ενισχύουν τη δυνατότητα διαβάθμισης πληροφοριών που αναφέρονται σε παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και υπογραμμίζουν ιδιαίτερα την απουσία αποτελεσματικού κοινοβουλευτικού ελέγχου όσον αφορά τις διαβαθμισμένες αυτές πληροφορίες. Και φυσικά αυξάνουν τις πιθανότητες διάφορα τέτοια εγκλήματα ή παραβιάσεις άλλου τύπου να μείνουν για πολύ καιρό ατιμώρητα ή να παραγράφονται στο τέλος νομικά και από τη μνήμη των ανθρώπων.

Το προτεινόμενο κείμενο αυξάνει σημαντικά τον αριθμό και ενισχύει το καθεστώς των αρχών που θα αποφασίζουν για τη διαβάθμιση, την αναταξινόμηση και τον αποχαρακτηρισμό πληροφοριών. Επιπλέον βρίθει σοβαρών ασυνεπειών στα άρθρα για τη ρύθμιση των διαδικασιών διαβάθμισης. Επίσης, δεν υπάρχει γενική υποχρέωση τεκμηρίωσης διαβαθμισμένων πληροφοριών για να αποδειχθεί η ύπαρξή τους και να αποτραπεί η απώλεια, η εξαφάνιση ή η αδικαιολόγητη καταστροφή τους. Ομοίως, οι ειδικοί στα αρχεία προειδοποιούν ότι η δυνατότητα πρόσβασης σε απόρρητες πληροφορίες γίνεται υπερβολικά περιορισμένη και θα αφορά μόνον φυσικά ή νομικά πρόσωπα που αποδεδειγμένα έχουν άμεση εμπλοκή. Αξιοσημείωτη για την απουσία της είναι η σύσταση ανεξάρτητου εποπτικού οργάνου, ενώ δεν προβλέπεται απαραίτητος κοινοβουλευτικός έλεγχος σε αυτού του είδους τις απόρρητες πληροφορίες. Τέλος, επισημαίνουν ότι το προσχέδιο δεν συμμορφώνεται με τα διεθνή πρότυπα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, καθώς δεν εγγυάται ότι οι πληροφορίες που σχετίζονται με παραβιάσεις των εν λόγω δικαιωμάτων ή του ανθρωπιστικού δικαίου.

Φυσικά, όλοι επικρίνουν το τμήμα που αφορά τις κυρώσεις (έως και 3 εκατ. ευρώ) που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε κατηγορίες και καταγγελίες για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ή εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, αλλά και σε δημοσιογράφους ή μέσα ενημέρωσης. Παράλληλα, οι χρόνοι για τον αυτόματο αποχαρακτηρισμό γίνονται υπερβολικά μεγάλοι (αύξηση σε 50 χρόνια του ελάχιστου διαστήματος για τον αποχαρακτηρισμό ενός εγγράφου) ώστε ουσιαστικά να διευκολύνεται το «θάψιμο» μίας σκοτεινής υπόθεσης. Σε κάθε περίπτωση τα άρθρα του νέου νόμου απέχουν πολύ από τα πρότυπα που χρησιμοποιούνται σε γειτονικές χώρες της Ισπανίας.

Οι ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται από το προσχέδιο Νόμου και το περιθώριο ερμηνείας που προσφέρεται στην κυβέρνηση και τη δικαιοσύνη να κρίνει εάν μία αποκάλυψη είναι κολάσιμη, θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο και να υπονομεύσουν το έργο των δημοσιογράφων-ερευνητών να χύνουν φως σε υποθέσεις, που από τη φύση τους υπονομεύουν τη λειτουργία της δημοκρατίας, απειλούν τα δικαιώματα των πολιτών και την κρατική υπόσταση της Ισπανίας. Όσο και αν η κυβέρνηση επιχειρεί να πείσει ότι τέτοιου είδους κυρώσεις ή απαγορεύσεις δεν θα ισχύουν για δημοσιογράφους και δημόσιους λειτουργούς, η αυστηρότητα και η σαφής αποτρεπτική ποινικοποίηση όσων δεν τηρούν το χρονικό πλαίσιο του αποχαρακτηρισμού εγγράφων e συνιστούν μία Δαμόκλειο Σπάθη πάνω από το κεφάλι οποιουδήποτε.

Ουσιαστικά, εάν παραμείνει στην παρούσα του μορφή το προσχέδιο και ο μέλλων νόμος, εκείνο που κατορθώνουν είναι να θεμελιώσουν το δικαίωμα του κράτους να καλύπτει την όποια φαυλότητά του (σκόπιμη ή επιβεβλημένη, άμεση ή έμμεση) και να παρακάμπτει ή ν’ αρνείται μία από τις θεμελιώδεις υποχρεώσεις του, αυτή της λογοδοσίας. Με τέτοιες διευκολύνσεις πρακτικά διαφθείρεται η ίδια η λειτουργία ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, που θεμελιωδώς και συνταγματικώς οφείλει να ερείδεται πάνω στην έννοια και αρετή της διαφάνειας.

Πλέον, η κρατική μηχανή θα μπορεί -χωρίς ανάγκη να δικαιολογηθεί -να συνεργάζεται ή να εργάζεται για λογαριασμό εξωθεσμικών παραγόντων, να προβαίνει σε παράνομες ενέργειες, δίχως να διατρέχουν οι αυτουργοί των ενεργειών αυτών, τον «κίνδυνο» να κληθούν να λογοδοτήσουν, να εγκληθούν και να καταδικασθούν. Επίσης η μεγάλη χρονική διάρκεια του αποχαρακτηρισμού ευνοεί τη λήθη, την άμβλυνση των εντυπώσεων και τη λείανση των σοβαρών επιπτώσεων. Παράλληλα διευκολύνει τη περαιτέρω καταστροφή πειστηρίων ή τον χειρισμό τους, όπως και τον μαυλισμό της κοινής γνώμης και των πεποιθήσεων για τις υποθέσεις αυτές.

Με λίγα λόγια ανατρέπεται η ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στην κρατική μηχανή και την κοινωνία των πολιτών προς όφελος της πρώτης. Η συγκάλυψη που προσφέρουν τέτοιοι νόμοι, ενισχύουν την αυταρχικότητα του κράτους -χωροφύλακα, υπό το προσωπείο του «πατρικού» κράτους, που νομιμοποιείται για τα πάντα, χωρίς αναγκαιότητα να λογοδοτεί και ταυτόχρονα απαγορεύοντας και ποινικοποιώντας όποιον υπαινιγμό, κατηγορία, έλεγχο και έρευνα απέναντί του. Μία ανατροπή, που στους σημερινούς καιρούς, όπου η υποδούλωση του κράτους σε εξωθεσμικά ή υπερεθνικά συμφέροντα είναι τέτοια, αυτοτελώς συνιστά μία ανατροπή της ίδιας της ουσίας του δημοκρατικού πολιτεύματος και θεμελιώνει την πρακτική εξάσκηση μίας αυταρχικής διακυβέρνησης.

Παρόμοια Άρθρα

Παρατάξεις