Παρατηρητήριο Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Για τη συμφωνία μεταξύ του ΕΛΚΕΘΕ και της ONEX, με αντικείμενο την πραγματοποίηση μελέτης σχετικά με τη διαχρονική ρύπανση και το ρυπαντικό φορτίο βαρέων μετάλλων του λιμένα της Ερμούπολης, και για τις εργασιακές σχέσεις του ναυπηγείου.
Οι περιπέτειες μιας μελέτης.
Στις 4 Μαρτίου 2022 υπογράφτηκε στη Σύρο, παρουσία του Πρωθυπουργού κ. Κ. Μητσοτάκη, “σύμφωνο”, με το οποίο η ΟΝΕΧ ανέθεσε στο ΕΛΚΕΘΕ την πραγματοποίηση μελέτης, με σκοπό την αποτύπωση της κατάστασης του βυθού του λιμανιού της Ερμούπολης, και την καταγραφή των συνεπειών ρυπογόνων δραστηριοτήτων που ασκήθηκαν σε βάθος δεκαετιών.
Συμπληρώθηκαν αισίως δύο χρόνια και ένας μήνας από την πρώτη αναγγελία για την ανάθεση της μελέτης. Ήταν ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος κ. Οικονόμου, που τον Φεβρουάριο του 2020, από το βήμα της Βουλής, δεσμεύθηκε για την πραγματοποίησή της. Ο Δήμος Σύρου Ερμούπολης, υποκύπτοντας στις ανάγκες των καιρών, έσπευσε να ζητήσει προσφορά από το ΕΛΚΕΘΕ για την πραγματοποίηση της μελέτης, που θα ολοκληρωνόταν μέχρι του Δεκέμβριο του ίδιου έτους.. Συνέστησε, μάλιστα, και Επιτροπή Παρακολούθησης της Μελέτης!!! Όταν έλαβε την προσφορά του ΕΛΚΕΘΕ, αφού την περιέφερε στα γραφεία της Περιφέρειας και στις υπηρεσίες του υπουργείου Περιβάλλοντος, χωρίς αποτέλεσμα, φρόντισε να την υποβαθμίσει και να την εντάξει στις δράσεις χαμηλής προτεραιότητας.
Τον Σεπτέμβριο του 2020 ο Υπουργός Περιβάλλοντος κ. Χατζηδάκης επανέλαβε, και αυτός από το βήμα της Βουλής, τη δέσμευση της Πολιτείας για την πραγματοποίηση της μελέτης.
Αίφνης, τον Απρίλιο του 2021, ο Δήμαρχος Σύρου Ερμούπολης κ. Λειβαδάρας και ο Αντιπεριφερειάρχης κ. Λεονταρίτης ανακοίνωσαν θριαμβολογώντας (χωρίς, βέβαια, να προηγηθούν αποφάσεις του Δημοτικού και του Περιφερειακού Συμβουλίου), ότι μια μελέτη, πιο εμπεριστατωμένη, πιο σύνθετη, πιο απαιτητική, θα ανατεθεί, όχι στο ΕΛΚΕΘΕ, αλλά στο Πολυτεχνείο Κρήτης που… παρείχε τα αναγκαία επιστημονικά εχέγγυα. Χρηματοδότης της μελέτης θα ήταν η εταιρεία ΟΝΕΧ. Και αυτό το φιλόδοξο σχέδιο ναυάγησε στα μεγάλα λόγια. Από ό,τι γνωρίζουμε, ουδέποτε υπογράφτηκε σύμβαση ή μνημόνιο συνεργασίας με το Πολυτεχνείο Κρήτης.
Η πρόσφατη επίσκεψη του Πρωθυπουργού στο νησί συνέπεσε με την τέταρτη κατά σειρά αναγγελία της μελέτης. Αυτή τη φορά ήταν η ΟΝΕΧ που ανέλαβε την πρωτοβουλία για την χρηματοδότηση και την πραγματοποίηση της μελέτης, που ανατέθηκε στο ΕΛΚΕΘΕ. Προφανώς, έχουν αρθεί οι όποιες επιφυλάξεις για την αξιοπιστία και την επιστημονική εγκυρότητα του φορέα. Η Πολιτεία, οι βουλευτές του νομού, ο Δήμαρχος, ο Περιφερειάρχης και ο Αντιπεριφερειάρχης, που για χρόνια παρέλειψαν να ασκήσουν τις αρμοδιότητές τους, περιορίστηκαν στο ρόλο του σεμνού χειροκροτητή μιας πρωτοβουλίας του ιδιωτικού τομέα.
