16.6 C
Athens
Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

Μια ιστορία για την επιστήμη, τη γραφειοκρατία και τη δημιουργική ανυπακοή

Πρόσφατα

Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ περιλαμβάνει τέσσερις Τομείς. Αν συμβουλευτεί κανείς το website του Τμήματος, πρόκειται για τους Τομείς Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και ΙV. Ποια είναι τα ονόματα που αποδίδουν τα επιστημονικά τους αντικείμενα; Πως προέκυψαν; Γιατί προκαλούν αμηχανία στους διδάσκοντες και απορία στους διδασκόμενους;

Η ιστορία –μια ιστορία ιδεολογικής σύγκρουσης γύρω από τα θέματα της επιστήμης και της τεχνοκρατίας– παραπέμπει στο μακρινό 1983. Σήμερα, σχεδόν 40 χρόνια μετά, το ζήτημα του καθεστωτικού επιστημονικού λόγου, της ενσωμάτωσης του “αντιπολιτευτικού” λόγου σε αυτόν και των ζητούμενων κοινωνικών αντιστάσεων είναι πάλι στο προσκήνιο.

Ο τότε πρόσφατος νόμος-πλαίσιο για τα ΑΕΙ (Ν.1268/82) της πρώτης κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ καταργούσε τον παλαιό θεσμό της “προσωποκεντρικής” καθηγητικής έδρας, καλώντας κάθε Τμήμα των ΑΕΙ να οργανωθεί σε Τομείς: ευρύτερες δομές διδασκαλίας και έρευνας όπου οι κατώτερες βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού, καθώς και οι φοιτητές, θα είχαν λόγο στις αποφάσεις σε ένα πλαίσιο “συνδιοίκησης”. Φυσικά, τα ποσοστά συμμετοχής στην συνδιοίκηση, καθώς και η γενικότερη δομή της, είχαν οριστεί έτσι ώστε να εξασφαλίζουν την ιεραρχία της εξουσίας και κυρίως τον τεχνοκρατικό χαρακτήρα των σπουδών: ανεξάρτητα και –σε μεγάλο βαθμό– ασύνδετα γνωστικά αντικείμενα, “χωράφια” της εκάστοτε διδάσκουσας “επιστημονικής αυθεντίας”, με όρια τέτοια που να εξασφαλίζουν ότι οι ιδιοκτήτες τους δεν θα έρχονταν ποτέ σε σύγκρουση (δημιουργική ή όχι) για “κτηματικές” διαφορές.

Η αριστερά, γραφειοκρατική και μη, αναγνωρίζοντας τον στημένο χαρακτήρα της συνδιοίκησης, είτε την σνόμπαρε καταγγελτικά, είτε (ενδεχομένως παράλληλα) συμμετείχε σε αυτήν χρωματίζοντας ιδεολογικά τον λόγο και τις προτάσεις της, αδυνατώντας ωστόσο να διαφοροποιηθεί επί της ουσίας σε καθεστωτικές αρχές οι οποίες παρουσιάζονταν ως προφανείς και ανεπίδεκτες αμφισβήτησης.

Στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ τα πράγματα επρόκειτο να εξελιχθούν με τρόπο απρόβλεπτο για όλους. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν οι συσχετισμοί στον Σύλλογο των φοιτητών: πέρα από τις παρατάξεις ΠΣΚ (ΚΚΕ), ΠΑΣΠ (ΠΑΣΟΚ) και την πρακτικά ανύπαρκτη ακόμη ΔΑΠ (ΝΔ), μεγάλο μέρος των φοιτητών με αναφορές στην εξωκοινοβουλευτική και την ανεξάρτητη αριστερά, καθώς και την αυτονομία, συσπειρώνονταν γύρω από το σχήμα ΑΧΑ (Ανεξάρτητος Χώρος Αρχιτεκτονικής). Με πρωτοβουλία των τελευταίων η Συνέλευση του Συλλόγου είχε από νωρίς ξεκαθαρίσει την αντιγραφειοκρατική θέση της απέναντι στην “συνδιοίκηση”: οι φοιτητές θα συμμετείχαν στα όργανα του Τμήματος με ενιαία ανακλητή εκπροσώπηση, εντεταλμένη από την Συνέλευση, ανά θέμα που επρόκειτο να συζητηθεί εκεί και μόνον εφόσον η Συνέλευση έκρινε σκόπιμη την παρέμβαση.

