Με Εγκύκλιό της η ΑΑΔΕ τονίζει ότι διευκρινίζει ότι η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο ν. 4172/2013 – Φορολογία εισοδήματος υπολογίζεται στα εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις, καθώς και στην προστιθέμενη διαφορά που αποκτώνται από το φορολογικό έτος 2017 και εφεξής.
Για να διατηρηθεί η μείωση φόρου, ο φορολογούμενος απαιτείται να πραγματοποιήσει δαπάνες απόκτησης μέσα στο τρέχον φορολογικό έτος (2017) που να έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, π.χ. κάρτες και μέσα πληρωμής με κάρτες (χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες, προπληρωμένες κάρτες (prepaid card)), μέσω λογαριασμού πληρωμών π.χ. μεταφορά πίστωσης, εντολές άμεσης χρέωσης, πάγιες εντολές, τραπεζικές ή ταχυδρομικές επιταγές, μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking κ.λπ. Είναι δεκτές όμως και οι πληρωμές με μετρητά σε γκισέ.
Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις κοινών τραπεζικών λογαριασμών σε Τράπεζες στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό οι πραγματικοί δικαιούχοι, οι οποίοι καθορίζονται με βάση τις πραγματικές περιστάσεις, μπορούν να χρησιμοποιούν τους εν λόγω λογαριασμούς ανάλογα με τις πραγματοποιούμενες δαπάνες τους. Τα ίδια ισχύουν και για πιστωτικές κάρτες με δικαιούχους κύρια και πρόσθετα μέλη.
Σημειώνεται ότι ειδικά για τους λογαριασμούς ΔΕΚΟ που είναι σε όνομα διαφορετικό από αυτόν που καταβάλλει, γίνονται δεκτές οι εν λόγω δαπάνες, εφόσον ο καταβάλλων την δαπάνη είναι και ο πραγματικός χρήστης του ακινήτου.
Διευκρινίζεται ότι προκειμένου να διατηρηθεί η μείωση φόρου στην περίπτωση δαπανών των κοινόχρηστων χώρων, οι οποίες εξοφλούνται από τον διαχειριστή της πολυκατοικίας με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, οι εν λόγω δαπάνες θα λαμβάνονται υπόψη μετά τον επιμερισμό τους στους ενοίκους ή στους ιδιοκτήτες των οριζόντιων ιδιοκτησιών.
Για την απόδειξη της εξόφλησης με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής των δαπανών απόκτησης αγαθών και λήψης υπηρεσιών, γίνεται δεκτό κάθε πρόσφορο μέσο όπως π.χ. η κίνηση του τραπεζικού λογαριασμού, αποδεικτικά κατάθεσης ή εξόφλησης, αντίγραφο POS και δεν απαιτείται η συλλογή αποδείξεων. Επισημαίνεται ότι τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την απόδειξη της δαπάνης για απόκτηση αγαθών και λήψης υπηρεσιών φυλάσσονται από τους φορολογούμενους μέχρι την παραγραφή του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έλεγχο της αρχικής δήλωσης.
Με την Εγκύκλιο διευκρινίζεται, επίσης το θέμα της συλλογής αποδείξεων όσον αφορά τους φορολογούμενους που εξαιρούνται από την υποχρέωση χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής για την πραγματοποίηση των δαπανών τους.
Υπενθυμίζεται, επίσης, όπως προβλέπει και η ΠΟΛ. 1005/2017, ότι σε περίπτωση που καλύπτεται το απαιτούμενο ποσό δαπανών από οποιονδήποτε από τους δυο συζύγους ή δεν δικαιούται την προβλεπόμενη μείωση , το τυχόν πλεονάζον ποσό δύναται κατά την εκκαθάριση να μεταφερθεί στον άλλο σύζυγο για τυχόν κάλυψη του ελάχιστα απαιτούμενου ποσού δαπανών.
Επιπλέον, οι μειώσεις εφαρμόζονται και για τους κατ’ επάγγελμα, εφόσον δηλαδή τουλάχιστον το 50% του εισοδήματός τους προέρχεται από αγροτική δραστηριότητα.
Στην περίπτωση που αποκτάται εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή/και από ατομική αγροτική επιχείρηση μαζί με εισόδημα από λοιπές κατηγορίες, η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 θα είναι αυτή που αναλογεί μόνο στο μέρος του εισοδήματος που προέρχεται αποκλειστικά από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή/και από ατομική αγροτική επιχείρηση. Ωστόσο, όταν αποκτάται εισόδημα από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, μαζί με εισόδημα από αγροτική δραστηριότητα, η μείωση του φόρου που προβλέπεται στο άρθρο 16 υπολογίζεται μόνον στο εισόδημα που αποκτάται από την αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα, ανεξάρτητα από το εάν αυτός χαρακτηρίζεται ως κατ’ επάγγελμα αγρότης σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και του ποσοστού συμμετοχής του εισοδήματός του από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα σε σχέση με το συνολικό εισόδημα (σχετική η ΠΟΛ 1107/2016 εγκύκλιος).