Το Παρατηρητήριο, που είχε εκφράσει δημόσια την ανησυχία του για την αδράνεια των Αρχών, οι οποίες αναλώνονταν σε ανέξοδες διακηρύξεις, πριν υιοθετήσουν μια απροκάλυπτα εχθρική στάση για τις παρεμβάσεις του Παρατηρητηρίου, απευθύνθηκε, χωρίς τυμπανοκρουσίες, στο ΕΛΚΕΘΕ και, με τις με αρ. Πρωτ. 139/22.09.2021 και 165/11.11.2021 επιστολές του, υπέβαλε το αίτημα να πραγματοποιήσει μια ευρύτερη δειγματοληψία και ανάλυση επιφανειακών ιζημάτων από ενδεικτικά σημεία στο λιμάνι, προκειμένου να αποκτήσουμε μια σαφή εικόνα του εύρους της ρύπανσης, που ενδέχεται να σχετίζεται με τις σύγχρονες ασκούμενες δραστηριότητες. Το ΕΛΚΕΘΕ ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα μας και αναμένεται στο αμέσως προσεχές διάστημα να προβεί στις δειγματοληψίες. Εδώ και η απάντηση του ΕΛΚΕΘΕ (το με αρ. Πρωτ. Ι.Ω/6359/25.11.2021 έγγραφό του ΕΛΚΕΘΕ– «Απάντηση στο αίτημα του Παρατηρητηρίου Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου για πραγματοποίηση μελέτης στο λιμάνι της Ερμούπολης»).
Όπως είναι γνωστό, το Παρατηρητήριο, απευθύνθηκε τον Δεκέμβριο του 2021, στον Υπουργό Περιβάλλοντος, ζητώντας να πληροφορηθεί σχετικά με την πορεία της εξαγγελθείσας μελέτης και για να ασκήσει πίεση για την γρήγορη πραγματοποίηση της (το με αρ. Πρωτ. 11/21.12.2021 έγγραφό μας). Αντίστοιχα αιτήματα υποβάλαμε κατ’ επανάληψη στον Δήμαρχο Σύρου Ερμούπολης κ. Λειβαδάρα και στον Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου κ. Χατζημάρκο (ενδεικτικά εδώ και εδώ). Τα αιτήματα αυτά δεν κρίθηκαν άξια απάντησης, τόσο από τους δύο Υπουργούς Περιβάλλοντος του κ. Μητσοτάκη (κ.κ. Χατζηδάκη και Σκρέκα), όσο και από τον κ. Περιφερειάρχη. Ο κ. Δήμαρχος μας ενημέρωσε, μετά από μήνες, ότι το αίτημά του για χρηματοδότηση της μελέτης διαβιβάστηκε από την Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος της Περιφέρειας κα Μαρία Γιαννακοπούλου στον Αντιπεριφερειάρχη Κυκλάδων κ. Λεονταρίτη, από τον οποίο ζήτησε να εξεταστεί η δυνατότητα ανάθεσης της μελέτης από την Περιφέρεια σε εξειδικευμένο φορέα. Το αίτημα βρίσκεται ακόμη υπό επεξεργασία. Εδώ η απάντηση του κ. Δήμαρχου και εδώ η απάντηση της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος της Περιφέρειας.
Απάντησή στο έγγραφό μας που απευθυνόταν στον Υπουργό Περιβάλλοντος ήρθε, παραδόξως, από την πλευρά της ONEX, η οποία θεώρησε ότι το αίτημά μας για την πραγματοποίηση της μελέτης, της οποίας ανέλαβε, εντέλει, την χρηματοδότηση, ήταν συκοφαντικό, και για το λόγο αυτό άσκησε τρείς (3) αγωγές εις βάρος του Παρατηρητηρίου και δυο μελών του, αξιώνοντας αποζημίωση 3.000.000€. Βρεθήκαμε στην αίθουσα του δικαστηρίου για να αποδείξουμε ότι η δημόσια έκφραση της ανησυχίας μας για τις ρυπογόνες δραστηριότητες του ναυπηγείου, με αποδέκτη την Πολιτεία και τους φορείς της, δεν αποτελεί συκοφαντία.