Όταν στις αρχές του 1983 το Τμήμα Αρχιτεκτόνων άρχισε να συζητάει –όπως προέβλεπε ο Ν.1268/82– την διαμόρφωση των Τομέων, οι εξελίξεις προδιαγράφονταν κατά το αναμενόμενο: από την μια οι “επαΐοντες” (μερίδα καθηγητών – γραφειοκράτες) είχαν το εύκολο έργο της διατύπωσης συγκεκριμένων αναλυτικών προτάσεων πάνω στην πεπατημένη της ομαδοποίησης μαθημάτων και της διατήρησης των υφιστάμενων στεγανών γνώσης και εξουσίας, ενώ από την άλλη η “πλέμπα” (φοιτητές – ΕΔΠ: διδάσκοντες χαμηλότερης βαθμίδας) έπρεπε είτε να συναινέσουν, με κάποια κατ’ ουσία αντίστοιχη πρόταση, είτε να πετύχουν μια ολόκληρη κοσμογονία επαναορίζοντας την δομή της επιστημονικής εκπαίδευσης από το μηδέν.

Οι πρώτοι δεν δυσκολεύτηκαν να διατυπώσουν αρκετές παρόμοιες προτάσεις, μεταξύ των οποίων κυριάρχησε η πρόταση ΖΒΦ (ΖΒΦ: τα αρχικά των καθηγητών που την εισηγήθηκαν), ενώ επίσης η πρόταση ΠΣΚ και η πρόταση ΠΑΣΠ, χρωματισμένες με βάση την πολιτική προέλευση των εισηγητών τους, δεν διαφοροποιούνταν ιδιαίτερα στο “δια ταύτα”. Η πρόταση ΕΔΠ προσπάθησε –μάλλον ανεπιτυχώς και αυτή– να ταράξει κάπως τα νερά.

Από μια άποψη η κατάσταση θύμιζε κάπως αυτό που ζούμε σήμερα: μια εξουσία που έχει το μαχαίρι και το πεπόνι της “επιστήμης” και του “ορθού λόγου”, μια αντιπολίτευση η οποία διαφοροποιείται μόνο όσο απαιτούν τα προσχήματα και μια “κοινωνία” (φοιτητές – ΕΔΠ) που έχει να αντιπαρατάξει μόνο την απελπισία της.

Υπήρχαν όμως και δυο σημαντικές διαφορές. Οι φοιτητές, καταλαβαίνοντας την σημασία της οργάνωσης του Τμήματος για τους ίδιους, δεν αδιαφόρησαν: ξεκίνησαν πυρετώδεις ζυμώσεις και αναζητήσεις πάνω στο θέμα, μερικές από τις οποίες αποδείχτηκαν ιδιαίτερα γόνιμες. Επίσης είχαν ήδη φροντίσει να κλείσουν τον δρόμο στην γραφειοκρατική εκπροσώπηση.

Οι συνεδριάσεις του Τμήματος γέμιζαν από φοιτητές-παρατηρητές οι οποίοι λοιδορούνταν από τους έχοντες προτάσεις: “σας δίνουν το δικαίωμα της συμμετοχής και δεν το χρησιμοποιείτε”, “γιατί δεν έχετε πρόταση;” κλπ.

Κάποια στιγμή οι ζυμώσεις στον χώρο των φοιτητών απέδωσαν: με συλλογική δουλειά διαμορφώθηκε μια ολοκληρωμένη πρόταση Τομέων που –χωρίς να διεκδικεί βραβείο επιστημονικής αριστείας, αλλά όντας καλύτερα τεκμηριωμένη από τις τεχνοκρατικές προτάσεις– εξέφραζε το ζητούμενο, δηλαδή την αποκατάσταση της ενότητας του γνωστικού αντικείμενου, την συσχέτισή του με τις κοινωνικές διεργασίες και την θεώρησή του από διαφορετικές αλληλεπιδρώσες σκοπιές σε μη τεχνοκρατική βάση.

