Από τον Κωστή Χριστοδουλόπουλο
Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται οι εξελίξεις στον ενεργειακό τομέα, τόσο εξαιτίας των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ-ΔΝΤ, όσο και ενόψει της επίσκεψης του Α. Τσίπρα στην Αγ. Πετρούπολη, στα πλαίσια του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ.
Η σημαντικότερη εξέλιξη των ημερών ήταν η κατάθεση τροπολογίας στο νομοσχέδιο για την τροποποίηση του κώδικα ιθαγένειας. Η τροπολογία αυτή προβλέπει τη σύσταση Δημόσιας ενεργειακής εταιρίας επενδύσεων, που εκτός των άλλων, αναμένεται να είναι το όχημα για τη συμμετοχή της χώρας μας στην κατασκευή του ελληνικού τμήματος του αγωγού. Ο λεγόμενος και Τέρκις Στριμ, ο οποίος αντικατέστησε τα σχέδια της Ρωσικής πλευράς για το South Stream, θα μεταβάλλει σημαντικά την τροφοδοσία της Ευρώπης σε φυσικό αέριο. Ξεκινώντας από τη Ρωσία, θα διασχίζει την Κασπία και μέσω της Τουρκίας θα φτάνει στα ευρωπαϊκά σύνορα, όταν μέχρι τώρα η Γερμανία αποτελεί τον αποκλειστικό εξαγωγέα ρωσικού αερίου προς την κεντρική Ευρώπη, μέσω του Νόρντ Στριμ.
Γεωπολιτικό όπλο
Η κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης έδωσε γι’ άλλη μια φορά, την ευκαιρία στον αμερικάνικο παράγοντα να τονίσει την έντονη ενόχληση του, διαβλέποντας την αποφασιστικότητα της ελληνικής και ρωσικής διπλωματίας.
Συγκεκριμένα, ο ειδικός απεσταλμένος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, κ. Χόχσταϊν, σημείωσε ότι «με τις κινήσεις αυτές, η Ελλάδα μετατρέπεται σε μέρος του προβλήματος στην περιοχή». Από την πλευρά του, ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης κ. Λαφαζάνης διεμήνυσε ότι «η Ελλάδα δεν είναι “οικόπεδο” και δεν εκβιάζεται, ούτε θεωρεί ότι με τις ενεργειακές επιλογές της γίνεται μέρος κανενός προβλήματος».
Στην επίσκεψη του Α. Τσίπρα στην Αγ. Πετρούπολη είναι πιθανόν να συμφωνηθούν το χρονοδιάγραμμα (όριο κατασκευής ως το 2019) αλλά κυρίως το οικονομικό μέρος του σχεδίου, που ενδέχεται να περιλαμβάνει προκαταβολή των κερδών από τα τέλη διέλευσης προς την Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με την άποψη, που προκρίνει το γεωπολιτικό παράγοντα στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις με τους εταίρους, το συγκεκριμένο θέμα έχει προσφέρει ένα διπλωματικό όπλο στην ελληνική πλευρά στα πλαίσια της διαπραγμάτευσης, με τον ευρωπαϊκό και τον αμερικάνικο παράγοντα να προσπαθούν να αποτρέψουν μια τέτοια εξέλιξη, που θα μείωνε την οικονομική εξάρτηση της Ρωσίας από τη Γερμανία.
Πέρα από γεωπολιτικές σκοπιμότητες
Σε μια τέτοια περίοδο όμως, που ο ενεργειακός τομέας αποτελεί θέμα προστριβών εντός και εκτός συνόρων, τίθεται εκ των πραγμάτων το ερώτημα του εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού. Με βάση το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ο εθνικός ενεργειακός σχεδιασμός προϋποθέτει τη συμμετοχή στις διαφορετικές κλίμακες (τοπικό, περιφερειακό, εθνικό, διεθνές), το σχέδιο οικολογικού μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου, την ανάδειξη των τεχνολογικών αντιφάσεων κάθε επιλογής στο ενεργειακό μείγμα, τις δυνατότητες ενδογενούς ανάπτυξης και αξιοποίησης της εγχώριας τεχνογνωσίας και μια σειρά από άλλους παράγοντες (συνέργειες με άλλους κλάδους της παραγωγικής ανασυγκρότησης, γεωργία, μικρομεσαίες επιχειρήσεις), οι οποίοι δεν μπορούν να περιοριστούν στα ζητήματα των γεωπολιτικών σχεδιασμών. Η εμπειρία της Ουκρανίας δείχνει με ποιον τρόπο γεωπολιτικά πλεονεκτήματα μετατρέπονται σε παγίδες για τη δημοκρατία και τους λαούς.