Με αφορμή τη νέα εξαγγελία, υπενθυμίζουμε ότι, το δείγμα που ελήφθη τον Σεπτέμβριο του 2019 από την Aegean Rebreath, είχε εξεταστεί από το ΕΛΚΕΘΕ και το αποτέλεσμα της έκθεσης είχε αμφισβητηθεί θορυβωδώς από τον πρόεδρο της ONEX,ο οποίος σε συνέντευξή του, πριν από ένα χρόνο, έκανε λόγο για ημισέλιδη ανυπόγραφη μελέτη, επιδεικνύοντας τη.
Στην ίδια συνέντευξη, ο πρόεδρος του ΔΣ της ΟΝΕΧ είχε δηλώσει ότι «Τα βαρέα μέταλλα που αναφέρονται εδώ, ιστορικά δεν χρησιμοποιούνται από το ναυπηγείο». Υποθέτουμε ότι, στο πλαίσιο της προετοιμασίας του συμφώνου της ONEX με το ΕΛΚΕΘΕ, δεν θα επέμεινε στις τοποθετήσεις του αυτές. Και ελπίζουμε να μην χρειαστούν χρόνια για να πραγματοποιηθεί η (νέο)αναγγελθείσα μελέτη, η οποία θα κόστιζε εκατομμύρια (όπως είχε υποστηρίξει ο πρόεδρος της ONEX: «για να γίνει μια μελέτη κάπου και να αποφανθεί κάποιος αν κάπου υπάρχει κάτι, αυτό είναι μια χρονοβόρα και κοστοβόρα διαδικασία. Μιλάμε για 3 ως 5 χρόνια ελέγχους και μελέτες, μιλάμε για ποσά εκατομμυρίων ευρώ…”
(πηγή: https://syrospress.gr/eytheia-epithesi-onex-kata-tis-methodevmenis-prospatheias-sykofantisis-tis/ )
Η ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα προκαλεί ρύπανση;
Ανεξάρτητα από τα αποτελέσματα των μελετών που αναμένεται να πραγματοποιηθούν από το ΕΛΚΕΘΕ (αν δεν ανακοινωθεί προσεχώς κάτι διαφορετικό), είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι η ανησυχία μας για τις διαχρονικά ρυπογόνες δραστηριότητες του ναυπηγείου και για την ρύπανση του πυθμένα είναι βάσιμη και, φυσικά, δεν αποτελεί συκοφαντία. Τεκμηριώνεται πλήρως στη Τεχνική Έκθεση (2005) την οποία κατέθεσε το ίδιο το ναυπηγείο για την έκδοση των περιβαλλοντικών όρων λειτουργίας και στη Μελέτη Ανανέωσης των περιβαλλοντικών αυτών όρων (2010), έγγραφα τα οποία θεωρήθηκαν από την αδειοδοτούσα αρχή και αποτελούν αναπόσπαστα μέρη των εγκεκριμένων ισχυόντων σήμερα περιβαλλοντικών όρων. Στα κείμενα αυτά, του ίδιου του ναυπηγείου, αναφέρονται ενδεικτικά τα εξής:
«…σύμφωνα με τις χημικές αναλύσεις των αποβλήτων αμμοβολής, που διενήργησε η εταιρεία, αυτά περιέχουν βαρέα μέταλλα (τεχνική έκθεση, σελ. 5/44 και μελέτη, σελ. 97/104)».
Οι ναυπηγοεπισκευαστικές – βιομηχανικές εγκαταστάσεις θεωρούνται η κύρια πηγή επιβάρυνσης της ατμόσφαιρας με αιωρούμενα σωματίδια (τ. έκθ. σελ. 6-130 και μελέτη σελ. 97/104).
Η λειτουργία του ναυπηγείου ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα στη στήλη ύδατος (δηλ. στο θαλάσσιο περιβάλλον), τα οποία σχετίζονται με την αύξηση της συγκέντρωσης των μετάλλων και των υδρογονανθράκων. Η είσοδος των ρύπων στο θαλάσσιο περιβάλλον είναι δυνατόν να γίνεται μέσω της επιφανειακής απορροής, μέσω της διαφυγής κατά τη διάρκεια των εργασιών στις πλωτές δεξαμενές, καθώς και από τα σκάφη που υπόκεινται σε επισκευή (τ. έκθ. σελ. 7-5).
