Το καλοκαίρι του 2022, όταν η νεολαία της Γερμανίας είχε πρόσκαιρα την αίσθηση ότι θα μπορούσε λίγο-πολύ να επιστρέψει στην κανονική ζωή, η Άνικα έζησε μια από τις πιο ευτυχισμένες ημέρες της ζωής της. Η 17χρονη πήγε για πρώτη φορά σε κλαμπ της Κολωνίας μετά από δύο χρόνια, χόρεψε και ξέχασε για μερικές ώρες ό,τι υπήρχε σχετικά με μάσκες, τεστ και καραντίνα. «΄Ηταν κάτι το ιδιαίτερο που θα θυμάμαι όταν μεγαλώσω» είπε. «Όλοι μου λένε να χαρώ τα νιάτα και την ηλικία μου, αλλά αυτό το συναίσθημα χάνεται. Όταν αργότερα ρωτήσουν τα παιδιά μος πώς περάσαμε τα νεανικά μας χρόνια, θα τους πούμε, στο σπίτι». Η Άνικα είναι τυπική περίπτωση αυτού που λέγεται «γενιά του κορωνοϊού». Ναι μεν η λεγόμενη έρευνα COPSY του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Αμβούργου-Έπεντορφ βγάζει το συμπέρασμα ότι παιδιά και έφηβοι αισθάνονται καλύτερα από ότι στο δεύτερο κύμα, αλλά θα πρέπει να περάσουν μερικά χρόνια για να καταγραφούν οι συνέπειες του λοκντάουν, οι περιορισμοί στις επαφές και η διαδικτυακή διδασκαλία, στα παιδιά αυτής της γενιάς.
Διαταραχές ύπνου, διατροφικές ταραχές και αγχώδεις διαταραχές
Εάν λοιπόν όλα πάνε καλά, η Άνικα θα πάρει το απολυτήριό της το καλοκαίρι και ονειρεύεται ήδη μια αξέχαστη γιορτή. Για τη συνέχεια κάνει άλλα σχέδια, αλλά αυτό είναι το αδύνατο σημείο που μαθαίνει με τρόπο επίπονο. Δεν υπάρχει σχεδιασμός για οτιδήποτε χωρίς να ανατρέπεται. Πριν λίγο καιρό έκανε την τρίτη δόση του εμβολίου στον γιατρό Άξελ Γκερσλάουερ. Όπως και στο παρελθόν ο παιδίατρος έχει πολλή δουλειά. Ένας εκ των ασθενών του ήταν μια 17χρονη. Πήρε ένα θετικό PCR τεστ και τον αναζήτησε για να του πει τον καημό της. Ότι εδώ και δύο χρόνια δεν μπορεί να κάνει τίποτα, ότι η γενιά της ανήκει στους ηττημένους της πανδημίας. «Νιώθω λιγότερο θυμό από λύπη», λέει ο Γκερσλάουερ. «Υπάρχει λήθαργος, απογοήτευση, βαθιά απογοήτευση. Είναι ξεκάθαρο στα παιδιά και τους έφηβους ότι κανείς δεν θα τους βοηθήσει και δεν περιμένουν καμιά υποστήριξη. Δεν έχουν βιώσει καμιά ευγνωμοσύνη για όσα θυσίασαν, αλλά μόνο έλλειψη ενδιαφέροντος γι αυτά. Αυτή ακριβώς η έλλειψη ενδιαφέροντος είναι που μας εξουθενώνει». Πριν από ένα χρόνο η DW επισκέφθηκε τον παιδίατρο στο ιατρείο του στη Βόννη. Ήδη από τότε ο γιατρός που είναι παράλληλα και εκπρόσωπος Τύπου της επαγγελματικής ένωσης παιδιάτρων της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας, προειδοποιούσε για το μέγεθος των τραυμάτων και προέτρεπε να επεκταθεί μαζικά το προσωπικό των ψυχοθεραπευτών, χωρίς όμως να γίνει κάτι.