Ο ενεργειακός τομέας ως χώρος ταξικών συγκρούσεων, συμβιβασμών και προωθητικών κινήσεων αφορά την οικονομία και την κοινωνία πολύ περισσότερο απ’ ότι θεωρεί ο σημερινός δημόσιος διάλογος. Είναι ευθύνη της Αριστεράς να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά ενός ανοιχτού δημόσιου διαλόγου, που θα βάζει όλες τις παραμέτρους στο τραπέζι. Αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος, στη συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία, να εγκλωβιστούμε σε επιλογές με κριτήρια τακτικής, δεσμευόμενοι έτσι σε μακροπρόθεσμες επιλογές, που τελικά καθορίζουν την στρατηγική.
Πεδίο ταξικής πάλης
Ανιχνεύοντας λοιπόν, αυτόν το χώρο ταξικών συγκρούσεων στο πεδίο των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ-ΔΝΤ, μπορούμε να πούμε ότι ο τομέας της ενέργειας συγκεντρώνει πλήθος πυρών από τη μεριά των δανειστών. Ενδεικτικό των απαιτήσεων είναι ότι απαντώντας στη 47σέλιδη πρόταση-βάση συζήτησης της ελληνικής πλευράς, αξίωσαν την πλήρη παράδοση του ενεργειακού τομέα και των βασικών υποδομών της χώρας στις ορέξεις των ιδιωτικών συμφερόντων.
Συγκεκριμένα, οι απαιτήσεις περιελάμβαναν την ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ και της «μικρής ΔΕΗ», με τις γερμανικές, γαλλικές, ιταλικές αλλά και κινέζικες εταιρείες να έχουν δείξει ήδη το ενδιαφέρον τους για μια τέτοια εξέλιξη. Επιπλέον, ζητείται η πώληση των ΔΕΣΦΑ, ΔΕΠΑ και ΕΛΠΕ σε ιδιώτες, το άνοιγμα της λιανικής αγοράς φυσικού αερίου καθώς και η επιπλέον θεσμική ενίσχυση της ανεξαρτησίας της ΡΑΕ.
Από τη μεριά της, η Κυβέρνηση αρνείται σε όλους τους τόνους την πώληση του ΑΔΜΗΕ και της μικρής ΔΕΗ, ενώ κρίνοντας από τη 47σέλιδη κατάληξη των τεχνικών κλιμακίων, όπως κατατέθηκε από την ελληνική πλευρά, είναι έτοιμη να συζητήσει την αναμόρφωση της χονδρικής αγοράς προμήθειας στην ηλεκτρική ενέργεια, υιοθετώντας πιθανά το γαλλικό μοντέλο δημοπρασιών ΝΟΜΕ.
Δεν είναι λίγοι βέβαια όσοι θεωρούν ότι, ικανοποιώντας το διακαή πόθο των ιδιωτών να αποκτήσουν πρόσβαση σε φτηνότερη και διαφοροποιημένη παραγωγή (λιγνίτες, υδροηλεκτρικά), θα προκύψει σταδιακά η πλήρης εμπορευματοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας και η πτώχευση της ΔΕΗ.