Το αρσενικό (“As”) χρησιμοποιείται στις βαφές που εφαρμόζονται στα σκάφη …. ο χαλκός (“Cu”) χρησιμοποιείται ως βιοκτόνο στις αντιαποθετικές βαφές (υφαλοχρώματα) …. με αποτέλεσμα να είναι το μέταλλο που απαντάται συχνότερα σε τοξικές συγκεντρώσεις στα ναυπηγεία (τ. έκθ. σελ. 7-5 και 7-6).
Πολλοί ρύποι δεν διαλύονται στο νερό, αλλά συσσωρεύονται στα ιζήματα του πυθμένα. Τα ρυπασμένα ιζήματα δρουν ως πηγή έκλυσης αυτών των ρύπων στα υπερκείμενα ύδατα. Οι βενθικοί οργανισμοί [σ.σ.: με τον όρο βένθος (αγγλ.: benthos, από την αρχαία ελληνική λέξη βένθος που σήμαινε το βάθος) χαρακτηρίζεται το σύνολο των έμβιων οργανισμών, που ζουν και αναπτύσσονται στο βυθό των ωκεανών και των θαλασσών ή και των λιμνών] εκτίθενται στους ρύπους που σωρεύονται στα ιζήματα. Από την κατανάλωση των βενθικών οργανισμών από άλλους ανώτερους οργανισμούς της τροφικής αλυσίδας, οι ρύποι μεταφέρονται στην τροφική αλυσίδα…. Ο χαλκός είναι ο πιο σημαντικός και ο πλέον συνηθισμένος ρύπος που συναντάται στα ιζήματα, κυρίως, επειδή οι περισσότερες αντιαποθετικές βαφές περιέχουν οξείδιο του χαλκού ως βιοκτόνο. Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα μέταλλα καθιζάνουν στον πυθμένα και συσσωρεύονται στα ιζήματα, αντί να παραμένουν στην υδάτινη στήλη … βέβαια, ορισμένα από αυτά προσκολλώνται σε μικρά αιωρούμενα σωματίδια και μπορούν να διασπαρθούν μέσω αυτών στην υδάτινη στήλη (τ. έκθ. σελ. 7-9).
Ακόμη, μια πιθανή επιβάρυνση του θαλασσίου περιβάλλοντος μπορεί να προκληθεί από απορροές ομβρίων υδάτων που καταλήγουν στο θαλάσσιο χώρο του ναυπηγείου, αφού προηγουμένως διέλθουν μέσα από το ναυπηγείο και φέρουν μικρές συγκεντρώσεις ρύπων (τ. έκθ. σελ. 7-11)».
Τα κείμενα, λοιπόν, του ίδιου του ναυπηγείου θα ήταν αρκετά για να πιστοποιήσουν ως αληθή και όχι ως συκοφαντική την ανησυχία μας, όμως, για τους πιο δύσπιστους, παραθέτουμε και κάποιες ενδεικτικές πηγές από την πλούσια, διεθνή, επιστημονική βιβλιογραφία και τις οδηγίες σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να μην κατηγορηθούμε ότι χρησιμοποιούμε μόνο τις πηγές του ναυπηγείου:
- i. Στην έκδοση “NordicShipyardsBestAvailableTechniques– 2016»(«Σκανδιναβικά Ναυπηγεία – Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές, 2016»), του Συμβουλίου των Υπουργών των Σκανδιναβικών Χωρών (Δανία, Φινλανδία, Ισλανδία, Νορβηγία, Σουηδία, Νησιά Φερόες, Γροιλανδία και Νησιά Αλαντ), αναφέρονται τα εξής:
«Η ψηγματοβολή (αμμοβολή) παράγει θόρυβο, υγρά και στερεά απόβλητα και σκόνη. Στην ξηρά ψηγματοβολή παράγονται μεγάλες ποσότητες αποβλήτων που περιέχουν βαρέα μέταλλα και άλλες επικίνδυνες ουσίες (σελ. 27). Η βαφή είναι πηγή εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων (VOC) (σελ. 28). Σωματίδια ψηγματοβολής και βαφής μπορούν εξαπλωθούν σε απόσταση αρκετών χιλιομέτρων (σελ. 38).
«Ο καθαρισμός των υφάλων και των εξάλων των πλοίων ελευθερώνει ρυπαντικές ουσίες, όπως μπογιές και βιοκτόνα, που περιέχουν επικίνδυνες ουσίες, όπως βαρέα μέταλλα, μόλυβδο και ψευδάργυρο. Σήμερα τα πιο συνηθισμένα βιοκτόνα που χρησιμοποιούνται στα υφαλοχρώματα είναι ενώσεις του χαλκού (σελ.42).
