Επειτα από εβδομάδες άκαρπων διαπραγματεύσεων, ο τεχνοκράτης πρωθυπουργός προωθεί σε Βουλή και Γερουσία το πακέτο των μεταρρυθμίσεων. Κόκκινο πανί η «απελευθέρωση» των απολύσεων.
Αντιμέτωπος με τις εντονότερες αντιδράσεις από την έναρξη της πρωθυπουργικής του θητείας κινδυνεύει να βρεθεί ο Ιταλός τεχνοκράτης πρωθυπουργός Μάριο Μόντι, μετά τη χθεσινή απόφαση του μεγαλύτερου συνδικάτου της χώρας να απαντήσει στην «αδιαλλαξία» της κυβέρνησης, καλώντας τους εργαζομένους σε γενική απεργία.
Αιτία της (μάλλον αναμενόμενης) ρήξης ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τους συνδικαλιστές αποτελεί το πακέτο των εργασιακών μεταρρυθμίσεων που προωθεί διακαώς η κυβέρνηση και, ειδικότερα, μια συγκεκριμένη διάταξη (το «άρθρο 18»), η οποία έχει να κάνει με τη μερική «απελευθέρωση» των απολύσεων.
Επειτα από εβδομάδες άκαρπων διαπραγματεύσεων, ο Μάριο Μόντι αποφάσισε μονομερώς το βράδυ της Τρίτης να βάλει τελεία (και παύλα) στον διάλογο με τα συνδικάτα, καθότι «ο χρόνος τελείωσε», και να στείλει τις μεταρρυθμίσεις προς έγκριση στο Κοινοβούλιο, αφήνοντας κατά μέρος την όποια προσπάθεια για εξασφάλιση κοινωνικής συναίνεσης.
Ως εκ τούτου, δεδομένων των αγεφύρωτων διαφωνιών, οι αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση στον χώρο της εργασίας πρόκειται έως το τέλος της εβδομάδας να έχουν σταλεί στη Βουλή και στη Γερουσία, συνοδευόμενες όχι από κάποια συμφωνία (όπως συνέβαινε στο παρελθόν) αλλά από μια «λεπτομερή καταγραφή των διαφορετικών απόψεων».
Αξίζει να σημειωθεί πως η απόφαση του Μόντι να προχωρήσει με τα μέτρα, παρά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων, αποτελεί «μεγάλη αλλαγή» σε σύγκριση με την πολιτικές πρακτικές του παρελθόντος στην Ιταλία, γεγονός που καταδεικνύει και το σημείο στο οποίο είναι διατεθειμένος να φτάσει ο 69χρονος τεχνοκράτης για να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των αγορών στο πρόσωπό του (και ταυτόχρονα στην Ιταλία).
Προκειμένου να υπερασπιστεί το εργασιακό του πρόγραμμα, ο πρωθυπουργός τονίζει πως αυτό τυγχάνει ευρείας υποστήριξης τόσο από τους εργοδότες όσο και από τα πιο μετριοπαθή συνδικάτα (CISL και UIL).
Από την πλευρά τους, πάντως, οι συνδικαλιστές του κεντροαριστερού CGIL (του μεγαλύτερου συνδικάτου της χώρας κάτω από την ομπρέλα του οποίου «στεγάζονται» συνολικά περίπου 6 εκατ. εργαζόμενοι) κατηγορούν τους Μόντι και Φορνέρο (την υπουργό Εργασίας) πως ουσιαστικά προλειαίνουν το έδαφος για μαζικές απολύσεις.
Βασικό σημείο διαφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών αποτελεί η αλλαγή του «άρθρου 18», σύμφωνα με το οποίο οι επιχειρήσεις που έχουν πάνω από 15 υπαλλήλους χρειάζονται «βάσιμη αιτία» για να απολύσουν κάποιον (κοινώς, αυτό μπορεί να γίνει μόνο σε περίπτωση που ο εργαζόμενος διαπράξει κάποιο παράπτωμα ή η επιχείρηση υπαχθεί σε διαδικασία αναδιάρθρωσης).
Σε διαφορετική περίπτωση, εάν αποδειχθεί πως δεν υπάρχει βάσιμη αιτία, η επιχείρηση είναι υποχρεωμένη να επαναπροσλάβει τον εργαζόμενο. Ωστόσο, με τη μεταρρύθμιση του Μόντι, όλα τα παραπάνω (τόσο η αιτία απόλυσης όσο και η υποχρέωση επαναπρόσληψης) χαλαρώνουν σημαντικά, ενώ αξίζει να σημειωθεί πως εάν εγκριθούν, οι εν λόγω νέες ρυθμίσεις θα αφορούν όλους τους εργαζομένους και όχι μόνο τους νεοπροσληφθέντες.
Μόντι
Πήρε ψήφο εμπιστοσύνης
Χθες, την ώρα που το μεγαλύτερο συνδικάτο της Ιταλίας κήρυττε «πόλεμο» στην κυβέρνηση, μέσα στο ιταλικό κοινοβούλιο ο Μόντι έπαιρνε ψήφο εμπιστοσύνης (με ψήφους 449 υπέρ έναντι 79 κατά). Επειτα από την εν λόγω «νίκη», πλέον ανοίγει ο δρόμος για την υπερψήφιση από τη Βουλή μέτρων σχετικών με το άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων και την απελευθέρωση των υπηρεσιών.
Χαρακτήρισε λανθασμένη την τακτική Μόντι
Σε δύσκολη θέση τώρα και ο Μπερσάνι
Η ρήξη ανάμεσα στον πρωθυπουργό και το μεγαλύτερο συνδικάτο της χώρας με αφορμή τις προωθούμενες μεταρρυθμίσεις στον χώρο της εργασίας προκαλεί, όπως είναι αναμενόμενο, τριγμούς και εντός των κομμάτων που στηρίζουν τον Μάριο Μόντι στο ιταλικό κοινοβούλιο.
Συγκεκριμένα, σε δύσκολη θέση δείχνει να βρίσκεται επί του παρόντος το Δημοκρατικό Κόμμα του Πιερλουίτζι Μπερσάνι, το οποίο άλλωστε διατηρεί και τους στενότερους δεσμούς με τους συνδικαλιστές του CGIL.
Δεν είναι τυχαία η δήλωση του Μπερσάνι, ο οποίος έσπευσε να χαρακτηρίσει «λανθασμένη» την τακτική του Μόντι, «καθότι ο στόχος ήταν η γενικότερη συναίνεση και όχι ο αποκλεισμός».
Τα επώδυνα κυβερνητικά μέτρα αποτελούν πονοκέφαλο για τη μεγαλύτερη παράταξη της ιταλικής κεντροαριστεράς, η οποία έχει λόγους να φοβάται πως λόγω της στήριξης που παρέχει στον Μόντι, κινδυνεύει να αποξενώσει μερίδα των ψηφοφόρων της, ενώ την ίδια ώρα, οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις αποτελούν και την αιτία διαφωνιών εντός του Δημοκρατικού Κόμματος, ανάμεσα στις διάφορες τάσεις αυτού (κεντρώοι εναντίον αριστεριστών).
Αναδημοσίευση από ΕΘΝΟΣ, 22-3-2012
Η αναδημοσίευση της ειδησεογραφίας από εφημερίδες, έντυπα και ηλεκτρονικές σελίδες γίνεται για την ενημέρωση των αναγνωστών και δε συνεπάγεται την υϊοθέτηση των απόψεων, που εκφράζονται από την Αυτόνομη Παρέμβαση.