Την Κυριακή, οι New York Times έσπασαν το εμπάργκο δημοσίευσης που θέτει το συνέδριο για τους ρετροϊούς και τις ευκαιριακές λοιμώξεις (#CROI) που τρέχει τώρα στο Σιάτλ. Η είδηση πούλησε δυνατά, με clickbaitable τίτλο περί δεύτερης περίπτωσης -μετά από 12 χρόνια- HIV ίασης (cure). Στη συνέχεια το διαβάσαμε παντού – και στα ελληνικά μέσα.
Η παρουσίαση στο συνέδριο από τον επικεφαλής της έρευνας δρ. Revindra K. Gupta έγινε την περασμένη Τρίτη. Τόσο στην παρουσίαση όσο και στην περίληψη γίνεται λόγος για ύφεση (remission) του ιού. Στην πρώτη σχετική ερώτηση που απάντησε ο Gupta μετά την παρουσίαση, εξέφρασε τη συγκρατημένη αισιοδοξία του ότι θα χρειαστεί παραπάνω χρόνος από τους 18 μήνες μεταπαρακολούθησης για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για ίαση, αν και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ένας κοινά απόδεκτός ορισμός του τι σημαίνει ίαση.
Τόσο η περίπτωση του ασθενή του Βερολίνου όσο και αυτή, αποτελούν ειδικές περιπτώσεις, όπου τα πρωτόκολλα που χρησιμοποιήθηκαν δε θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε ευρεία κλίμακα. Αυτές οι περιπτώσεις μπορούν σίγουρα να αποτελούν «απόδειξη ορθότητας της αρχής» (proof of concept), κι εκεί εξαντλείται όλη η δικαιολογημένη αισιοδοξία μας.
Ωστόσο, η ανάγκη για συνταρακτικές ειδήσεις που θα πουλήσουν, από το πιο μεγάλο εκδοτικό συγκρότημα ως το πιο μικρό site, θολώνουν αυτή την πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει τη στιγμή που μεγάλο μέρος των ανθρώπων που ζουν με HIV σε όλο τον κόσμο δεν έχουν πρόσβαση σε φάρμακα και υπηρεσίες ιατρικές αλλά και κοινωνικές που αποδεδειγμένα θα τους πρόσφεραν μια πολύ καλή ποιότητα ζωής ή ακόμα δεν γνωρίζουν ότι ζουν με τον HIV γιατί το στίγμα που περιβάλει τον ιό τους εμποδίζει από το να εξεταστούν. Τα ΜΜΕ σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις, τους διεθνείς οργανισμούς και την Κοινωνία Πολιτών θα μπορούσαν να δουλέψουν περισσότερο σε αυτή την κατεύθυνση, παρά να εκτοξεύουν φαντασμαγορικές ειδήσεις, που επιτείνουν μεσοπρόθεσμα τον εφησυχασμό, την ώρα που οι χρηματοδοτήσεις για την απόκριση στο HIV/AIDS αλλά και για την εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς βιωτικού επιπέδου για τις κοινωνικές ομάδες που πλήττονται περισσότερο κόβονται.