«Ιστορικά, τα ναυπηγεία έχουν προκαλέσει μόλυνση του εδάφους και του θαλάσσιου ιζήματος. Πιθανές εκροές επικίνδυνων ουσιών στο έδαφος και στη θάλασσα μπορούν να υπάρξουν, όταν δεν λαμβάνονται και δεν αξιώνονται τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα αποτροπής της ρύπανσης από το ναυπηγείο (σελ. 44)».
(http://norden.diva-portal.org/smash/get/diva2:1061775/FULLTEXT01.pdf)
- ii. Το Κέντρο Προστασίας από τη Ρύπανση του Βορειοδυτικού Ειρηνικού -(“PacificNorthwestPollution Prevention Resource Center (PPRC)” στη δημοσίευσή του “Pollution Prevention at Shipyards – A Northwest Industry Roundtable Report (Πρόληψη της ρύπανσης στις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες – Μια αναφορά της Βορειοδυτικής Βιομηχανίας”), επισημαίνει:
«Η αφαίρεση των παλαιών χρωμάτων και οι εργασίες βαφής είναι σημαντικές πηγές ρύπανσης από τα ναυπηγεία, και η θέση των εγκαταστάσεων στο θαλάσσιο μέτωπο αυξάνει την πιθανότητα της θαλάσσιας ρύπανσης από τις ρυπογόνες ουσίες. Πολλά από τα χρώματα που χρησιμοποιούνται περιέχουν βιοκτόνα, βαρέα μέταλλα, όπως χαλκός και ψευδάργυρος. Τα μέταλλα είναι τοξίνες που προστίθενται στα υφαλοχρώματα για να αποτρέψουν τη συσσώρευση θαλάσσιων οργανισμών στη γάστρα των πλοίων, γεγονός που μειώνει την ταχύτητα του πλοίου και την απόδοση καυσίμου. Όταν η γάστρα ενός πλοίου προετοιμάζεται για να βαφτεί, αρχικά πραγματοποιείται υδροβολή για να αφαιρεθούν οι θαλάσσιοι οργανισμοί που έχουν προσκολληθεί ή αναπτυχθεί στην επιφάνεια και/ή για να αφαιρεθούν παλιές μπογιές. Τα υγρά απόβλητα που παράγονται, χαρακτηριστικά, περιέχουν υψηλά επίπεδα βαρέων μετάλλων από τα αφαιρούμενα χρώματα. (σελ. 2)
Η ξηρά ψηγματοβολή είναι τυπικά το δεύτερο στάδιο για την προετοιμασία της γάστρας κατά την οποία διαμορφώνεται η τελική επιφάνεια, προκειμένου να ακολουθήσει η βαφή. Σαν αποτέλεσμα των βιοκτόνων που αφαιρούνται κατά την ψηγματοβολή, το μεγαλύτερο μέρος των αποβλήτων των ψηγμάτων, όπως και στα υγρά απόβλητα που παράγονται κατά το πρώτο στάδιο του πλυσίματος, περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων. Τα ρυπαντικά στοιχεία μπορούν να φτάσουν στα κοντινά νερά μέσω της αποστράγγισης των όμβριων υδάτων και εναπόθεσης μέσω του αέρα ή όταν γεμίζει με θαλάσσιο νερό μια υποδομή. [πχ βύθιση πλωτής δεξαμενής που δεν έχει πλήρως καθαριστεί από τα απόβλητα της ψηγματοβολής, σελ. 3].
