Νέες εντάσεις προκαλεί η πρωτοφανής επιμονή της Κομισιόν που ζητά μείωση των ονομαστικών μισθών και του μη μισθολογικού κόστους προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Την ίδια ώρα προειδοποιεί ότι θα κλείσει για τη χώρα μας τη στρόφιγγα της χρηματοδότησης εάν δεν εφαρμοστεί πιστά το δεύτερο πρόγραμμα.
H επιτυχής εφαρμογή του δεύτερου προγράμματος, που αντιμετωπίζει πλέον υψηλούς κινδύνους, εξαρτάται από την ίδια την Ελλάδα.
Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα των «συστάσεων» που απηύθυνε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην Ελλάδα, με την ευκαιρία της αξιολόγησης του εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων και του προγράμματος σταθερότητας.
Όπως υπογραμμίζει η Επιτροπή, η επιτυχία του προγράμματος εξαρτάται από την πλήρη και έγκαιρη εφαρμογή της δημοσιονομικής σταθεροποίησης και την υλοποίηση των αναπτυξιακού χαρακτήρα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί στο πλαίσιο του προγράμματος.
Υπογραμμίζεται ακόμη ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές, κυρίως στην αγορά εργασίας, στην απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων και στα άλλα διαρθρωτικά μέτρα, θα βελτιώσουν το επιχειρηματικό περιβάλλον, τον ανταγωνισμό και την ανταγωνιστικότητα. Επίσης, οι αλλαγές αυτές θα αυξήσουν την απασχόληση και θα μειώσουν το κόστος παραγωγής, ενώ επισημαίνεται ότι χωρίς αυτές τις μεταρρυθμίσεις, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας θα καθυστερήσει περαιτέρω.
Παράλληλα, η Επιτροπή σημειώνει ότι μεσοπρόθεσμα παρατηρείται «ένταση» μεταξύ του «εσωτερικού αποπληθωρισμού» και της δημοσιονομικής σταθεροποίησης. Για τον λόγο αυτόν, η Επιτροπή επιμένει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητα, μέσα από τον εσωτερικό αποπληθωρισμό, δηλαδή μέσα από τη μείωση των τιμών και του κόστους παραγωγής, σε σχέση με τους ανταγωνιστές της και να υπάρξει μετάβαση της οικονομίας, από την έμφαση στην κατανάλωση, στην τόνωση των εξαγωγών. Λαμβάνοντας υπόψη ότι θα απαιτηθεί χρόνος προκειμένου να υπάρξουν οφέλη στην ενίσχυση της παραγωγικότητας, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι απαιτείται εμπροσθοβαρής μείωση στους ονομαστικούς μισθούς και στο μη μισθολογικό κόστος.
Σε ό,τι αφορά το κλείσιμο της δημοσιονομικής «τρύπας» για την περίοδο 2013- 2014 ύψους 5,5% του ΑΕΠ, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τους επόμενους μήνες η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει σε σημαντικές περικοπές δαπανών, οι οποίες θα πρέπει να αποτυπώνονται στο επικαιροποιημένο Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, στην Ελλάδα διαπιστώνεται ανεπαρκής πρόοδος στη μεταρρύθμιση των δημοσίων συμβάσεων, τόσο από νομικής όσο και από θεσμικής άποψης, καθώς και στη φορολογική μεταρρύθμιση.
Επίσης, η πρόοδος στην υλοποίηση των ιδιωτικοποιήσεων υπήρξε περιορισμένη σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό, κάτι που οφείλεται σε δυσμενείς συνθήκες της αγοράς, αλλά και σε τεχνικά και νομικά εμπόδια.
Η Επιτροπή υποστηρίζει ακόμη ότι η επιτυχής ανταλλαγή του δημοσίου χρέους αναμένεται να συμβάλει στην εφαρμογή του προγράμματος μεταρρυθμίσεων και να δημιουργήσει κλίμα συναίνεσης για τις δύσκολες μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να προωθηθούν. Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η συνολική διεθνής οικονομική στήριξη μπορεί να συνεχιστεί μόνον εφόσον προχωρήσει το πρόγραμμα υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. Στην έκθεση επισημαίνεται ακόμη ότι η αποφασιστικότητα των
ελληνικών αρχών σχετικά με την αυστηρή τήρηση των πολιτικών που έχουν συμφωνηθεί, θα ελεγχθεί τους επόμενους μήνες, όταν θα καθοριστούν τα μέτρα για το κλείσιμο της δημοσιονομικής τρύπας της περιόδου 2013- 2014.
