Δόθηκε στη δημοσιότητα νομοσχέδιο, στο οποίο προβλέπεται ότι, μεταξύ των άλλων, θα προκαταβάλλεται το 50% της σύνταξης για τους εργαζόμενους του δημοσίου, μέχρι να βγει η πλήρης, η έκδοση της οποίας δεν μπορεί να ξεπερνά τους 8 μήνες.
Ελπίζουμε αυτή η ρύθμιση να μην χρησιμοποιηθεί για να μεγαλώσει περισσότερο ο χρόνος για την καταβολή της πλήρους, έτσι κι αλλιώς όμως πετσοκομμένης σύνταξης!
Με τις διατάξεις της παρ. 1 θεσπίζεται η προκαταβολή σύνταξης σε όσους υπαλλήλους ή στρατιωτικούς αποχωρούν από την Υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, προκειμένου να αμβλυνθεί το οικονομικό πρόβλημα αυτών, λόγω των καθυστερήσεων στην απονομή της σύνταξης, για τις οποίες προωθούνται πρωτοβουλίες ώστε να μειωθούν σημαντικά.
Το ποσό της προκαταβολής ορίζεται σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού που έφερε ο υπάλληλος ή ο στρατιωτικός κατά το χρόνο της αποχώρησής του από την Υπηρεσία, προσαυξημένου με το πενήντα τοις εκατό (50%) του τυχόν καταβαλλόμενου επιδόματος χρόνου υπηρεσίας.
Το ποσό αυτό υπόκειται μόνο σε κρατήσεις φόρου εισοδήματος και υγειονομικής περίθαλψης, καταβάλλεται στο δικαιούχο εντός σαράντα ημερών από την ημερομηνία της ηλεκτρονικής περιέλευσης του Δελτίου Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης (ΔΑΥΚ) στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και μέχρι την έναρξη πληρωμής της σύνταξης, όχι όμως πέραν των οκτώ (8) μηνών. Το ΔΑΥΚ περιέρχεται ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Συντάξεων εντός αποκλειστικής προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λύση της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου.
Ειδικά για τους υπαλλήλους του Δημοσίου που υπάγονται στο ενιαίο μισθολόγιο και συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο, το ποσό της προκαταβολής υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου που έφερε ο υπάλληλος κατά την 31-10-2011. Το ποσό της προκαταβολής συμψηφίζεται με τα αναδρομικά ποσά της καταβαλλόμενης σύνταξης.
Η προκαταβολή δεν καταβάλλεται:
α) σε περίπτωση απόλυσης για πειθαρχικό παράπτωμα ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια των μόνιμων ή ισόβιων υπαλλήλων
β) σε περίπτωση παραίτησης του υπαλλήλου ή στρατιωτικού που δεν έχει συμπληρώσει τα έτη ασφάλισης για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 26 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων
γ) σε περίπτωση που η σύνταξη δεν είναι άμεσα καταβλητέα λόγω μη συμπλήρωσης του προβλεπομένου ορίου ηλικίας για την καταβολή της
δ) σε περίπτωση απόλυσης λόγω ανικανότητας ή θανάτου στην Υπηρεσία. Η εξαίρεση αυτή κρίθηκε επιβεβλημένη, προκειμένου να ελεγχθούν οι δικαιούχοι σύνταξης στην περίπτωση θανάτου του υπαλλήλου ή στρατιωτικού. Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές, όπως και στις περιπτώσεις αποχώρησης του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού, λόγω ανικανότητας, η σύνταξη θα καταβάλλεται κατά απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους.
Σε περίπτωση θανάτου του συνταξιούχου καταβάλλεται ως προκαταβολή σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) της σύνταξής του.
Το ίδιο ισχύει και για τα τέκνα του, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις μεταβίβασης σε αυτά της σύνταξής του. Σε περίπτωση που αποβιώσει ο υπάλληλος ο οποίος έχει αποχωρήσει από την Υπηρεσία και βρίσκεται σε αναστολή καταβολής της σύνταξής του λόγω μη συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, καταβάλλεται ως προκαταβολή σύνταξης στα ανωτέρω πρόσωπα ποσό τετρακοσίων (400) ευρώ μηνιαίως. Τα ποσά που καταβάλλονται ως προκαταβολή σύνταξης, συμψηφίζονται με τα αναδρομικά της σύνταξης.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών θα καθορισθούν τα ακόλουθα:
α) ο χρόνος έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού
β) η διαδικασία καταβολής της προκαταβολής
γ) ο έλεγχος των καταβαλλόμενων ποσών.