(https://p2infohouse.org/ref/07/06643/rt_rept.pdf)
iii. Το Υπουργείο Εργασίας των Ηνωμένων Πολιτειών στον «Οδηγό για τους κινδύνους από τις ψηγματοβολές στα ναυπηγεία» (“Abrasive Blasting Hazards in Shipyard Employment” –Κίνδυνοι από τις ψηγματοβολές στο εργασιακό περιβάλλον των ναυπηγείων, αναφέρει:
«Πιθανή έκθεση στη σκόνη και στα αέρια μολυσματικά στοιχεία είναι ο πρωτεύων κίνδυνος για την υγεία που σχετίζεται με την ψηγματοβολή. Η ψηγματοβολή μπορεί να παραγάγει μεγάλες ποσότητες σκόνης με υψηλή περιεκτικότητα σε τοξικά μολυσματικά στοιχεία. Στις πηγές των αέριων μολυσματικών στοιχείων περιλαμβάνονται το βασικό μέταλλο της επιφάνειας η οποία αμμοβολίζεται, τα χρώματα που αφαιρούνται, το υλικό των ψηγμάτων που χρησιμοποιούνται, και πιθανά στοιχεία που έχουν παραμείνει επί της καθαριζόμενης επιφάνειας από παλαιότερους αμμοβολισμούς. Αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι μπορεί να εκτίθενται σε πολλαπλά αέρια μολυσματικά στοιχεία, τόσο από το αποξεστικό υλικό που χρησιμοποιείται, όσο και από την επιφάνεια που αμμοβολίζεται.
Τα πιθανά μολυσματικά στοιχεία που σχετίζονται με τις ψηγματοβολές στα ναυπηγεία είναι:
Αλουμίνιο, κάδμιο, χρώμιο, χαλκός, μόλυβδος, μαγγάνιο, νικέλιο, ψευδάργυρος, βάριο, οργανοκασσιτερικές ενώσεις (π.χ. TBT), αρσενικό, βηρύλλιο, silica, κοβάλτιο, ασήμι, τιτάνιο και βανάδιο»
(https://www.osha.gov/maritime/guidance/shipyard-guidance)
Προς σύγκριση, επισημαίνουμε ότι τα στοιχεία με κόκκινη γραφή εντοπίστηκαν στο δείγμα που ελήφθη από την Aegean Rebreath από το λιμάνι της Ερμούπολης το 2019 και εξετάστηκε από το ΕΛΚΕΘΕ.
Οι ενέργειες για τον προσδιορισμό του εύρους της ρύπανσης του πυθμένα της Ερμούπολης και των ρυπαντών είναι απολύτως αναγκαίες, τόσο για την πραγματοποίηση τυχόν ενεργειών απορρύπανσης, όσο και για την εφαρμογή του κανόνα: «ο ρυπαίνων πληρώνει» και την επιβολή των προβλεπόμενων ποινών στους ρυπαντές. Σε καμία όμως περίπτωση οι ενέργειες αυτές δεν αναιρούν την υποχρέωση του ναυπηγείου να τηρεί του περιβαλλοντικούς όρους λειτουργίας του και τις λοιπές νομοθετικές προβλέψεις, προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος για το περιβάλλον και κυρίως για την δημόσια υγεία.
Η ONEX, με την πρόθυμη υποστήριξη της διοίκησης του εργοστασιακού σωματείου, προσπαθεί με σοφίσματα και με εξωφρενικά επιχειρήματα, να επιβάλει στην τοπική κοινωνία την άποψη ότι το Νεώριο αποτελεί το μοναδικό ναυπηγείο στον κόσμο που δεν ρυπαίνει το περιβάλλον, δεν χρησιμοποιεί (ούτε χρησιμοποιούσε) βαρέα μέταλλα, ότι το παρατηρούμενο νέφος είναι φυσιολογικό και ακίνδυνο, ότι τα απόβλητα είναι, επίσης, ακίνδυνα και ότι για την όποια ρύπανση του λιμανιού ευθύνονται όλες οι άλλες διαχρονικές δραστηριότητες, πλην του ναυπηγείου. Τα ναυπηγεία αποτελούσαν και εξακολουθούν να αποτελούν ρυπαντικό παράγοντα. Αυτό λέει η επιστήμη, αυτό λέει και το ίδιο το Νεώριο στα επίσημα και θεωρημένα κείμενα του. Στο ναυπηγείο της Σύρου πραγματοποιούνται σήμερα εργασίες σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα (αναφέρεται πενταπλάσιος όγκος εργασιών σε σχέση με το παρελθόν), γεγονός που συνεπάγεται και αντίστοιχη αύξηση των κινδύνων της ρύπανσης. Αν η διοίκηση του Νεωρίου αποδείξει ότι έχουν εγκαταλειφθεί οι παλιές μέθοδοι εργασίας και ότι σήμερα εφαρμόζονται οι πρακτικές που περιορίζουν τη ρύπανση, θα είμαστε οι πρώτοι που θα τις καλωσορίσουμε.
