Αυξήσεις φορολογικών επιβαρύνσεων για εκατομμύρια μισθωτούς, συνταξιούχους και κατ’ επάγγελμα αγρότες αναμένεται να προκαλέσουν οι διατάξεις του άρθρου 10 του πολυνομοσχεδίου που προβλέπουν τη μείωση της ετήσιας έκπτωσης φόρου εισοδήματος κατά 650 ευρώ, από τα επίπεδα των 1.900-2.100 ευρώ στα επίπεδα των 1.250-1.450 ευρώ.
Ειδικότερα:
1. Από τη μείωση των εκπτώσεων φόρου κατά 650 ευρώ και τη διατήρηση του ελάχιστου φορολογικού συντελεστή στο 22%, που ισοδυναμούν με μείωση αφορολόγητων ορίων από τα επίπεδα των 8.636-9.545 ευρώ στα επίπεδα των 5.681-6.591 ευρώ, θα προκύψουν για πρώτη φορά επιβαρύνσεις ακόμη και για όσους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα αμείβονται με λίγο περισσότερα από 405 ευρώ τον μήνα, καθώς επίσης και για τους δημόσιους υπαλλήλους και τους συνταξιούχους με αποδοχές λίγο μεγαλύτερες από 473 ευρώ τον μήνα.
Ωστόσο, ακόμη και όσοι μισθωτοί και συνταξιούχοι λαμβάνουν μηνιαία εισοδήματα χαμηλότερα από τα παραπάνω όρια, δηλαδή ζουν με ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα από τα νέα μειωμένα αφορολόγητα όρια των 5.681-6.591 ευρώ, θα κληθούν κι αυτοί να πληρώσουν υπέρογκους φόρους εισοδήματος, καθώς η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων θα προσδιορίσει τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους σε επίπεδα πολύ υψηλότερα των νέων χαμηλών αυτών αφορολογήτων ποσών, εφαρμόζοντας τα τεκμήρια διαβίωσης για τις κατοικίες στις οποίες διαμένουν και τα Ι.Χ. αυτοκίνητα που τυχόν χρησιμοποιούν. Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, οι περισσότεροι από τους οποίους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα κάτω από τα επίπεδα των νέων μειωμένων αφορολόγητων ορίων, όμως τα τεκμήρια διαβίωσης για τα σπίτια και τα Ι.Χ. αυτοκίνητά τους ανεβάζουν τα τελικά φορολογητέα εισοδήματά τους σε επίπεδα πολύ πιο υψηλά.
Πιο αναλυτικά:
α) Για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες που δεν βαρύνονται με ανήλικα ή ενήλικα εξαρτώμενα τέκνα (σπουδάζοντα, άνεργα κ.λπ.) η έκπτωση φόρου μειώνεται από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ. Η μείωση της έκπτωσης φόρου κατά 650 ευρώ, με δεδομένο ότι θα συνδυαστεί με διατήρηση του κατώτατου συντελεστή φορολόγησης στο 22%, θα οδηγήσει σε μείωση του ισχύοντος για τους φορολογούμενους αυτούς αφορολόγητου ορίου από τα 8.636 ευρώ (1.900 ευρώ/ 22%) στα 5.681 ευρώ (1.250 ευρώ / 22%).
β) Για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες που βαρύνονται με ένα ανήλικο ή ενήλικο εξαρτώμενο τέκνο, η έκπτωση φόρου των 1.950 ευρώ η οποία ισχύει σήμερα θα μειωθεί στα 1.300 ευρώ. Η μείωση αυτή θα οδηγήσει σε μείωση του ισχύοντος για τους φορολογούμενους αυτούς αφορολόγητου ορίου από τα 8.863,63 ευρώ (1.950 ευρώ / 22%) στα 5.909 ευρώ (1.300 ευρώ / 22%).
γ) Για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες που βαρύνονται με δύο ανήλικα ή ενήλικα εξαρτώμενα τέκνα, η έκπτωση φόρου των 2.000 ευρώ που ισχύει σήμερα θα μειωθεί στα 1.350 ευρώ. Η μείωση αυτή θα οδηγήσει σε περιορισμό του ισχύοντος για τους φορολογούμενους αυτούς αφορολόγητου ορίου από τα 9.091 ευρώ (2.000 ευρώ / 22%) στα 6.136,36 ευρώ (1.350 ευρώ / 22%).
δ) Για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατ’ επάγγελμα αγρότες που βαρύνονται με τρία ή περισσότερα ανήλικα ή ενήλικα εξαρτώμενα τέκνα η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ που ισχύει σήμερα θα μειωθεί στα 1.450 ευρώ. Η μείωση αυτή θα οδηγήσει σε περιορισμό του ισχύοντος για τους φορολογούμενους αυτούς αφορολόγητου ορίου από τα 9.545 ευρώ (2.100 ευρώ / 22%) στα 6.591 ευρώ (1.450 ευρώ / 22%).
