Με άρθρο του πριν λίγες μέρες, ο πρόεδρος του ΣΕΒ δίνει τον τόνο της κατεύθυνσης που θα ακολουθήσει ο μεγαλύτερος εργοδοτικός σύνδεσμος στη χώρα το επόμενο διάστημα. Μια κατεύθυνση που φιλοδοξεί να αποτελέσει οδηγό για τους εργοδότες συνολικά.
Ενώ όλα τα προηγούμενα χρόνια είχαν καταργηθεί ένα ένα τα όπλα των εργαζομένων για να κατοχυρώνουν καλύτερους μισθούς και σχέσεις εργασίας, η επεκτασιμότητα των Συλλογικών Συμβάσεων σε όλους τους εργαζομένους ενός κλάδου, η μετενέργεια, η μονομερής προσφυγή στη διαιτησία και η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, ο πρόεδρος του ΣΕΒ θέλει να μας πείσει πως οι Συλλογικές Συμβάσεις συνέχιζαν να υπάρχουν. Αυτό που αποκρύπτει είναι πως είχε απομείνει ένα φάντασμα των Συλλογικών Συμβάσεων του παρελθόντος.
Ταυτόχρονα, δείχνει πως ο ΣΕΒ δεν αρκείται στο γεγονός πως η κυβέρνηση ουσιαστικά νομοθέτησε μια λειψή επαναφορά ορισμένων διατάξεων που αφορούν τις Συλλογικές Συμβάσεις. Και μάλιστα στη βάση όσων είχε απαιτήσει ήδη ο ΣΕΒ το προηγούμενο διάστημα, δηλαδή
-
Την απαίτηση να καλύπτει η εργοδοτική ένωση που υπογράφει κλαδική συλλογική σύμβαση πάνω από 50% των εργαζομένων του κλάδου.
-
Να είναι προαπαιτούμενο να καταθέσει μητρώο μελών η εργοδοτική ένωση για να διαπιστωθεί η απαίτηση για το 50%+1. Εάν δηλαδή οι εργοδότες αποφύγουν να καταθέσουν μητρώο, η σύμβαση δεν θα επεκτείνεται στο σύνολο των εργαζομένων του κλάδου.
Αντίθετα, ο ΣΕΒ, διά του προέδρου του, απαιτεί και άλλες δικλείδες προστασίας των κερδών των επιχειρήσεων: να μην επεκτείνονται ομοιοεπαγγελματικές ΣΣΕ, να μην είναι επεκτάσιμες οι Συμβάσεις που είναι αποτέλεσμα διαιτητικών αποφάσεων, να μην επεκτείνονται οι Συμβάσεις εάν δεν συμφωνούν οι εργοδότες, ακόμα και ρήτρες εξαίρεσης για επιχειρήσεις.
Είναι προφανές ότι οι εργοδότες θέλουν να κατοχυρώσουν όσα κατάφεραν τα χρόνια των μνημονιακών αναδιαρθρώσεων και να αυξήσουν κι άλλο το μερίδιο του παραγόμενου πλούτου που καταλήγει στις δικές τους τσέπες. Θα συνεχίσουν να πιέζουν τις κυβερνήσεις να μην κάνουν βήμα πίσω από το μνημονιακό κεκτημένο, παρότι και η σημερινή κυβέρνηση – με τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών – τους παρέχει μια πολύ μεγάλη βαλβίδα ασφαλείας για να αποφύγουν τη γενικότερη επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων. Οι εργοδότες όμως δεν αρκούνται σε αυτό, θέλουν περισσότερες δικλείδες για να διασφαλίσουν τα κέρδη τους και να περιορίσουν το μερίδιο που θα πάρουν οι εργαζόμενοι. Θέλουν το κράτος και οι μηχανισμοί να παρεμβαίνουν προς όφελός τους.
Το ΜΕΤΑ θεωρεί ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν κανένα λόγο να κάθονται να ακούν τους εργοδότες να τους μιλάνε για «φιλεργατικό λαϊκισμό» ή για το ότι οι μισθοί τους «ήταν πάνω από τις δυνατότητες της οικονομίας». Αντίθετα, οφείλουν να διεκδικήσουν σταθερές σχέσεις εργασίας, αξιοπρεπείς απολαβές και συνθήκες εργασίας, με διμέτωπο αγώνα: τόσο απέναντι στις κυβερνήσεις για να ανακτήσουμε και τα νομικά όπλα με τα οποία γίνεται ευκολότερη η διεκδίκηση των Συλλογικών Συμβάσεων, όσο και απέναντι στους ίδιους τους εργοδότες, για να τους αναγκάσουν να υπογράψουν και να εφαρμόζουν Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας αντίστοιχες με τις σημερινές ανάγκες τους και την κατά πολύ αυξημένη παραγωγικότητα της εργασίας τους στη σύγχρονη εποχή.