Η παραδοχή ότι οι ανοιχτές αμμοβολές, οι υδροβολές και οι βαφές είναι εξαιρετικά ρυπογόνες ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, δεν είναι θεωρητική κατασκευή, είναι επιστημονικά πλήρως τεκμηριωμένη θέση και, όπως σε όλο τον κόσμο, υφίσταται και εδώ η αναγκαιότητα να λαμβάνονται μέτρα περιορισμού των επιπτώσεων της ρύπανσης. Η προσπάθεια της ONEX θα έπρεπε να επικεντρώνεται στην υιοθέτηση και εφαρμογή των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών προκειμένου να περιοριστούν οι κίνδυνοι για το περιβάλλον και την υγεία των κατοίκων και των εργαζομένων στο ναυπηγείο. Σε αυτό ακριβώς προσβλέπει το Παρατηρητήριο, και όχι στο κλείσιμο του ναυπηγείου, όπως τεχνηέντως και κακόβουλα διαδίδεται.
Οι “ποιοτικές” θέσεις εργασίας.
Κλείνοντας, θέλουμε να αναφερθούμε και σε μια άλλη παράμετρο που χαρακτηρίζει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του ναυπηγείου, στις εργασιακές σχέσεις, ως συστατικό στοιχείο της ποιότητας του περιβάλλοντος του νησιού μας. Ο κ. Πρωθυπουργός ανέφερε ότι έχουν δημιουργηθεί «παραπάνω από 500 καλές θέσεις εργασίας», ενώ πιο κάτω στο ίδιο κείμενο αναφέρεται ότι «πλέον τα ναυπηγεία απασχολούν 600 καλά αμειβόμενους εργαζόμενους». Παρών ήταν και ο πρώην υπουργός Εργασίας, κ. Βρούτσης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, δια του κ. Νεφελούδη (πρώην Γενικού Γραμματέα Εργασίας και νυν υπεύθυνου της εργατικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στωμύλου μάρτυρα της ΟΝΕΧ στη δίκη κατά του Παρατηρητηρίου, στην οποία, μόνος αυτός, δεν δίστασε να αποδώσει στο Παρατηρητήριο εξυπηρέτηση αντίπαλων επιχειρηματικών συμφερόντων), έσπευσε να πλειοδοτήσει κάνοντας λόγο για «700! θέσεις εργασίας, σήμερα μόνιμες (πλήρους ή και μερικής απασχόλησης)».
Εκτός από τον ακριβή αριθμό των εργαζομένων, που φαίνεται να μην είναι σταθερός και σχετίζεται με τις προσωπικές εκτιμήσεις κάθε ομιλητή, είναι κρίσιμο να τονιστεί ότι οι ποιοτικές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας είναι σημαντικές και απολύτως αναγκαίες. Όμως, οι εργαζόμενοι του ναυπηγείου είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία εργολαβικοί εργαζόμενοι τρίτων εταιρειών και όχι της ONEX. Αυτό κατατέθηκε ενόρκως από την πλευρά της ONEX, στη συζήτηση των αγωγών της κατά του Παρατηρητηρίου. Είναι βέβαιο ότι το γνωρίζουν και στην κυβέρνηση και στην αντιπολίτευση.
Βασική προϋπόθεση των ποιοτικών θέσεων εργασίας είναι η ασφάλεια, η σταθερότητα, και η πλήρης κάλυψη των εργασιακών δικαιωμάτων και όχι να περιβάλλονται με την ευαλωτότητα και την ανασφάλεια της εργολαβικής απασχόλησης. Το Παρατηρητήριο προσβλέπει σε σταθερές και ποιοτικές σχέσεις εργασίας των εργαζομένων του ναυπηγείου, που δεν θα θεωρούνται αναλώσιμοι, όμως δεν έχει δυνατότητα ουσιαστικών ενεργειών προς αυτή την κατεύθυνση. Η βελτίωση των συνθηκών εργασίας του ναυπηγείου αποτελεί αντικείμενο δράσης του εργοστασιακού σωματείου των εργαζομένων και των διοικούντων το σωματείο αυτό.
Η πολιτική, όμως, που προβάλλει τις επισφαλείς εργολαβικές σχέσεις εργασίας ως πρότυπο απασχόλησης και τις πιστώνει ως προσφορά των επενδυτών, αποτελεί κοινωνική οπισθοδρόμηση.
Σύρος 07.03.2022
Το Διοικητικό Συμβούλιο