Επιπλέον, φέρεται να έχει γίνει αποδεκτή η περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς φυσικού αερίου και η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της ΡΑΕ. Πολιτικές δύσκολες στην εφαρμογή τους, δεδομένου ότι έρχονται σε σύγκρουση με τις προγραμματικές επιδιώξεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Η εφαρμογή της απελευθέρωσης αγοράς φυσικού αερίου θα έχει άμεσες και πιθανόν μακροπρόθεσμες συνέπειες, τόσο λόγω της αύξησης των τιμολογίων, όπως έγινε σε όσες χώρες της ΕΕ εφάρμοσαν την απελευθέρωση, όσο και εξαιτίας της ίδιας της φύσης του δικτύου, η επέκταση του οποίου (κυρίως στην Αττική) έχει σταματήσει εδώ και χρόνια. Θεωρείται ότι η είσοδος πολλών προμηθευτών στην εκμετάλλευση ενός «ανώριμου δικτύου», θα δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τα όποια σχέδια επέκτασης των αστικών δικτύων φυσικού αερίου ή και της δημιουργίας νέων.
Ενεργειακή φτώχεια και ενεργειακή ασφάλεια
Δεν θα μπορούσε επίσης να περάσει απαρατήρητη η προκλητική απαίτηση των δανειστών για κατάργηση του επιδόματος θέρμανσης και αύξηση του ΦΠΑ 23% στην ενέργεια. Όλα αυτά όταν οι οφειλές προς τη ΔΕΗ φτάνουν τα 2δις ευρώ, ενώ 150.000 οικογένειες έχουν κάνει αίτηση για δωρεάν ρεύμα στο ν/σ για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.
Η βόμβα της ενεργειακής πενίας έχει εκραγεί προ πολλού. Κάτι που τονίστηκε και από τον υπουργό Παραγωγικής Ανασυγκρότησης κ. Λαφαζάνη στο πρόσφατο Συμβούλιο υπουργών Ενέργειας της ΕΕ με θέμα την ενεργειακή ασφάλεια: «Δεν μπορούμε να μιλάμε για ενεργειακή ασφάλεια, όταν ένα στα τέσσερα νοικοκυριά αδυνατεί να πληρώσει τις πιο στοιχειώδεις ενεργειακές του ανάγκες και ζει σε μια κατάσταση απόλυτης ενεργειακής ένδειας και αβεβαιότητας».
Αξιοσημείωτη ήταν επίσης η τοποθέτηση του κ. Λαφαζάνη στην αναγκαιότητα κατασκευής πλωτού τερματικού σταθμού LNG στην Β. Ελλάδα, ως έργου ενίσχυσης της ενεργειακής ασφάλειας στη ΝΑ Μεσόγειο και ως οργανικού τμήματος του κάθετου διαδρόμου προς τη Βουλγαρία, Ρουμανία και άλλες χώρες.
Τονίζοντας τέλος την κρίσιμη σημασία της ισχυρής δημόσιας παρέμβασης στην ενεργειακή ασφάλεια, ο κ. Λαφαζάνης δήλωσε ότι « η ενεργειακή ευρωπαϊκή ένωση, που θα συντελείται με όρους αγοράς, μπορεί να ενθαρρύνει στα κράτη, επιλογές φτηνού κόστους στην ενέργεια, προκειμένου να ενισχύσουν τις ενεργειακές εξαγωγές τους. Το γεγονός αυτό μάλλον θα έχει ως συνέπεια την επιλογή, ενδεχομένως από αρκετά κράτη μέλη, ρυπογόνων τεχνολογιών φθηνού κόστους ή και της πυρηνικής ενέργειας, προκειμένου να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Δεν διακρίνω πώς η Επιτροπή σκέφτεται να αντιμετωπίσει τέτοιους κινδύνους». Άκρως ενδιαφέρουσα επισήμανση, ιδιαίτερα βέβαια για την αντιμετώπιση τέτοιων κινδύνων στον ελληνικό ενεργειακό χώρο.
Πηγή: epohi.gr
* Ο Κωστής Χριστοδολούπουλος είναι χημικός μηχανικός, μέλος του Αυτόνομου Δικτύου Μηχανικών «ΤΟΜΗΣ» στο ΤΕΕ.