Από τις παραπάνω μειώσεις στα αφορολόγητα όρια:
-
Περίπου 4,3 εκατομμύρια μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατ’ επάγγελμα αγρότες με ετήσια εισοδήματα μεγαλύτερα των 5.700 ευρώ θα υποστούν επιπλέον φορολογικές επιβαρύνσεις έως και 650 ευρώ έκαστος.
-
Περίπου 1,5 εκατομμύριο μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατ’ επάγγελμα αγρότες με ετήσια δηλούμενα εισοδήματα χαμηλότερα των νέων μειωμένων αφορολόγητων ορίων των 5.681-6.591 ευρώ θα υποστούν κι αυτοί επιβαρύνσεις, λόγω προσδιορισμού των τελικών φορολογητέων εισοδημάτων τους με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης σε επίπεδα υψηλότερα των 6.000-7.000 ευρώ, όπου πλέον επιβάλλεται φόρος εισοδήματος. Π.χ. άγαμος μισθωτός εργαζόμενος με μηνιαίο εισόδημα 300 ευρώ, δηλαδή με ετήσιο εισόδημα μόλις 3.600 ευρώ, που διαμένει σε διαμέρισμα 80 τ.μ. θα φορολογείται βάσει τεκμηρίων διαβίωσης για εισόδημα 6.200 ευρώ (3.000 ευρώ ελάχιστο τεκμήριο + 3.200 ευρώ τεκμήριο κύριας κατοικίας) και θα πληρώνει φόρο εισοδήματος 114 ευρώ.
Δέκα παρεμβάσεις σε φοροαπαλλαγές, επιδόματα, ελέγχους και πρόστιμα
Κατάργηση φοροαπαλλαγών για μισθωτούς, συνταξιούχους και βουλευτές από το 2018, η οποία θα αποδώσει πρόσθετα έσοδα συνολικού ύψους 233 εκατ. ευρώ, περικοπή των επιδομάτων θέρμανσης κατά 58 εκατ. ευρώ από το επόμενο έτος, επιβολή φόρου 15%-45% στα εισοδήματα από βραχυπρόθεσμες μισθώσεις ακινήτων για την εξασφάλιση άλλων 48 εκατ. ευρώ εντός του 2018, μείωση του ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια από τη 1-7-2017, περιορισμό των αρμοδιοτήτων των Οικονομικών Εισαγγελέων και περαιτέρω ενίσχυση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, μείωση στα πρόστιμα του ΦΠΑ σε περιπτώσεις εντοπισμού πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων σε χρήσεις προ του 2014 και επιβράδυνση της εφαρμογής των μέτρων για την επέκταση του «πλαστικού χρήματος» προβλέπουν, μεταξύ άλλων, οι κυριότερες από τις υπόλοιπες φορολογικές διατάξεις του πολυνομοσχεδίου.
Ειδικότερα, τα λοιπά φορολογικά μέτρα που περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο έχουν, συνοπτικά, ως εξής:
1. Περικοπές φοροαπαλλαγών για την εξοικονόμηση 189 εκατ. ευρώ εντός του 2018 (άρθρο 69). Από την 1η-1-2018 καταργούνται η έκπτωση ποσοστού 1,5% κατά την παρακράτηση φόρου εισοδήματος επί των μισθών και των συντάξεων και από το φορολογικό έτος 2017 καταργείται η έκπτωση από τον φόρο εισοδήματος κάθε φυσικού προσώπου του 10% του ποσού των δαπανών του για ιατρική, φαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, το οποίο υπερβαίνει το 5% του ετήσιου ατομικού εισοδήματός του.
2. Περικοπή κατά 50% των επιδομάτων θέρμανσης ώστε να εξοικονομηθούν δαπάνες ύψους άλλων 58 εκατ. ευρώ εντός του 2018 (άρθρο 80).
3. Κατάργηση της έκπτωσης από το φορολογητέο ποσό της βουλευτικής αποζημίωσης ποσού ίσου με το 25% του ακαθάριστου ποσού της αποζημίωσης ως τεκμαρτού ποσού για την κάλυψη των δαπανών μίσθωσης πολιτικών γραφείων και λοιπών δαπανών άσκησης του βουλευτικού λειτουργήματος (άρθρο 71), με όφελος 44 εκατ. ευρώ το 2018.
4. Μείωση του συντελεστή ΦΠΑ για τα ζωντανά ζώα που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή, τους σπόρους, τις ρίζες και μοσχεύματα φυτών, τις ζωοτροφές τα λιπάσματα, τα φυτοφάρμακα και την παροχή υπηρεσιών για τη γεωργική παραγωγή στο 13% από 24% που είναι σήμερα. Η μείωση αυτή θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιουλίου 2017 (άρθρο 70)
5. Εκτίμηση της αξίας των ακινήτων που κατάσχονται από το Δημόσιο λόγω χρεών, με βάση τις πραγματικές τιμές της κτηματαγοράς και όχι με βάση τις αντικειμενικές αξίες (άρθρο 78).