Επίσης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να καθορισθεί ο επαναπροσδιορισμός -μείωση ή επιμήκυνση ανάλογα- του χρονικού διαστήματος καταβολής της προκαταβολής σύνταξης καθώς και η χορήγηση προκαταβολής σύνταξης σε όσους τα δικαιολογητικά συνταξιοδότησής τους έχουν περιέλθει στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους μέχρι την ημερομηνία έναρξης του νόμου αυτού (παρ. 3). Με τις διατάξεις των παρ. 4 και 5 εισάγονται αποκλειστικές προθεσμίες :
α) για την έκδοση της πράξης κανονισμού της σύνταξης (έκδοση εντός έξι μηνών από την ημερομηνία πρωτοκόλλησής της σχετικής αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους) και
β) της αποστολής της αίτησης συνταξιοδότησης και των υπηρεσιακών στοιχείων του υπαλλήλου στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από την Υπηρεσία του (αποστολή εντός δυο μηνών από την ημερομηνία που φέρει το ΦΕΚ στο οποίο δημοσιεύεται η λύση της υπαλληλικής σχέσης), επειδή έχει υπάρξει πληθώρα περιπτώσεων, όπου η καθυστέρηση αποστολής είναι αδικαιολόγητα υπερβολική, προσεγγίζοντας ακόμα και το ένα έτος. Με τις διατάξεις της παρ. 6 θεσπίζονται κυρώσεις, με βαρύτερες αυτές της δίωξης για ποινικό αδίκημα, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 256 (απιστία σχετική με την υπηρεσία), 259 (παράβαση καθήκοντος) και 261 (παρότρυνση υφισταμένων και ανοχή) του Ποινικού Κώδικα, για τους υπαλλήλους που θα παραβιάσουν τόσο τις ανωτέρω διατάξεις όσο και τις προθεσμίες της παραγράφου 1 του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007 που αφορούν:
α) την πρώτη καταβολή της προκαταβολής σύνταξης εντός σαράντα (40) ημερών από την ημερομηνία που θα περιέλθει ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Συντάξεων το ΔΑΥΚ
β) την ηλεκτρονική αποστολή του ΔΑΥΚ στην Υπηρεσία Συντάξεων εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λύσης της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου
γ) την παρέλευση των έξι (6) μηνών για την έκδοση της πράξης καταβολής της σύνταξης από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης της σχετικής αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους
δ) την παρέλευση δύο (2) μηνών για την αποστολή της αίτησης συνταξιοδότησης και των υπηρεσιακών στοιχείων του υπαλλήλου στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους από την Υπηρεσία του. Οι συγκεκριμένες διατάξεις αποβλέπουν πρωτίστως τόσο στην προστασία-διασφάλιση του διοικούμενου -στην προκειμένη περίπτωση υπαλλήλου ή στρατιωτικού που αποχωρεί από την υπηρεσία- όσο και στην προστασία-θωράκιση του ίδιου του υπαλλήλου που λόγω της ευαίσθητης θέσης στην οποία εργάζεται, καλείται να ενεργήσει εντός συγκεκριμένου χρόνου και όχι απλώς εύλογου χρόνου τα διαλαμβανόμενα στις ανωτέρω διατάξεις, χωρίς παρεκκλίσεις και οιασδήποτε μορφής παρεμβάσεις.
Με τις διατάξεις της παρ. 7 ορίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 1 δεν έχουν εφαρμογή για τους υπαλλήλους των ΝΠΔΔ που διέπονται από το ίδιο με τους δημόσιους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς και των οποίων οι συντάξεις δεν καταβάλλονται από το Δημόσιο και εξακολουθούν να ισχύουν για τα πρόσωπα αυτά οι διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, αφού στους φορείς που εκδίδουν τις σχετικές πράξεις συνταξιοδότησης δεν υφίσταται το πρόβλημα της καθυστέρησης που υπάρχει στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.