Τα προβλήματα που παρουσιάζονται στην πραγματοποίηση χειρουργείων στο νοσοκομείο Λήμνου και στο Παίδων Πεντέλης είναι ενδεικτικά του τρόπου που αντιμετωπίζει και η σημερινή Κυβέρνηση το Δημόσιο Σύστημα Υγείας.
Το πρόβλημα της χαμηλής στελέχωσης δεν το βιώνουν μόνο οι διάφοροι επαγγελματίες υγείας και το προσωπικό που υπηρετεί στις υποστηρικτικές υπηρεσίες των νοσοκομείων αλλά είναι ιδιαίτερα οξυμένο και στον ιατρικό κλάδο.
Όμως το κακό δεν σταματά εδώ. Ακόμα και ο περιορισμένος αριθμός θέσεων που καλύπτει κάποια από τα λειτουργικά κενά γίνεται συνήθως με προσωρινό ιατρικό προσωπικό το οποίο ανά πάσα στιγμή μπορεί να αποχωρήσει είτε με την λήξη των συμβάσεών του είτε με την εύρεση καλύτερης θέσης, αφήνοντας «ξεκρέμαστα» νοσοκομεία.
Αυτό που κρύβει συστηματικά η Κυβέρνηση είναι ότι η επιλογή της να καλύπτει έστω και ένα μέρος των λειτουργικών κενών με προσωρινό προσωπικό, δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας αδυναμίας να προσλάβει μόνιμους εργαζόμενους και γιατρούς αλλά αποτελεί μνημονιακή υποχρέωση που έχει ευρύτερες στοχεύσεις.
Καταρχήν με αυτό τον τρόπο διευρύνει την ελαστική εργασία μέσα στο σύστημα υγείας που αποτελεί βασική κατεύθυνση του ευρωπαϊκού ιερατείου. Επιπλέον η πρόσληψη προσωρινών εργαζομένων φορτώνει στους προϋπολογισμούς των Νοσοκομείων δαπάνες που είναι για λειτουργικά έξοδα οι οποίες ξεφορτώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό που πληρώνει την μισθοδοσία των μονίμων υπαλλήλων.
Στόχος αυτής της επιλογής είναι να ενισχυθεί η λειτουργία των νοσοκομείων με καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και μέσα από αυτή να καλύπτουν τις ανάγκες τους τόσο για τα λειτουργικά τους έξοδα όσο και για την μισθοδοσία του προσωπικού. Στην περίπτωση αυτή το προσωπικό πρέπει να είναι προσωρινό για να μπορεί να αυξομειώνεται ανάλογα με ποιες υπηρεσίες θα αναπτύσσονται και ποιες θα μπαίνουν στα αζήτητα σύμφωνα με τις οικονομικές επιδόσεις κάθε νοσοκομείου.
Άλλωστε η επαναδραστηριοποίηση της νέας ΕΣΑΝ Α.Ε (ΚΕΤΕΚΝΥ Α.Ε) και η πρόσφατη δημοσιοποίηση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για την χρηματοδότηση τα μνημονιακά χρόνια του Δημόσιου συστήματος υγείας επιβεβαιώνουν αυτή την εξέλιξη.
Όσοι λοιπόν στο όνομα της κάλυψης των αναγκών υποστηρίζουν και πανηγυρίζουν για την πρόσληψη προσωρινών εργαζομένων αποδέχονται ουσιαστικά την απόσυρση του κράτους από την χρηματοδότηση της υγείας και συμβάλουν στην μετατροπή των νοσοκομείων σε επιχειρήσεις που θα λειτουργούν καθαρά με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Ταυτόχρονα νομιμοποιούν την είσοδο και εν τέλει την κυριαρχία της προσωρινής και ελαστικής εργασίας βάζοντας ταυτόχρονα ωρολογιακή βόμβα στην συνταγματική αρχή της μονιμότητας των εργαζομένων στην υγεία και γενικότερα στο δημόσιο.
Το μάρμαρο βέβαια αυτής της πολιτικής τελικά το πληρώνουν οι πολίτες που θα καλούνται να αυτοχρηματοδοτήσουν πλήρως τα νοσοκομεία μέσα από αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές για την υγεία, με την διόγκωση των ιδιωτικών δαπανών μέσω των ιδιωτικών ιατρείων των νοσοκομείων και αργότερα των χειρουργείων αλλά και με αυξημένες συμμετοχές σε φάρμακα και εξετάσεις.