Η φοιτητική συνέλευση ενέκρινε την πρόταση, που έτσι έγινε πρόταση του Συλλόγου των φοιτητών (πρόταση ΣΦ), και έστειλε όλους του εκπροσώπους των φοιτητών να την υποστηρίξουν στην επόμενη συνεδρίαση του Τμήματος.

Εκεί επικράτησε πανικός: οι “επαΐοντες”, που είχαν συνηθίσει να έχουν απέναντί τους πληβείους-παρατηρητές που “δεν είχαν άποψη”, “δεν είχαν πρόταση”, “δεν είχαν εκπροσώπους” και γενικώς δεν είχαν υπόσταση, βρέθηκαν ξαφνικά απέναντι σε ένα ενιαίο μπλοκ φοιτητικών ψήφων υπέρ μιας καλά τεκμηριωμένης αντι-τεχνοκρατικής πρότασης. Κάθε επιχείρημα εναντίον της πρότασης αυτής αντικρουόταν από σειρά ομιλητών φοιτητών που το έπιαναν από επιστημονική, πολιτική και ιστορική σκοπιά. Ενδεικτικό εκείνων των υποστηρικτικών παρεμβάσεων είναι το κείμενο Π.Νικολαΐδη, τότε φοιτητή, ο οποίος το κατέθεσε και το ανέπτυξε προφορικά.

Προφανώς –με πρόβλεψη του Ν.1268/82– οι φοιτητές και οι πιθανοί σύμμαχοί τους ήταν μειοψηφία στις συνεδριάσεις του Τμήματος, όμως πόλωση ήταν πλήρης: το ΕΔΠ συντάχθηκε με την πρόταση ΣΦ, ενώ όλες οι “αντίπαλες” προτάσεις συσπειρώθηκαν στην πρόταση ΖΒΦ. Στην πορεία των συζητήσεων στις συνεδριάσεις του Τμήματος, η πρόταση ΣΦ άρχισε να προσελκύει διαρροές και από τον χώρο των καθηγητών. Τελικά, σε μια θυελλώδη συνεδρίαση, εγκρίθηκε με βραχεία κεφαλή. Από τότε αποτελεί απόφαση για τους Τομείς του Τμήματος Αρχιτεκτόνων.

Το κείμενο Βαϊσενχόφεν, (καθηγητή – εισηγητή της πρότασης ΖΒΦ) αν και κατατέθηκε στον πρόεδρο του Τμήματος ως διαμαρτυρία “για το κακό που μας βρήκε”, περιγράφει με άμεσο και γλαφυρό τρόπο τα γεγονότα εκείνων των ημερών. Γίνεται δε ξεκαρδιστικό από την παράγραφο 33, με έναν εισηγητή της πρότασης ΖΒΦ να αλλάζει στρατόπεδο, τους φοιτητές να προσέρχονται στην συνεδρίαση του Τμήματος με κόκκινες σημαίες και αξέχαστες στιχομυθίες.

Φυσικά η επικράτηση της πρότασης ΣΦ δεν άλλαξε τελικά κάτι σημαντικό στις σπουδές: οι “επαΐοντες” εύκολα προσάρμοσαν την νέα δομή στα μέτρα τους, είτε διατηρώντας την νέα ονοματολογία των Τομέων, είτε παρακάμπτοντάς την με φαντασία: Ι, ΙΙ, ΙΙΙ, IV. Πάντως εκείνη η μικρή νίκη, μέρος μιας άγνωστης πλευράς του φοιτητικού κινήματος, αποκάλυψε τις “επιστημονικές” αδυναμίες της τεχνοκρατίας και τις δυνατότητες δημιουργικής υπέρβασής της από μια ενεργή κοινωνική βάση.


Πηγή: syspeirosiaristeronmihanikon.blogspot.com

Παρόμοια Άρθρα

Παρατάξεις