Επίσης, η Επιτροπή τονίζει ότι θα απαιτηθούν συμπληρωματικές προσπάθειες και στοχευμένα μέτρα προκειμένου να υπάρξει ανάπτυξη και να δημιουργηθούν θέσεις απασχόλησης. Η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα απαιτήσει την καταπολέμηση των καθυστερήσεων που προκύπτουν από τη γραφειοκρατία, την αντίσταση σε συγκεκριμένες ομάδες οικονομικών συμφερόντων και σε «λόμπι» και στο να δοθεί τέλος σε διάφορα ταμπού που συνιστούν εμπόδια στη προώθηση πολιτικών. Η Επιτροπή καθιστά σαφές ότι αυτό απαιτεί αποφασιστικότητα από την πλευρά της κυβέρνησης, καλύτερο πολιτικό συντονισμό και την αποδοχή του προγράμματος από το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Ακόμη στην έκθεσή της η Επιτροπή επισημαίνει ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να συρρικνώνεται και ότι οι βραχυπρόθεσμοι δείκτες ανάπτυξης αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω. Η Επιτροπή τονίζει ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά 6,9% το 2011 και πως η ανάκαμψη που είχε αρχικά προβλεφθεί για το 2013, θα καθυστερήσει περισσότερο. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, τονίζει η Επιτροπή, θα υπάρξει σταθεροποίηση της οικονομικής δραστηριότητας το 2013, ενώ από το 2014 θα πρέπει να αναμένουμε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Συνεχίζοντας, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο στόχος του δεύτερου προγράμματος προσαρμογής είναι η Ελλάδα να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των ιδιωτών επενδυτών, επιβεβαιώνοντας τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, διασφαλίζοντας τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος και ενισχύοντας την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα.
Η Επιτροπή χαρακτηρίζει «μεικτή» την πρόοδο της Ελλάδας ως προς την επίτευξη των «φιλόδοξων στόχων» του πρώτου προγράμματος, επισημαίνοντας ότι σημαντικοί δημοσιονομικοί στόχοι δεν ικανοποιήθηκαν. Τονίζει, μάλιστα, ότι παράγοντες όπως η πολιτική αστάθεια, η κοινωνική αναταραχή, ζητήματα που σχετίζονται με τη διοικητική ικανότητα του κράτους, αλλά και η ύφεση η οποία αποδείχθηκε βαθύτερη από ό,τι είχε προβλεφθεί, καθυστέρησαν την εφαρμογή του πρώτου προγράμματος.
Ωστόσο, η Επιτροπή τονίζει στην έκθεσή της ότι η Ελλάδα πέτυχε σημαντική μείωση του δημοσιονομικού της ελλείμματος, μεταξύ 2009 και 2011, σημειώνοντας πως η προσαρμογή αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη από κάθε άλλη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει επιτύχει κράτος- μέλος, στο παρελθόν.
Σημειώνεται, επίσης, ότι «η μεγάλης κλίμακας δημοσιονομική βοήθεια από τη διεθνή κοινότητα» οφείλεται στο γεγονός ότι η Ελλάδα δεν αναμένεται να επιστρέψει στις αγορές τα επόμενα τρία χρόνια.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει τη χρονική συγκυρία και να προωθήσει τα μέτρα δημοσιονομικής σταθεροποίησης, εφαρμόζοντας δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που θα μειώσουν τις δαπάνες και θα αυξήσουν τα έσοδα και να επιταχύνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να ενισχυθεί η ανάπτυξη και να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα.
Η επίσκεψη της τρόικας
Στα συμπεράσματα της έκθεσης επισημαίνεται ακόμη ότι η ημερομηνία για την επιστροφή της αντιπροσωπείας της τρόικας στην Ελλάδα θα εξαρτηθεί από το αποτέλεσμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου.
Ο αρχικός προγραμματισμός προβλέπει την επίσκεψη της τρόικας στα τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου, ωστόσο η τελική απόφαση για την ημερομηνία θα επανεξεταστεί τις ερχόμενες εβδομάδες.
Σε ό,τι αφορά την καταβολή της πρώτης δόσης που συμφωνήθηκε να εκταμιευθεί τον Μάρτιο, τον Απρίλιο και τον Μάιο, υπογραμμίζεται ότι δεν απαιτείται νέα απόφαση του Eurogroup ή της Ομάδας Εργασίας του Eurogroup, αλλά διευκρινίζεται ότι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας εξετάζει με την Ελλάδα τις συγκεκριμένες ημερομηνίες για την καταβολή της εναπομείνασας δόσης.
Η ακριβής ημερομηνία θα αποφασιστεί σε συντονισμό με την τρόικα.
Αναδημοσίευση από ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 30-5-2012
Η αναδημοσίευση της ειδησεογραφίας από εφημερίδες, έντυπα και ηλεκτρονικές σελίδες γίνεται για την ενημέρωση των αναγνωστών και δε συνεπάγεται την υϊοθέτηση των απόψεων, που εκφράζονται από την Αυτόνομη Παρέμβαση.