Καταπέλτης για την κυβερνητική απόφαση εκχώρησης τμημάτων του εκπαιδευτικού σχεδιασμού σε ιδιώτες, είναι η ΟΛΜΕ. Η συνδικαλιστική ηγεσία των καθηγητών εκφράζει την αντίθεσή της για τη λειτουργία με καθεστώς ιδιωτικού δικαίου του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής που θα προκύψει από τη συγχώνευση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας. Αντίστοιχη θέση διατυπώνει και για το Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων (ΙΤΥΕ) που θα αναλάβει και τις αρμοδιότητες του Οργανισμού Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων που επίσης καταργείται.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, δεν διασφαλίζεται ο δημόσιος χαρακτήρας των δύο Ινστιτούτων. Το νομοσχέδιο που συζητείται στη Βουλή προβλέπει ότι και τα δύο μπορούν να χρηματοδοτούνται από ιδιώτες και να εκτελούν έργα για λογαριασμό τους. Τα δύο Ινστιτούτα φαίνεται ότι θα έχουν εποπτικό χαρακτήρα. Η υλοποίηση των προγραμμάτων θα εκχωρείται είτε στα ΑΕΙ και ΤΕΙ είτε σε ιδιώτες. Είμαστε αντίθετοι, τονίζει το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ, στην ανάθεση προγραμμάτων που έχουν να κάνουν με το εκπαιδευτικό έργο, σε ιδιώτες.
Οι μάχιμοι καθηγητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που διαθέτουν τη σχετική τεχνογνωσία και επιστημονική επάρκεια, τίθενται στο περιθώριο και προβλέπεται η συμμετοχή εκπαιδευτικών της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης. Οι πρόεδροι και τα Δ.Σ. τόσο στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής όσο και στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων επιλέγονται από τον/την εκάστοτε υπουργό. Με δεδομένο ότι τα δύο Ινστιτούτα θα διαχειριστούν εκατομμύρια ευρώ τόσο από τους Εθνικούς Πόρους όσο και από τα Ευρωπαϊκά Προγράμματα, η ΟΛΜΕ θεωρεί αδιανόητο η αρμόδια επιτροπή της Βουλής να μην εκφράζει γνώμη για το ΙΤΥΕ. Ειδικότερα για το ΙΤΥΕ που θα διαχειριστεί μεγάλο μέρος των ευρωπαϊκών κονδυλίων για τη δια βίου εκπαίδευση και την επιμόρφωση, η ΟΛΜΕ θεωρεί ότι με τον τρόπο δομείται θα γίνει κέντρο αδιαφάνειας.
Με το νέο Σχέδιο Νόμου δεν προβλέπεται η συμμετοχή εκπροσώπων των εργαζομένων (ΟΛΜΕ, ΔΟΕ και ΟΙΕΛΕ) όπως συνέβαινε στο παρελθόν στους καταργούμενους Οργανισμούς (ΟΕΠΕΚ), παρά το γεγονός ότι το αντικείμενο των δύο Ινστιτούτων αφορά κυρίως την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Φαίνεται, τονίζει η ηγεσία των καθηγητών, ότι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας δεν επιθυμεί να ακούγεται η φωνή των εκπαιδευτικών.
Το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ βλέπει αλληλοκαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ των δύο Ινστιτούτων γεγονός που θα προκαλέσει δυσλειτουργίες. Στο ζήτημα της ψηφιοποίησης των σχολικών βιβλίων, επισημαίνει, είναι προφανές ότι η αρμοδιότητα πρέπει πράγματι να ανήκει στο ΙΤΥΕ. Όμως η αρμοδιότητα στον τομέα του σχεδιασμού θα έπρεπε να ανήκει στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ).
Όσον αφορά στην «Αξιολόγηση» των δύο Ινστιτούτων κάθε χρόνο θα γίνεται «Αυτοαξιολόγηση» και κάθε 2ετία ο/η υπουργός που όρισε τα Δ.Σ., θα ορίζει 3μελή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων που θα τα «αξιολογεί».
Απαράδεκτο θεωρεί το Δ.Σ. της ΟΛΜΕ και το γεγονός ότι τα δύο Ινστιτούτα θα έχουν αποσπασμένους υπαλλήλους και υπαλλήλους με Συμβάσεις Έργου. Ιδιαίτερα η μετάταξη των έμπειρων υπαλλήλων του ΟΕΔΒ στην Κεντρική Υπηρεσία του υπ. Παιδείας, αντί της στελέχωσης του αρμόδιου τομέα του ΙΤΥΕ προκαλεί εύλογες απορίες.
ΟΙΕΛΕ για τους σχολάρχες
Μνημείο αντεργατικής πολιτικής θεωρεί η ΟΙΕΛΕ το υπόμνημα που απέστειλαν οι ιδιοκτήτες ιδιωτικών σχολείων στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, με το οποίο ζητούν την πλήρη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, την περικοπή των αποδοχών τους και τη συρρίκνωση έως και κατάργηση των αποζημιώσεων τους σε περίπτωση απόλυσης. Με το υπόμνημα αποκαλύπτεται με τον πιο ωμό τρόπο ότι οι ιδιοκτήτες θεωρούν τους εκπαιδευτικούς των σχολείων τους, αναλώσιμους υπάλληλους επιχείρησης. Ας αναμένουν, ωστόσο, πολύ σύντομα οι σχολάρχες τις απαντήσεις – αποδείξεις της ΟΙΕΛΕ και με λόγια και με έργα.
Αναδημοσίευση απο την ΑΥΓΗ, 19-4-2011