6. Καθιέρωση περιορισμών στις αρμοδιότητες των οικονομικών εισαγγελέων ώστε να μη «θίγεται» η ανεξαρτησία της Αρχής για τα δημόσια έσοδα (άρθρα 63 και 64). Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι από την 1η-8-2017 οι οικονομικοί εισαγγελείς δεν θα μπορούν να εκδίδουν και να αποστέλλουν στις φοροελεγκτικές υπηρεσίες (στο ΚΕΦΟΜΕΠ, στο ΚΕΜΕΕΠ και στις ΔΟΥ) παραγγελίες για έρευνες και ελέγχους σε μεγάλες υποθέσεις φοροδιαφυγής. Η εποπτεία των Οικονομικών Εισαγγελέων θα περιοριστεί στους υπαλλήλους του, της Οικονομικής Αστυνομίας και των Τελωνείων. Ταυτόχρονα θα ιδρυθεί μια νέα Ειδική Υπηρεσία για την εκτέλεση εισαγγελικών παραγγελιών έρευνας και ελέγχου σε μεγάλες υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος που έχουν ποινικό χαρακτήρα. Η υπηρεσία αυτή θα στελεχωθεί με υπαλλήλους εκτός ΑΑΔΕ.
7. Μείωση των προστίμων ΦΠΑ που επιβάλλονται για παραβάσεις έκδοσης ή λήψης εικονικών φορολογικών στοιχείων ή έκδοσης πλαστών φορολογικών στοιχείων οι οποίες εντοπίζονται σε εκκρεμείς ελέγχους χρήσεων πριν από το 2014, ώστε να εξομοιωθούν με τα αντίστοιχα πρόστιμα που προβλέπει ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας για τις χρήσεις από το 2014 και μετά (άρθρο 79). Συγκεκριμένα, και στις περιπτώσεις αυτές, τα πρόστιμα θα υπολογίζονται στο 50% του μη καταβληθέντος ΦΠΑ.
8. Επιβολή φόρου 15%-45% στο ετήσιο εισόδημα που αποκτά κάθε φυσικό πρόσωπο από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου, στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού (άρθρο 83). Ειδικότερα, το ετήσιο εισόδημα που αποκτούν τα φυσικά πρόσωπα από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού θεωρείται εισόδημα από ακίνητη περιουσία και φορολογείται κλιμακωτά με συντελεστές 15% από το πρώτο ευρώ μέχρι τα 12.000 ευρώ, 35% στο τμήμα από τα 12.001 έως τα 35.000 ευρώ και 45% στο τμήμα πάνω από τα 35.000 ευρώ, εφόσον τα ακίνητα εκμισθώνονται επιπλωμένα χωρίς την παροχή οιασδήποτε υπηρεσίας πλην της παροχής κλινοσκεπασμάτων. Σε περίπτωση που παρέχονται οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες, το εισόδημα αυτό λογίζεται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και φορολογείται με 22% μέχρι τα πρώτα 20.000 ευρώ, 29% στο τμήμα από τα 20.001 έως τα 30.000 ευρώ, 37% στο τμήμα από τα 30.001 έως τα 40.000 ευρώ και 45% στο τμήμα πάνω από τα 40.000 ευρώ. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η-1-2017 και μετά.
9. Από τους πλήρεις και μερικούς φορολογικούς ελέγχους που θα διενεργούνται από 1-1-2018, ποσοστό τουλάχιστον 75% θα είναι έλεγχοι που θα περιορίζονται κατ’ αρχήν μόνο στην τελευταία τριετία (άρθρο 77). Οι έλεγχοι του προηγούμενου εδαφίου μπορούν να επεκτείνονται και στα δύο προηγούμενα, πέραν της τελευταίας τριετίας, φορολογικά έτη ή χρήσεις, με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου.
10. Προβλέπεται χρονικό περιθώριο τριών ετών, μέχρι τα μέσα του 2020, για τη σταδιακή ένταξη όλων των επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών στο δίκτυο των ηλεκτρονικών συναλλαγών μέσω πλαστικού χρήματος, ένταξη η οποία προϋποθέτει την υποχρεωτική εγκατάσταση μηχανημάτων POS.
Ειδικά μισθολόγια
Σε ριζική αναμόρφωση των ειδικών μισθολογίων με βάση τα οποία αμείβονται εκατοντάδες χιλιάδες λειτουργοί του Δημοσίου, όπως οι στρατιωτικοί, οι αστυνομικοί, οι λιμενικοί, οι πυροσβέστες, οι πανεπιστημιακοί καθηγητές, οι καθηγητές των ΤΕΙ, οι ιατροί του ΕΣΥ, οι διπλωματικοί υπάλληλοι, οι ερευνητές και οι αρχιερείς, προχωρεί η κυβέρνηση με τα άρθρα 123-162 του πολυνομοσχεδίου. Οι αλλαγές αυτές ωστόσο δεν θα προκαλέσουν μειώσεις στις συνολικές αποδοχές των εν λόγω λειτουργών του Δημοσίου, καθώς στις περιπτώσεις που με την εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων το ύψος των αποδοχών αυτών διαμορφώνεται σε επίπεδο χαμηλότερο του ισχύοντος σήμερα, η αρνητική διαφορά θα διατηρείται ως «προσωπική διαφορά».