Πλήρης ίαση για έναν ακόμη ασθενή με HIV
Πηγή: kathimerini.gr
ΛΟΝΔΙΝΟ. Τον δεύτερο ενήλικo στον κόσμο, που θεραπεύτηκε από τον ιό του έιτζ, ύστερα από μεταμόσχευση μυελού των οστών από δότη ανθεκτικό στον HIV, παρουσίασε σε μελέτη της ιατρική ομάδα του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Μετά το πέρας σχεδόν τριών ετών από τη μεταμόσχευση, με δότη που εμφάνιζε σπάνια γενετική μετάλλαξη ανθεκτική στον HIV και περισσότερο από 18 μήνες αφότου έπαψε να λαμβάνει αντιρετροϊκά φάρμακα, οι εξετάσεις έδειξαν ότι ο άνδρας δεν εμφανίζει κανένα ίχνος HIV. «Δεν υπάρχει μετρήσιμη ποσότητα ιού στον οργανισμό του. Δεν εντοπίσαμε τίποτα», λέει ο Ραβίντρα Γκούπτα, καθηγητής και ιολόγος, που ηγήθηκε της επιστημονικής ομάδας. Ειδικοί του έιτζ εκτιμούν ότι το περιστατικό ενισχύει τη βεβαιότητα ότι η επιστήμη θα μπορέσει κάποια ημέρα να το εξαφανίσει οριστικά, σηματοδοτώντας σταθμό στην έρευνα για θεραπεία του HIV. Οι επιστήμονες επισημαίνουν, ωστόσο, ότι η θεραπεία δεν έχει ανακαλυφθεί ακόμη.
Ο δρ Γκούπτα περιέγραψε τον ασθενή του ως «λειτουργικά υγιή», ενώ προειδοποίησε: «Είναι πολύ νωρίς για να πούμε ότι γιατρεύτηκε». Η ομάδα δημοσίευσε το πόρισμά της για το περιστατικό χρησιμοποιώντας την κωδική ονομασία «ασθενής του Λονδίνου» για τον άνδρα. Η περίπτωσή του είναι παραπλήσια με εκείνη του Αμερικανού Τίμοθι Μπράουν, ο οποίος έγινε ο πρώτος άνθρωπος που θεραπεύθηκε από τον ιό HIV. Ο Μπράουν, γνωστός στις ιατρικές επιθεωρήσεις ως ο «ασθενής του Βερολίνου», είχε υποβληθεί σε ανάλογη θεραπεία στη Γερμανία το 2007. Η θεραπεία εκείνη είχε εξαφανίσει τον ιό HIV από το αίμα του. Ο Μπράουν, που ζούσε στο Βερολίνο και μετοίκησε στις ΗΠΑ, παραμένει υγιής χωρίς το αίμα του να εμφανίζει HIV.
Περίπου 37 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον κόσμο έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV και 35 εκατομμύρια έχουν πεθάνει από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 μέχρι σήμερα. Η επιστημονική μελέτη του πολύπλοκου ιού έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια στην ανάπτυξη συνδυασμών φαρμάκων, που περιορίζουν τα συμπτώματα και εγγυώνται καλή ποιότητα ζωής για τους περισσότερους ασθενείς.
Τελευταία ελπίδα
Ο δρ Γκούπτα, που διδάσκει σήμερα στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, ανέφερε ότι ο «ασθενής του Λονδίνου» μολύνθηκε με HIV το 2003, ενώ διαγνώστηκε με λέμφωμα του Χότζκιν το 2012. Τέσσερα χρόνια αργότερα, η ιατρική ομάδα αποφάσισε να τον υποβάλει σε μεταμόσχευση μυελού των οστών με δότη που εμφάνιζε τη συγκεκριμένη γενετική μετάλλαξη. «Ηταν η τελευταία του ελπίδα», λέει ο Γκούπτα. Οι ιατροί αγνοούν, όμως, εάν η προσπάθεια του οργανισμού του «ασθενούς του Λονδίνου» να απορρίψει το μόσχευμα έπαιξε ρόλο στην εξαφάνιση του HIV από τον οργανισμό του.
Ειδικοί προειδοποιούν ότι η μέθοδος που ακολούθησαν οι ιατροί στα περιστατικά του Λονδίνου και του Βερολίνου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθούν ευρέως, εξαιτίας του πολύ υψηλού κόστους, του κινδύνου και της περιπλοκότητας. «Παρότι η στρατηγική αυτή δεν είναι βιώσιμη για θεραπείες μεγάλης κλίμακας, ελπίζουμε ότι θα οδηγήσει σε ασφαλή, οικονομική και απλή θεραπεία», λέει ο πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας AIDS, Αντον Πόζνιακ.