Ο απολογισμός του; «Από τότε που συναντηθήκαμε δεν έγινε το παραμικρό, οι στρεβλώσεις συνεχίζουν να υπάρχουν. Ο παιδίατρος τις αποκαλεί «τα τρία μεγάλα κλασσικά προβλήματα»: διαταραχές ύπνου, διατροφικές ταραχές και αγχώδεις διαταραχές. «Υπάρχουν ακόμη και νέοι που τα ‘κάνουν επάνω τους’», λέει. Για τον εαυτό του λέει ότι αισθάνεται όπως οι νεαροί ασθενείς του: κουρασμένος, αποκαμωμένος, σαν αναίσθητος. Ο Γκερσλάουερ έκανε 12 τεστ PCR σε μαθητές, τα 11 βγήκαν θετικά. Η παραλλαγή Όμικρον «διατρέχει» τις σχολικές αίθουσες της Γερμανία με μεγάλη ταχύτητα. Σύμφωνα με στοιχεία από τη διάσκεψη των υπουργών Παιδείας των κρατιδίων το 6% των μαθητών και το 3% των εκπαιδευτικών είτε έχουν μολυνθεί, είτε βρίσκονται σε καραντίνα. «Εδώ και δύο χρόνια περιμέναμε να έρθουν τα φίλτρα εξαερισμού στα σχολεία, υπήρχαν ιδέες για κλιμακωτή έναρξη των μαθημάτων για περισσότερα σχολικά λεωφορεία.
«Πέφτουν σε ψυχολογικό κενό»
Όλα τα αιτήματα ήταν γνωστά από την αρχή, αλλά όταν πρόκειται για παιδιά και εφήβους δεν ικανοποιούνται, η πολιτική απέτυχε» διαπιστώνει ο Γερμανός παιδίατρος. «κι αυτή είναι η βάση για όλα τα ψυχολογικά προβλήματα και τις ψυχιατρικές ασθένειες που διαγιγνώσκουμε τώρα». Αυτό που παρατηρεί ο Γκερσλάουερ είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Το ιατρείο του βρίσκεται στα νότια της Βόννης, όπου κατοικούν οικογένειες από μορφωμένα μεσαία στρώματα της πρώην γερμανικής πρωτεύουσας. Η εικόνα είναι διαφορετική σε συνοικίες με δύσκολες συνθήκες διαβίωσης και υψηλότερα ποσοστά λοιμώξεων. Γι αυτό ο παιδίατρος ζητά αλλαγή πολιτικής, την αλλαγή καταπολέμησης της πανδημίας από την ανάσχεση της δραστηριότητας στην προστασία. Οι ιατρικές και ψυχολογικές συνέπειες της πανδημία για τα παιδιά και τους νέους είναι ένα πράγμα, αλλά πώς βιώνει η λεγόμενη «γενιά του κορωνοϊού» την πανδημία σε αντίθεση με την προηγούμενη γενιά;. Πώς επηρεάζει τον χαρακτήρα της; Όποιος θέλει απαντήσεις, πρέπει να τηλεφωνήσει στον Κλάους Χούρελμαν. Είναι καθηγητής Δημόσιας Υγείας και Εκπαίδευσης στο Hertie School of Governance στο Βερολίνο και θεωρείται “ο Πάπας” των Γερμανών ερευνητών για την νεολαία. Στη μελέτη του για τους νέους που συνέγραψε με άλλους γίνεται αποδέκτης του παλμού της νεότερης γενιάς εδώ και δεκαετίες.
Ο Χούρελμαν υποστηρίζει ότι «τα παιδιά και οι νέοι στην πανδημία έχουν την αίσθηση ότι δεν ελέγχουν τίποτα επάνω τους, ούτε μπορούν να σχεδιάζουν τη ζωή τους και επομένως πέφτουν σε ψυχολογικό κενό και χρειάζονται στήριξη και βοήθεια. Όσο πιο ευαίσθητοι, απαισιόδοξοι και υπερβολικά επιφυλακτικοί ήταν πριν από την πανδημία, τόσο περισσότερο επηρεάζονται τώρα». Βασιζόμενος σε έρευνες υποθέτει ότι το 1/3 των νέων που έγιναν εξαιρετικά ανασφαλείς λόγω πανδημίας, χειροτέρεψε η επίδοσή τους στο σχολείο και έχουν πολλές μαθησιακές ελλείψεις. «Με καλή δουλειά στα εκπαιδευτικά ιδρύματα μπορεί να αντισταθμιστεί αυτό, αλλά πρόκειται για ηράκλειο άθλο που ξεκινά με την «επιστροφή» των νέων στον αναλογικό κόσμο». Για τον Γερμανό καθηγητή υπάρχουν και οι νικητές ανάμεσα στους νέους. Είναι εκείνοι που τηρώντας μια σωστή στάση έχουν προσαρμοστεί ενεργά, εσωτερίκευσαν γρήγορα τους νέους κανόνες και αναδιοργάνωσαν την καθημερινότητά τους με δική τους πρωτοβουλία για να επανακτήσουν τον έλεγχο.
Πηγή: DW